Announcement

Collapse
No announcement yet.

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ '40

Collapse
X
 
  • Filter
  • Time
  • Show
Clear All
new posts

    ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ '40

    Ο ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ '40

    Εισαγωγή

    Εξαιρετική είναι η συγκίνηση που αισθάνονται όλοι οι Έλληνες, όταν καλούν στην μνήμη τους αναμνήσεις από τα ένδοξα γεγονότα του 1940. Πράγματι τα μεγάλα και φωτεινά αυτά γεγονότα, επισφράγισαν με ανεξίτηλη δόξα την ιστορική πορεία του έθνους μας.
    Το ελληνικό Έθνος αισθάνεται ιδιαίτερη υπερηφάνεια, για το μεγάλο ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου του 1940, το οποίο αντέταξε ο Ελληνικός λαός κατά τον βαθύ όρθρο της ιστορικής εκείνης ημέρας. Ήταν η αρχή μιας εκστρατείας που όλοι τη λένε "Έπος" που κάλυψε ένα ένδοξο μέρος της μακραίωνης ελληνικής ιστορίας μας, που περιέχει εν αφθονία τα δύο στοιχεία που συνθέτουν γενικά την ιστορία, τα γεγονότα και το άρωμα της εποχής. Τα μεν γεγονότα έχουν καταγραφεί από ιστορικούς, ώστε να δύνανται οι ενδιαφερόμενοι να ανατρέξουν σε συγγράμματα προς γνώση και εξαγωγή συμπερασμάτων και ακόμη μεταγενέστεροι ιστορικοί να μπορούν να τα αποκαταστήσουν έστω και αν έχουν παρέλθει αιώνες.
    Ήταν η αρχή μιας εκστρατείας που όλοι τη λένε "Έπος" που κάλυψε ένα ένδοξο μέρος της μακραίωνης ελληνικής ιστορίας μας, που περιέχει εν αφθονία τα δύο στοιχεία που συνθέτουν γενικά την ιστορία, τα γεγονότα και το άρωμα της εποχής. Τα μεν γεγονότα έχουν καταγραφεί από ιστορικούς, ώστε να δύνανται οι ενδιαφερόμενοι να ανατρέξουν σε συγγράμματα προς γνώση και εξαγωγή συμπερασμάτων και ακόμη μεταγενέστεροι ιστορικοί να μπορούν να τα αποκαταστήσουν έστω και αν έχουν παρέλθει αιώνες.
    Το άρωμα όμως, όπως και όσο το αισθάνθηκαν οι πρωταγωνιστές και στη συγκεκριμένη περίπτωση ολόκληρος ο ελληνικός λαός, την εποχή των γεγονότων, χάνεται από τον άνεμο του χρόνου, ακόμη και για αυτούς που τα έζησαν.
    Το "Έπος του 40", φαινόμενο ψυχολογικό και ιστορικά απροσδόκητο για όλο το κόσμο, αδικήθηκε κατάφωρα από τα μετέπειτα γεγονότα, την κατοχή, την αντίσταση, τις εκτελέσεις, το κίνημα του Δεκέμβρη, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, το ξύπνημα της πυρηνικής εποχής, γεγονότα τα οποία τα σκέπασαν και έτσι αυτό το κεφάλαιο σφραγίστηκε βιαστικά και κλείστηκε στο αρχείο προτού μνημειωθεί, για να ανοίξει μετά την απελευθέρωση της χώρας από τη γερμανική μπότα.
    Η Κοινωνία των Εθνών (ΚΤΕ), στην οποία τα Έθνη στήριζαν τις ελπίδες τους για διαρκή ειρήνη, έχασε κάθε ουσιαστικό κύρος με την αποχώρηση των ΗΠΑ, που επέλεξαν πολιτική απομονωτικών τάσεων, της Γερμανίας το 1939, της Ιταλίας το 1935, αλλά και του συναγωνισμού επιδείξεως "αρχών ειρηνοφιλίας" από τα λοιπά Δημοκρατικά κράτη της Δύσεως και κυρίως την Αγγλία και Γαλλία, που δεν μπόρεσαν έγκαιρα να προβλέψουν τον επερχόμενο κίνδυνο.
    Η γενιά του '40 απέδειξε για μια ακόμη φορά, ότι το ιερό πάθος για την ελευθερία της Πατρίδας είναι υπέρτατο καθήκον όλων των Ελλήνων, που επανειλημμένα το έχουν αποδείξει κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ύπαρξής τους και δεν θα σταματήσουν να το αποδεικνύουν, όσο υπάρχουν, σε αυτή την όμορφη χώρα.

    Ιταλική προκλητικότητα

    Από την αρχή του αιώνα μας είχαν φανεί οι εχθρικές προθέσεις της Ιταλίας εναντίον της χώρας μας και μόνο αξιοθρήνητη θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει την προσπάθεια υποκρισίας της, με αποκορύφωση τον ύπουλο τορπιλισμό του αντιτορπιλικού ΕΛΛΗ στο λιμάνι της Τήνου στις 15 Αυγούστου 1940, παρά το σύμφωνο φιλίας που είχε υπογραφεί μεταξύ των δύο χωρών από τον Σεπτέμβρη του 1928. Ο Μουσολίνι είχε προφανώς πιστέψει πως η θρασύτητα μπορεί να αφοπλίσει την αξιοπρέπεια, η υποκρισία τη δίψα για την ελευθερία και η στρατιωτική υπεροχή το, από υπάρξεώς του, ιερό καθήκον του Έλληνα στρατιώτη. Είχε πιστέψει σε ένα παλαιότερο όνειρο, την ανασύσταση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ή τουλάχιστον της ενετικής θαλασσοκρατίας. ώστε να δύνανται οι ενδιαφερόμενοι να ανατρέξουν σε συγγράμματα προς γνώση και εξαγωγή συμπερασμάτων και ακόμη μεταγενέστεροι ιστορικοί να μπορούν να τα αποκαταστήσουν έστω και αν έχουν παρέλθει αιώνες
    Η χώρα μας από το 1923 βαριά τραυματισμένη από τα αποτελέσματα της Μικρασιατικής καταστροφής, κατέβαλλε προσπάθειες για να απορροφήσει ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες και να ανασυντάξει την οικονομία και την πολιτική της.
    Από τον Απρίλιο του 1939 η φασιστική Ιταλία είχε καταλάβει την Αλβανία, και με περιστροφές, δολιχοδρομίες, διπλωματικούς ελιγμούς, παλινωδίες και αυτοδιαψεύσεις προσπαθούσε να συγκαλύψει τις επεκτατικές της προθέσεις προς την Ελλάδα. Η κατάληψη της Αλβανίας, ήταν φυσικό, να ανησυχήσει ιδιαίτερα τις δύο συνορεύουσες χώρες, Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία, και μάλιστα από απειλή που δεν προερχόταν από την Ιταλία μόνη, αλλά από τον Άξονα του οποίου την ίδρυση είχε εξαγγείλει ο Μουσολίνι από τον Νοέμβριο του 1936.
    Από τη πλευρά της Αγγλίας δια των πρωθυπουργών Τσάμπερλαιν και Νταλαντιαί, του υπουργού εξωτερικών Λόρδου Χάλιφαξ, του πρώτου Λόρδου του αγγλικού Ναυαρχείου Ουίνστον Τσώρτσιλ, δίδονταν άφθονες και συναισθηματικά παρήγορες εγγυήσεις για την ανεξαρτησία και ακεραιότητα της Ελλάδας, που δυστυχώς για διάφορους λόγους δεν υλοποιήθηκαν. Όλα αυτά σήμαιναν για την Ελλάδα, ότι μόνη έπρεπε να προετοιμαστεί, για μια πιθανή αναμέτρηση, προς διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της.
    Όμως το ελληνικό Γενικό Επιτελείο είχε λόγους να μην αδρανεί. Ενώ ζητούσε συνεργασία με τα Γενικά Επιτελεία Αγγλίας και Γαλλίας αυτά περιορίζοντο στη συγκέντρωση πληροφοριών χωρίς πρακτική συνέχεια, για να αφήσουν, τελικά, την Ελλάδα και πάλι μόνη, στο δραματικό της Ακρωτήρι, να ετοιμαστεί να αντιμετωπίσει για πολλοστή φορά τον Δεσποτισμό.
    Τον Αύγουστο του 1939 υπό το πρόσχημα γυμνασίων οι ιταλικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν στα ελληνικά σύνορα για να ανησυχήσει το ελληνικό Γενικό Επιτελείο και να εισηγηθεί στη Κυβέρνηση την επιστράτευση των απέναντι της Αλβανίας μονάδων, VΙΙΙ και ΙΧ μεραρχιών καθώς και της ΙV ταξιαρχίας. Η διαταγή επιστρατεύσεως εκδόθηκε την νύχτα της 23ης Αυγούστου. Τη προηγούμενη ημέρα είχε υπογραφεί στη Μόσχα γερμανοσοβιετικό σύμφωνο περί μη επιθέσεως, που σήμαινε, ότι απερίσπαστος και ανενόχλητος ο Άξονας θα μπορούσε να δράσει στη Δύση και το Νότο.
    Στις 29 Αυγούστου 1939 ο Ιταλός στρατιωτικός ακόλουθος ζητάει από τον Αρχηγό του ελληνικού Γενικού Επιτελείου, Αλέξανδρο Παπάγο, πληροφορίες για την συγκέντρωση των ελληνικών στρατευμάτων, ενώ δίνει την διαβεβαίωση, ότι ισχύει πάντοτε η εγγύηση εκ μέρους της Ιταλίας, για το απαραβίαστο του ελληνικού εδάφους.
    Οι προθέσεις του άξονα αποκαλύπτονταν τρεις ημέρες αργότερα. Την 1η Σεπτεμβρίου 1939, η Γερμανία αρχίζει ξαφνικά επίθεση κατά της Πολωνίας, ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος ξέσπαζε. Τα αποτελέσματα δικαιώνουν εν μέρει τους υπολογισμούς του Χίτλερ περί ανανδρίας των συμμάχων, που δεν θα βοηθούσαν την Πολωνία, ώστε να πέσει βορά στην εξαγριωμένη επιθετική απληστία του Άξονα, μήπως χορτάσει.
    Η Πολωνία εντός εικοσαημέρου κυριεύεται και διανέμεται μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν. Τα βαλκανικά κράτη φοβούμενα μη βρεθούν στο δρόμο της θύελλας, άλλα κηρύσσουν ουδετερότητα και άλλα κάνουν επίδειξη καλής διαγωγής, η Ελλάδα όμως διαπιστώνει ότι όλο μεγαλώνει η δραματική της μόνωση, άρα και το βάρος της ευθύνης της, απέναντι στις παραδόσεις της και την ιστορία της.
    Στο επακολουθήσαν χρονικό διάστημα, εντάθηκαν οι προσπάθειες αποκοιμίσεως της Ελλάδας και από τους δύο εταίρους του Άξονα. Η Ιταλία συνέχιζε να προετοιμάζεται για την παραβίαση της ελληνικής ανεξαρτησίας, όμως η αιφνιδιαστική έναρξη του πολέμου από τον Χίτλερ και οι κεραυνοβόλες επιτυχίες του στα πεδία των μαχών την έκαναν να χάσει τη ψυχραιμία της και να επιχειρήσει και αυτή κάτι εντυπωσιακό, ώστε να προλάβει να επωφεληθεί, αισθανόμενη το τέλος του πολέμου.
    Το καλοκαίρι του 1940 η Ιταλία εκτός από την ασυναγώνιστη αριθμητική υπεροχή διέθετε:

    · Την πρωτοβουλία ενάρξεως των επιχειρήσεων, δηλαδή το ασυναγώνιστο όπλο του αιφνιδιασμού.
    • · Τρομακτική αεροπορική υπεροχή, επταπλάσια σε αριθμό, με σύγχρονα για την εποχή αεροσκάφη, και μάλιστα, δικών τους εργοστασίων - Φίατ, που σήμαινε αφθονία ανταλλακτικών.
    • · Μεγάλο αριθμό θωρακισμένων ταχυκίνητων μέσων.
    • · Αποθηκευμένο στην Αλβανία πολεμικό υλικό κατά πολύ μεγαλύτερο από όσο αναγκαιούσε για τις εκεί δυνάμεις.
    • · Δυνατότητα ανεμπόδιστης μεταφοράς και άλλων στρατευμάτων μέσω της Αδριατικής.
    Ακολούθησε μια προσπάθεια από τον Μουσολίνι εξερεθισμού της Ελλάδας και αναζήτησης αφορμών, ρυθμισμένη με μαθηματική ακρίβεια ώστε να ακολουθεί την ανιούσα και δεν έλειπαν και οι προκλήσεις:
    • · Βομβαρδισμός ελληνικών πολεμικών πλοίων, συμπεριλαμβανομένου του αντιτορπιλικού Ύδρα.
    • · Συνεχής παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου.
    • · Ιταλικός τύπος δημοσιεύει με εντυπωσιακούς τίτλους, ότι "ο μέγας Αλβανός πατριώτης Νταούτ Χότζα δολοφονήθηκε στην ελληνοαλβανική μεθόριο από Έλληνες πράκτορες". (Ο Νταούτ Χότζα ήταν ληστής επικηρυγμένος προ εικοσαετίας, σκοτώθηκε σε καυγά από δύο Αλβανούς, τους οποίους μάλιστα προ διμήνου είχαν συλλάβει οι ελληνικές Αρχές).
    • · Ο γνωστός δημοσιογράφος Γκάυντα, φερέφωνο του φασιστικού κόμματος, την 14 Αυγούστου, με άρθρο του στον κατευθυνόμενο ιταλικό τύπο έδινε το γενικό σύνθημα: Γενική επίθεση κατά της Ελλάδος. Η Ιταλία πλέον είχε αποβάλει το προσωπείο.
    • · Την επομένη, 15 Αυγούστου, ακολούθησε ο άνανδρος τορπιλισμός του καταδρομικού ΕΛΛΗ στο λιμάνι της Τήνου.
    Αυτή η τελευταία πρόκληση, ιερόσυλη πράξη, εγκαινίασε συμβολικά την επίθεση εναντίον της Ελλάδος και χρωμάτισε με ιερότητα τον αγώνα που ακολούθησε.
    Από της 22 Οκτωβρίου, στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρώμης, ο Τσιάνο, αρχίζει να συντάσσει το περιλάλητο τελεσίγραφο, που προορίζετο για την ελληνική Κυβέρνηση, το οποίο δεν άφηνε περιθώρια για διέξοδο, παρά μόνο "ή αποδοχή της κατοχής ή εκτέλεση επίθεσης".

    Το ελληνικό Γενικό Επιτελείο δεν μπορούσε να ολοκληρώσει την άμυνα της χώρας, όπως ακριβώς θα επιθυμούσε, κυρίως για δύο λόγους:
    • · Kάθε σημαντική κινητοποίηση, θα σήμαινε πρόκληση στον Μουσολίνι.
    • · Η πρωτοβουλία ενάρξεως των επιχειρήσεων ανήκε στην Ιταλία, που όμως ήταν άγνωστο πότε θα εκδηλωθεί και μια επιστράτευση, με πιθανή μακροχρόνια αναμονή, θα έφθειρε το ηθικό των στρατευμένων αλλά και την οικονομία της χώρας.
    Η έναρξη του πολέμου

    Ο ελληνικός λαός δεν γνώριζε τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου τι είχε προηγηθεί από της 3ης πρωινής ώρας στην οικία του πρωθυπουργού, ούτε τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου και όμως, όταν την 6η πρωινή ώρα οι σειρήνες της αντιαεροπορικής άμυνας ξύπνησαν την Αθήνα, ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους σαν να περίμενε ακριβώς την στιγμή να βροντοφωνάξει το ιστορικό "ΟΧΙ", καθολική επιλογή που δεν υπήρχε περίπτωση να ήταν διαφορετική.
    Μια διάθεση ευφορίας ξεχύθηκε στον αττικό ουρανό από ένα κόσμο που αισθανόταν να τον καλούν με το όνομά του, τα τρεις και πλέον χιλιάδες χρόνια της ιστορίας του για να τα προστατεύσει. Η είδηση έτρεχε από στόμα σε στόμα "Πόλεμος! Οι Ιταλοί εισβάλλουν!". Τα συναισθήματα διαδέχονταν το ένα το άλλο, υπερηφάνεια, φιλότιμο, λεβεντιά, αγανάκτηση, περιφρόνηση, και μάλιστα όχι μόνο από αυτούς που έτρεχαν να καταταγούν, αλλά και από τον άμαχο πληθυσμό, που και αυτός αργότερα προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες στον αγώνα.
    Κάτι μεγάλο ορθωνόταν στην Ελλάδα τις πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου που εάν το έβλεπε ο υπερόπτης Ιταλός δικτάτωρ, θα προτιμούσε να αποσύρει τις δυνάμεις του από το Αλβανικό έδαφος και να αναθεωρήσει όλα τα επιχειρησιακά του σχέδια.
    Την εξέλιξη της αναμετρήσεως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, αν και οι ενδείξεις, λογικά, έπειθαν πως ο επιτιθέμενος αργά ή γρήγορα θα επικρατούσε.
    Το "Έπος του 40", φαινόμενο ψυχολογικό και ιστορικά απροσδόκητο για όλο το κόσμο, αδικήθηκε κατάφωρα από τα μετέπειτα γεγονότα, την κατοχή, την αντίσταση, τις εκτελέσεις, το κίνημα του Δεκέμβρη, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, το ξύπνημα της πυρηνικής εποχής, γεγονότα τα οποία τα σκέπασαν και έτσι αυτό το κεφάλαιο σφραγίστηκε βιαστικά και κλείστηκε στο αρχείο προτού μνημειωθεί, για να ανοίξει μετά την απελευθέρωση της χώρας από τη γερμανική μπότα.
    Την ίδια ημέρα της εισβολής έρχονται τα πρώτα τηλεγραφικά μηνύματα, του Γεωργίου του ΣΤ' της Αγγλίας: "Η υπόθεσίς σας είναι και δική μας υπόθεσις", του πρωθυπουργού της Ουίνστον Τσώρτσιλ: "Η Ιταλία εύρε τας απειλάς του εκφοβισμού ανωφελείς έναντι του ηρέμου θάρρους σας", του πρωθυπουργού του Καναδά Μακένζυ Κινγκ: "Η κοιτίς του ευγενεστέρου πολιτισμού που εγνώρισεν η ανθρωπότης, η χώρα εις την οποίαν οφείλομεν ό,τι καθιστά την ζωήν ανωτέραν και ωραιοτέραν, υφίσταται τοιαύτην επίθεσιν, όλων των αληθινών ανθρώπων η θέσις έιναι παρά το πλευρόν της".
    Το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν που εκφωνήθηκε από το ραδιόφωνο και δημοσιεύθηκε σε έκτακτες εκδόσεις των εφημερίδων της εποχής έδινε με λιτή αξιοπρέπεια τον τόνο της όλης υπόθεσης: "Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από τις 5.30 σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους".
    Η Γαλλία, που η Γερμανική κατοχή την είχε ήδη φιμώσει, εκπέμπει από ελεύθερο ραδιοφωνικό σταθμό της Αφρικής, για τους Έλληνες: "τους εξορκίζουμε να μη πιστέψουν πως οι Γάλλοι αδιαφορούν για την τύχη της ένδοξης πατρίδας τους".
    Ακόμη και η Τουρκία, τότε, με σύσσωμο τον Τύπο της, πανηγυρίζει: "Ζήτω η Ελλάς" και "Είμεθα υπερήφανοι διότι συνδεόμεθα δια συμμαχίας με ένα τέτοιο Έθνος" Ικδάμ 29 Οκτωβρίου, "αλησμόνητον δι όλον τον κόσμον παράδειγμα γεναιότητος" Βακή 29 Οκτωβρίου.
    Από την μακρινή Ινδία φθάνει ο απόηχος: "Το μέλλον των Βαλκανίων εξαρτάται από την τύχη της Ελλάδος".
    Ασυγκράτητος είναι και ο ενθουσιασμός των ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, Κύπρου, Αιγύπτου, στα προξενεία των οποίων παρουσιάζονται στρατεύσιμοι για να πολεμήσουν στο πλευρό της μητέρας Ελλάδας.
    "ομπρός, κ' η Ελλάδα σηκώθηκε και διασκορπάει τα σκότη! Ανάστα, η Ανθρωπότης, κι ακολούθα την...Ομπρός!"

    Η μάχη της Πίνδου

    H επίλεκτη μεραρχία των Ιταλών Τζούλια άρχισε στις απόκρημνες βουνοκορφές της βόρειας Πίνδου την επίθεσή της εναντίον της χώρας μας, για να προελάσει γρήγορα προς τα Γιάννενα, όπως πίστευε το Ιταλικό Επιτελείο, και να διευκολύνει τον "άνετο περίπατο" των υπολοίπων ιταλικών μεραρχιών προς την Αθήνα. Η έκπληξη όμως των "γενναίων" του Μουσολίνι γρήγορα μετατράπηκε σε απογοήτευση, όταν οι ταμπουρωμένοι Έλληνες φαντάροι των φυλακίων, δεν τους προσέφεραν την υποδοχή που ήθελαν, αλλά πυκνά πυρά. Αλήθεια τι υποδοχή περίμεναν;
    "Πίνδος" Οι δύο ελληνικές συλλαβές που περικλείουν το ωραιότερο νόημα: Την ακαταμάχητη πίστη στην ελευθερία.
    (Έκθεση πολέμου Ελλάδος και θυσιών 1940-1941)
    Ως γνωστό, το βάρος της άμυνας το έφερε η μεραρχία Ηπείρου, που είχε τη τύχη μόνη από τις μεγάλες δυνάμεις να υπερασπίζεται τη τιμή και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, με κύρια αποστολή "την κάλυψη της κεντρικής Ελλάδος από την κατεύθυνση Ιωάννινα - Ζυγός Μετσόβου" και δευτερεύουσα "την προάσπιση εθνικού εδάφους", και η οποία με απόφαση του διοικητή της υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου, δεν εγκατέλειψε την προωθημένη αμυντική γραμμή και αγωνίσθηκε χωρίς να παραχωρίσει εθνικό έδαφος.
    Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί η ουσιαστκή συμβολή στον αγώνα του ηρωικού αποσπάσματος του συνταγματάρχη Δαβάκη, που αμυνόμενο σθεναρά με λίγους στρατιώτες, με πενιχρά μέσα αλλά με μεγάλη αυτοθυσία, απέκρουσε τις αλλεπάλληλες επιθέσεις του εχθρού και έδωσε πολύτιμο χρόνο στον Ελληνικό στρατό να ανασυνταχθεί και να αντεπιτεθεί καταδιώκοντας τους εισβολείς εκείθεν των Αλβανικών συνόρων, στα ιστορικά χώματα της Βορείου Ηπείρου.
    Παρατίθεται ένα τμήμα της υπ' αριθμόν πρωτ. 30904 γενικής διαταγής της VIII Μεραρχίας της 30 Οκτωβρίου 1940. (Υπτγος Χ. Κατσιμήτρος):
    Μαχόμεθα εναντίον εχθρού υπούλου και ανάνδρου όστις άνευ ουδεμιάς αφορμής μας επετέθη αιφνιδιαστικώς ίνα μας υποδουλώσει. Μαχόμεθα δια τας εστίας μας και τας οικογενείας μας και δια την ελευθερίαν μας. Αξιωματικοί και Οπλίται, κρατήσατε σταθερώς και αποφασιστικώς τας θέσεις και έχετε πάντοτε το βλέμμα προς τα εμπρός, διότι εντός ολίγου θα αναλάβωμεν αντεπίθεσιν ίνα εκδιώξωμεν τον εχθρόν εκ του πατρίου εδάφους το οποίον εμόλυνεν δια της παρουσίας του... Εγγύς είναι η ημέρα καθ' ήν ο άνανδρος και δειλός εχθρός θα ριφθεί εις την θάλασσαν. Κρατήστε ισχυρώς τας θέσεις και τούτο θα πραγματοποιηθεί συντόμως. Η παρούσα να κοινοποιηθεί εις άπαντας τους υφ' υμάς Αξιωματικούς και οπλίτας.

    Και τμήμα της Ημερησίας Διαταγής της εν λόγω Μεραρχίας της 18 Νοεμβρίου 1940: Στρατιώται, Ενθυμηθείτε όσα μου λέγατε κατά τας επιθεωρήσεις μου, πότε θα επιτεθεί τε να καταδιώξητε τον εχθρόν. Εμπρός λοιπόν! Με τη βοήθεια και του θεού, όστις προστατεύει τον ιερόν και δίκαιον αγώνα μας, καταδιώξατε απηνώς τον εχθρόν, τον άνανδρον και δειλόν εχθρόν. Τον εγνωρίσατε καλά ήδη. Είναι θρασύδειλος και ύπουλος. Συντρίψατέ τον με τα αμείληκτα κτυπήματά σας. Η Πατρίς παρακολουθεί υπερήφανος τον τίμιον αγώνα σας. Η Δόξα σας αναμένει.

    Κατά την αντεπίθεση της 1ης Νοεμβρίου, από το ηρωικό απόσπασμα Πίνδου επετεύχθη η ανακατάληψη της Γραμμής "Γύφτισσα - Οξυά" συνελήφθησαν τρείς Ιταλοί αξιωματικοί και διακόσιοι είκοσι δύο οπλίτες, περιήλθαν δε στα ελληνικά τμήματα 140 κτήνη και αρκετά εφόδια, αλλά εκεί άφησε την τελευταία του πνοή και ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός του πολέμου, ο Υπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος.

    Η πρόθυμος και αβίαστος συμμετοχή του αμάχου πληθυσμού της Πίνδου -γερόντων, γυναικών, κοριτσιών και παιδιών- εις την υπερτάτην προσπάθειαν εφοδιασμού των μαχομένων είναι μία από τάς ωραιοτέρας εκδηλώσεις της εθνικής ανατάσεως κατά τάς δραματικάς αυτάς ημέρας.
    Θ. Παπακωνσταντίνου "Η μάχη της Ελλάδος"

    Ελληνική Αντεπίθεση

    Στις 14 Νοεμβρίου, άρχισε η ελληνική αντεπίθεση στο μέτωπο και η προέλαση στη Αλβανία. Το γεγονός των αλλεπάλληλων καταλήψεων Βορειοηπειρωτικών πόλεων και χωριών κατέλαβε τις πρώτες σελίδες του ελεύθερου τύπου, στην Μεγάλη Βρετανία, στις Η.Π.Α. και λοιπές χώρες του κόσμου ενώ η κεντρική Ευρώπη βρισκόταν υπό το πέλμα του Γερμανικού στρατού, που ήδη είχε καταλάβει την Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, τις Κάτω Χώρες και το ήμισυ σχεδόν της Γαλλίας. Οι ανέλπιστες ελληνικές επιτυχίες είχαν σοβαρές επιπτώσειςστην πολιτική της Αγγλίας, που από τα μέσα Νοεμβρίου, άρχισε να προσανατολίζεται προς ενίσχυση του μετώπου. Ο Άγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα, πίστευε ότι το μέτωπο στην Ελλάδα, όπως αυτό διαμορφώθηκε ύστερα από τις ηρωικές επιτυχίες του ελληνικού στρατού, πρόσφερε την ευκαιρία στην Αγγλία να μεταφέρει εκεί το θέατρο των επιχειρήσεων κατά της Ιταλίας.
    Η Ελλάδα βρέθηκε απότομα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Έγινε κυματοθραύστης κατά του τρόμου και της γενικής πεποίθησης των Ευρωπαϊκών λαών, ότι η νίκη των σιδηρόφρακτων ναζιστικών και φασιστικών στρατιών ήταν βέβαιη και ότι η απομονωμένη Αγγλία δεν ήταν δυνατόν να σταματήσει την τρομερή στρατιωτική μηχανή των Γερμανών.
    Η επιτυχής έκβαση της παράτολμης απόφασης και η επί μακρόν διατηρηθείσα ψυχική δύναμη της Ελλάδας, συνετέλεσαν στη διάψευση του θρύλου "για το αήττητο του Άξονα" και άρχισε η μεταβολή στις εκτιμήσεις για την εξέλιξη του πολέμου με θετικές επιπτώσεις στο διπλωματικό πεδίο. Κράτη που θεωρούνταν βέβαιο, ότι θα μετείχαν στον πόλεμο υπέρ του Άξονα άρχισαν να εμφανίζουν διστακτικότητα για τη συμμετοχή τους ή και να προβάλλουν άρνηση.

    Οι Τάιμς έγραφαν στο φύλλο τους της 28ης Νοεμβρίου: " Οι ελληνικές νίκες είχαν τεράστια απήχηση στην εγγύς Ανατολή... Στην Αίγυπτο διέλυσαν εντελώς τις ανησυχίες για ιταλική εισβολή και μετέβαλαν το Μουσολίνι, που θεωρούνταν από τη λαϊκή φαντασία ως κάτι σπουδαίο, σε κωμικό πρόσωπο".

    Με μιας σκορπάει ο ουρανός ζαφείρια και τοπάζια. Γελά η ματιά, αστραποβολούν στα στήθια τα τσαπράζια. Κι η Κορυτσά η ελληνική φοράει με μιας γαλάζια.

    Στ. Σπεράντζας

    Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί και η συμμετοχή στον αγώνα του ελληνικού πολεμικού ναυτικού, παρά την μεγάλη διαφορά που υπήρχε σε σχέση με το ιταλικό, σε αριθμό, θωράκιση, ταχύτητα, δύναμη πυρός και χρόνο πλεύσεως για τα υποβρύχια. Παρ' όλα αυτά τα ελληνικά σκάφη εξετέλεσαν τη δύσκολη αποστολή τους χωρίς σοβαρές απώλειες. Βύθισαν εχθρικά μεταφορικά χωρητικότητας αρκετών δεκάδων χιλιάδων τόνων και συνόδευσαν με επιτυχία τις στρατιωτικές αποστολές στο μέτωπο. Τα Χριστούγεννα, το υποβρύχιο "Παπανικολής" με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Ιατρίδη, προσέβαλε ιταλική νηοπομπή στα ανοιχτά της Αυλώνας, βυθίζοντας δύο μεταγωγικά 20.000 και 15.000 τόνων και διέφυγε παρά τον απηνή διωγμό από ιταλικά αντιτορπιλικά. Λίγες ημέρες αργότερα το υποβρύχιο "Πρωτεύς" με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Χατζηκωνσταντή, βύθισε ιταλικό μεταγωγικό που μετέφερε στρατιωτικές δυνάμεις στην Αλβανία, για να βυθισθεί στη συνέχεια και το ίδιο αύτανδρο, έπειτα από εμβολισμό που δέχτηκε από ιταλικό αντιτορπιλικό. Την πρωτοχρονιά το υποβρύχιο "Λάμπρος Κατσώνης", με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Σπανίδη, πυρπόλησε ιταλικό πετρελαιοφόρο, ενώ το "Παπανικολής" βύθισε στα ανοιχτά του Μπρίντεζι ιταλικό μεταγωγικό. Ανάλογες επιτυχίες σημείωσαν το υποβρύχιο "Νηρεύς", το τορπιλοβόλο "Σφενδόνη", το αντιτορπιλικό "Ψαρά" και το υποβρύχιο "Τρίτων".
    Για την αεροπορία, που όπως προαναφέρθηκε, είχε τα περισσότερα αεροσκάφη της παλαιά έως άχρηστα, με λιγοστά αεροδρόμια και ακατάλληλα για χρήση τον περισσότερο καιρό, με στοιχειώδη αντιαεροπορική άμυνα, δεν θα ήταν υπερβολή να γραφεί ότι στο βαθμό που λειτούργησε, αυτό οφειλόταν στην εξαιρετική ευψυχία των Ελλήνων αεροπόρων και μάλιστα με αξιοσημείωτες επιτυχίες. Έμειναν παροιμιώδεις οι πτήσεις των Ελλήνων αεροπόρων σε χαμηλό ύψος στις χαράδρες των βουνών, "στα μονοπάτια του ουρανού", και τα κατορθώματά τους, όπως του Υποσμηναγού Μικραλέξη ο οποίος αφού εξήντλησε τα πυρομαχικά του, κάρφωσε εκουσίως με τον έλικα του αεροσκάφους του το πηδάλιο ιταλικού βομβαρδιστικού το οποίο και κατέρριψε για να προσγειωθεί δίπλα στο πενταμελές ιταλικό πλήρωμα που είχε πέσει με αλεξίπτωτα, να το συλλάβει και να το οδηγήσει αιχμάλωτο στη στρατιωτική διοίκηση Θεσσαλονίκης.
    Μετά το άδοξο τέλος των ιταλικών επιχειρήσεων στο Αλβανικό μέτωπο, στη Γιουγκοσλαβία συνέβησαν συγκλονιστικά γεγονότα, ευχάριστα κατά κάποιον τρόπο, στην Ελλάδα και τους συμμάχους γενικότερα. Εξεγέρθηκαν φιλελεύθερες δυνάμεις, που ανέτρεψαν στις 27 Μαρτίου το καθεστώς της Αντιβασιλείας και την κυβέρνηση Τσβέκοβιτς, που είχε ταχθεί με το πλευρό του Άξονα και ανακήρυξαν Βασιλέα τον νεαρό Πέτρο τον Β'. Δύο ημέρες αργότερα κηρύχθηκε γενική επιστράτευση. Όλα σήμαιναν ότι η Γιουγκοσλαβία θα αντιστεκόταν στην επικείμενη γερμανική εισβολή ή τουλάχιστον θα τηρούσε ουδετερότητα. Τελικά αποφασίστηκε κοινή ελληνογιουγκοσλαβική ενέργεια κατά των Ιταλών, που αμήχανοι προσπαθούσαν να κρατηθούν στην βόρειο Αλβανία, ώστε να λείψει τελείως έτσι η ανοικτή πληγή. Η κοινή αυτή ελληνογιουγκοσλαβική ενέργεια δεν πρόλαβε να υλοποιηθεί διότι η Γερμανία έθεσε σε εφαρμογή εν τω μεταξύ, το σχέδιο Μαρίτα, όχι βέβαια για να σώσει τους συμμάχους της Ιταλούς από τον έσχατο εξευτελισμό, αλλά γα να προλάβει ανεπιθύμητη αντίδραση των Ρώσων, που πάντοτε υποψιαζόταν.
    Πράγματι στις 5.15 της Κυριακής 6 Απριλίου 1941 άρχισε η γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδας ταυτόχρονα με την επίδοση διακοινώσεως, στην οποία τονιζόταν ότι ο σκοπός της γερμανικής ενέργειας ήταν η εκδίωξη των Άγγλων από την Ελλάδα. Η πίστη στο δίκαιο και στην ορθότητα των εθνικών επιδιώξεων πολλαπλασίασαν και πάλι τις διαθέσιμες ψυχικές δυνάμεις και η ώρα μας όρθωσε για άλλη μια φορά το ανάστημά της στον χιτλερικό στρατό, αλλά παρά την σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων, δεν ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να αντισταθεί για πολύ στη γερμανική υπεροπλία και λύγισε.

    Του λοιπού δεν θα λέγεται ότι οι Έλληνες επολέμησαν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες επολέμησαν σαν Έλληνες.
    (Εφημ. "Manchester Guardian", 19-4-41)

    Στις 27 Απριλίου το πρωί τα πρώτα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αθήνα με κατεύθυνση την Ακρόπολη για να στήσουν τη σημαία τους με τον αγκυλωτό σταυρό. Εκείνη την ώρα ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών απηύθυνε προς τον ελληνικό λαό το τελευταίο ελεύθερο μήνυμα: "Έλληνες, ύστερα από λίγα λεπτά ο ραδιοφωνικός σταθμός δεν θα είναι ελληνικός... Αδέλφια, ψηλά τις καρδιές...". Άρχιζε ένας νέος κύκλος μαρτυρίου για την πρωτεύουσα και τη χώρα γενικά.

    Η εποποιία

    Ήταν η τελευταία σύγκρουση στην Ευρώπη με δυσανάλογες δυνάμεις, μέσα και όπλα. Από τη μια ο Γολιάθ με βαρύ οπλισμό σύγχρονης τεχνοκρατίας, από την άλλη ο Δαυίδ με αναχρονιστικά μέσα, που αγωνίζεται για την ύπαρξή του, για τις παραδόσεις του. Στον αγώνα αυτόν ο ελληνικός λαός έδωσε και πάλι το προσωπικό του ύφος, όμοιο με αυτό του 1821. Η αναμέτρηση του 1940-41 γίνεται ανάμεσα στη λιτότητα και το στόμφο, τη φιλοπατρία και τον ιμπεριαλισμό, το πάθος για την ελευθερία και την ικανοποίηση σκοταδιστικών ορέξεων.
    Η τεχνοκρατία, χάρις στον σιδερένιο της όγκο, θα πετύχει για μια στιγμή να γονατίσει τη μαχόμενη ψυχή, όμως η αναστροφή θα έρθει γρήγορα. Το ελληνικό μέτωπο κατάρρευσε τον Απρίλιο του 1941, αλλά και κατά την διάρκεια της κατοχικής περιόδου (1941-1944) το Έθνος συνέχισε με κάθε τρόπο την αντίσταση κατά του Άξονα, τόσο στην κατεχόμενη Ελλάδα όσο και στη Βόρεια Αφρική, την Ιταλία και τα νησιά του Αιγαίου.
    Έτσι δημιουργήθηκε αυτή η εποποιία, το καύχημα και η δόξα της σύγχρονης ιστορίας του ελληνικού Έθνους, που κατ' ουδένα τρόπο δεν ήταν ένα θαύμα όπως πολλοί ισχυρίζονται. Ήταν αποτέλεσμα μιας επιμελούς, προσεκτικής και μεθοδικής στρατιωτικής προπαρασκευής, μιας ηθικής διαπαιδαγωγήσεως και ενός εθνικού προσανατολισμού του ελληνικού λαού, απόρροια των οποίων ήταν το ηθικό μεγαλείο των Ένοπλων Δυνάμεων και του Έθνους, γενικότερα, για μια δυναμική και νικηφόρα άμυνα.
    Είναι πραγματικότητα ότι η Κοινωνία των Εθνών (Κ.Τ.Ε.) δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον καταστροφικό Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Άφησε όμως την θέση της στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), με πληρέστερη δικαστική και εκτελεστική εξουσία, με διεθνήχαρακτήρα, αριθμεί 144 μέλη, που φιλοδοξεί εκτός των άλλων "στην διασφάλιση ειρήνης και ασφάλειας σε παγκόσμια κλίμακα". Για να επιβιώσει αυτός ο Οργανισμός, ο αρτιότερος που απέκτησε ποτέ η ανθρωπότητα και για να διατηρήσει το ανάλογο κύρος και ισχύ ώστε να δύναται να φέρει εις πέρας την αποστολή του, πρέπει όλα τα κράτη να τον καταστήσουν πρακτικά αποδεκτό και ως εκ τούτου να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του. Τα μη συμμορφούμενα μέλη θα πρέπει να γνωρίζουν, ότι θα υποστούν αυστηρές κυρώσεις όχι για να αποκαταστήσουν διακρατικές παρανομίες τους, αλλά για να μην τις επιχειρήσουν.
    Η Ελλάδα την σημερινή εποχή δέχεται απροκάλυπτες απειλές από γείτονα χώρα της οποίας η ηγεσία είναι υπομονετική, κρυψίνους, μεθοδική και καιροσκόπος, που επεμβαίνει όταν παρουσιάζονται κατάλληλες ευκαιρίες, αδιαφορώντας για τις διεθνείς αντιδράσεις και αποφάσεις. Οι σοβινιστικές αντιλήψεις και οι επεκτατικές βλέψεις που τρέφει κατά της χώρας μας, δεν θα βρουν διέξοδο, εκτός της περιπτώσεως αδικαιολόγητου εφησυχασμού, άσκοπων εσωτερικών προστριβών, άκαιρων αποπροσανατολισμών και οποιαδήποτε αποδυνάμωση των ενόπλων δυνάμεών μας. Ευχόμαστε να μη χρειασθεί να προστεθεί άλλο ένα έπος στην ελληνική ιστορία.


    ''Η αύρα των γύρω του ναού ορέων ας συγκεντρώνει πάντοτε εις μίαν ατελείωτον παρέλασιν ολόκληρον την θεωρίαν των απανταχού ηρώων Άγγλων, Αμερικανών, Πολωνών, Ρώσων, ελευθέρων Γάλλων, Ολλανδών, Βέλγων, Νορβηγών και εις την κεφαλήν της παρατάξεως ας τεθή ένας Έλλην πολεμιστής, το γνησιότερον τέκνον της ελευθερίας, του οποίου η κραυγή "ΑΕΡΑ" θ' αντηχή πάντοτε υπεράνω των θαλασσών και των ορέων.''

    Άνεμος Ελευθερίας. Κόμπτον Μάκενζυ






    #2
    «Το όνομά μου είναι πατρίς»

    «Το όνομά μου είναι πατρίς»

    Ομιλία Καθηγήτη κ.Σ.Καργάκου κατά την τελετή απονομής Αναμνηστικού Μεταλλίου και Τιμητικού Διπλώματος, στους επιζώντες πολεμιστές στις επιχειρήσεις των περιόδων 1940-45 (Αλβανία, Μακεδονία, Ήπειρος, Θράκη, Κρήτη, Βόρεια Αφρική,Νησιά του Αιγαίου, Ιταλία, Μεσόγειος Θάλασσα) και 1950-58 (Κορέα), που πραγματοποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2006 στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.


    '' Ο Βίκτωρ Ουγκώ σε μία ευτυχισμένη ποιητική του στιγμή είχε γράψει το στίχο: «Δεν γνωρίζω πια τ' όνομα μου· ονομάζομαι πατρίς». Κάθε φορά που το χρέος μας καλεί να τιμήσουμε αυτούς που έγιναν προσφορά θυσίας, με την απώλεια της ζωής ή της σωματικής αρτιμελείας, πρέπει να ενθυμούμαστε τους λόγους μεγάλων ανδρών, διότι μόνον αυτών η φωνή μπορεί να υψωθεί ως το οριακό σημείο, στο οποίο καταλήγει «ο τραχύς και δύσκολος της αρετής δρόμος», προς τον οποίο «πετάουν» μόνο τα γόνατα ανδρών γενναίων, όπως θα έλεγε ο Ανδρέας Κάλβος.

    Η λήθη είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της μνήμης. Αλλά αν εξαλειφθεί από τους λαούς η μνήμη, τότε θα μοιάζουν με ασθενείς που πάσχουν από αμνησία. Δεν θα γνωρίζουν από πού έρχονται κι από ποιους προέρχονται, με αποτέλεσμα να μην ξέρουν που βρίσκονται και προς τα πού πορεύονται. Άν σβήσουμε το παρελθόν, πρόσφατο και παλαιό, θα ζήσομε σ' ένα ακατοίκητο μέλλον'. Έχει πει μεγάλος μας ποιητής, ο Γιώργος Σεφέρης, την ακόλουθη διδακτική για μας φράση: «Σβήνοντας κανείς ένα κομμάτι από το παρελθόν, είναι σαν να σβήνει και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον κι είναι θλιβερή πια η ζωή, που μοιάζει με ακατοίκητο σπίτι»!
    Από την άποψη αυτή είναι άξιες επαίνου οι Στρατιωτικές μας Σχολές και η πολιτική ηγεσία τους που δεν λησμονούν να τιμούν τα μεγάλα στρατιωτικά γεγονότα, να τιμούν τους επιζώντες παλαιμάχους και να συντηρούν το ευγενές στρατιωτικό πνεύμα, που για μας δεν ήταν ποτέ μιλιταρισμός αλλά πάθος προασπιστικό της εδαφικής μας ακεραιότητας, πόθος προασπιστικός της ειρήνης και σε παλαιότερους καιρούς πόθος απελευθερωτικός των αλύτρωτων ελληνικών περιοχών. Δεν παραβλέπω συμμετοχή σε πολεμικές επιχειρήσεις που καθορίζονταν από συμμαχικές υποχρεώσεις ή δεσμεύσεις. Αλλά σε γενικές γραμμές ο ελληνικός στρατός δεν πήγε αλλού παρά σε εδάφη στα οποία υπήρχε από αρχαιοτάτης εποχής εδραία εθνολογική βάση.
    Τον πόλεμο του 1940-41 δεν τον προκαλέσαμε εμείς με κάποια δήθεν αφορμή. Απλώς, τον περιμέναμε και είχαμε τουλάχιστον ηθικώς-επαρκώς προετοιμασθεί. Η Ελλάς, εξ αιτίας της Μικρασιατικής καταστροφής και των εσωτερικών κινημάτων , ήταν ακόμη αιματοβαφής. Οι πρόσφυγες δεν είχαν τελείως αποκατασταθεί. Αυτό που είχε αποκατασταθεί ήταν το εθνικό φρόνημα, το οποίο σε υπέρτατο βαθμό είχε οξυνθεί λόγω της αναίσχυντης συμπεριφοράς των Ιταλών όχι μόνο από τον τορπιλισμό της «Έλλης» και στην προβοκατορική ενέργεια να μας φορτώσουν τη δολοφονία του αρχιτσάμη ληστή Νταούντ Χότζα, αλλά και από την παλαιότερη κατάπτυστη ενέργεια του βομβαρδισμού και της καταλήψεως της Κερκύρας, εν έτη 1923 όταν ο ελληνικός λαός και στρατός ήταν κυριολεκτικά ράκη από το οδυνηρό πλήγμα της Μικρασίας. Το ενδεχόμενο μίας ολοκληρωτικής επιθέσεως του Μουσολίνι εναντίον της Ελλάδος ήταν ορατό και από τυφλούς μετά την απόβαση του ιταλικού στρατού στην Αλβανία στις 7 Απριλίου 1939, δηλαδή πέντε μήνες ενωρίτερα από την επίσημη κήρυξη του μεγαλύτερου πολέμου της Ιστορίας.
    Ως την έσχατη στιγμή ο Μουσολίνι προωθούσε μία θωπευτική, καθησυχαστική πολιτική έναντι της Ελλάδος. Ο τότε πρεσβευτής της Ιταλίας Γκράτσι, μετά την επιστροφή του από την Ρώμη στις 12 Σεπτεμβρίου 1939, έφερνε προς το Μεταξά διαβεβαιώσεις του Ιταλού δικτάτορα, ότι η Ιταλία ακόμη και σε περίπτωση εμπλοκής της σε πόλεμο «δεν θα αναλάβει αύτη πρωτοβουλίαν επιχειρήσεων έναντι της Ελλάδος.Ινα δε αποδειχθούν κατά τρόπον συγκεκριμένον τα αισθήματα, από τα οποία εμπνέεται έναντι της Ελλάδος, θα διαταχθεί η οπισθοχώρησης των ιταλικών στρατευμάτων 20 χιλιόμετρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα». Αυτά όμως, όπως θα έλεγε ο Άμλετ, ήσαν «λόγια, λόγια, λόγια». Όπως συχνά έχω γράψει, η προδοσία στην ευρωπαϊκή πολιτική είναι πάντα θέμα ημερομηνίας. Εξαιρείται η Ελλάς που το μέγα λάθος της-αν το δούμε από την οπτική της realpolitik- είναι ότι ποτέ δεν επρόδωσε σύμμαχο. Και παραμένει σολωμικώτατα, «Πάντοτε ευκολόπιστη και πάντα προδομένη». Και πληγωμένη, εμένα από τα ίδια τα παιδιά της.
    Πάντα βέβαια κάτι σάπιο -για να επανέλθω στον Άμλετ- υπήρχε στο βασίλειο της ευρωπαϊκής πολιτικής, αλλά ποτέ η ηθική σήψη, ο πολιτικός αμοραλισμός, ο κυνισμός και ο αιμοδιψής άνευ ουσιαστικών προσχημμάτων, στρατιωτικός επεκτατισμός δεν είχε κορυφωθεί στο βαθμό όπου έφθασε κατά τα μοιραία έτη 1939 - 1941. Ενώ ο Μουσσολίνι απλόχερα μας έστελνε αναισχύντως τις αλλεπάλληλες ψευδείς εγγυήσεις, οι ένοπλες δυνάμεις του εφάρμοζαν συστηματικά την τακτική των «άδικων χειρών» με τον ανειλεή βομβαρδισμό πολεμικών σκαφών μας: του «Ορίωνος», της «Ύδρας», του «Βασιλέως Γεωργίου», της «Βασιλίσσης Όλγας», για να φθάσουμε στο αποτρόπαιο έγκλημα του τορπιλισμού τις «Έλλης». Αν ζούσε τότε ο δαιμόνιος Ταλλεϋράνδος, δεν θα εχαρακτήριζε τη βύθιση του ευδρόμου έγκλημα'θα το έλεγε λάθος. Διότι το λάθος στην πολιτική κοστίζει σ' αυτόν που το διαπράττει περισσότερο από το έγκλημα. Με την πράξη τους αυτή οι Ιταλοί δεν προσέβαλαν την Ελλάδα, Προσέλαβαν την Παναγία, που για τους Έλληνες είναι σύμβολο ιερό, συναυτιζόμενο με την πατρίδα. Το λέει άλλωστε το δημοτικό: «Γιατί γιορτάζει η Παναγία, γιορτάζει και η Πατρίδα».
    Οι Έλληνες μαχητές του '40 δεν ήσαν προασπιστές του πατρίου εδάφους, όπως έλεγε το πρώτο πολεμικό μας ανακοινωθέν, ήταν εκδικητές της υβριζόμενης Μεγαλόχαρης, της Παντάνασσας και της Περίβλεπτης Παναγιάς, που επί 1500 χρόνια την ψάλλουμε και την θεωρούμε Υπέρμαχο Στρατηγό. Τα νικητήρια στέφανα σκέπασαν και πάλι τις εικόνες της Θεομήτορος και τις κεφαλές των ελλήνων μαχητών, που πολεμώντας κατά κραταιού, με απόλυτη υπεροψία, αντιπάλου κατήγαν τρόπαια εφάμιλλα, ίσως και υπέρτερα των προγονικών. Όλος ο κόσμος στεκόταν τότε εκστατικός. Ύμνοι Πινδάρειοι επλέκοντο τότε για την Ελλάδα από τα χείλη κορυφαίων πολιτικών, στρατιωτικών και πνευματικών ανθρώπων. Ας αφήσουμε πια της μικρότητες για το ποιος είπε το «ΟΧΙ». Το «ΟΧΙ» ήταν όλων: και της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας και σύσσωμου του λαού, πλην ελαχίστων ηττοπαθών. Ας αφήσουμε κατά μέρος τον πρόσφατο επιστημονικό-πολιτικό σκεπτικισμό κάποιων ιστορικών κριτικών για την σκοπιμότητα του «ΟΧΙ». Είναι προσβολή για τους νεκρούς, τους τραυματίες αλλά και για τους λίγους επιζώντες της μεγάλης εκείνης εποποιίας να διαχέεται η αντίληψη στην παιδεία μας και στα παιδιά μας πως ένα "ΝΑΙ" θα ήταν συμφερτικό. Για κάποιους, ασφαλώς. Ένα μόνο θα πω: «αν οι εν λόγω κριτικοί ήσαν στη θέση του Μεταξά, είμαι σίγουρος πως θα έλεγαν ναι». Και αυτό θα σήμαινε το διαμελισμό μεταπολεμικά όλης της μόλις πρόσφατα συγκροτημένης Ελλάδος.
    Δεν θα αναφερθώ σε γεγονότα που σε όλους σας είναι γνωστά. Όταν όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες γονάτιζαν εντός ολίγων ημερών προ των χιτλερικών ορδών, η Ελλάς πολεμούσε νικήτρια επί πέντε μήνες στα ηπειρωτικά βουνά και έφερνε τους Ιταλούς σε απόσταση σπιθαμής από το ρίξιμο στην αγκαλιά των κυμάτων. Στο διάστημα αυτό ο στρατός, το ναυτικό και αεροπορία επιτέλεσαν θαύματα. Εκμηδένισαν την αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου και κατέδειξαν για μια ακόμα φορά την σημασία του ηθικού παράγοντος, τον οποίο όψιμοι θεωρητικοί του πολέμου έχουν αρχίσει να αμφισβητούν λόγω των νέων τελειοτάτων οπλικών συστημάτων. Ένα θα πω: όλα τα όπλα είναι καλά, ακόμη κι ένας «γηράς» όταν τα χέρια που τον κρατούν δεν τρέμουν και όταν η ψυχή φλογίζεται από το πάθος της θυσίας. Αυτό, όμως, προϋποθέτει πίστη σε ιδανικά, που ποτέ δεν έλειψαν από τη ζωή μας. Γι' αυτό θεωρώ ως το μεγαλύτερο της Ελλάδος εχθρό αυτόν που σκοτώνει στην ψυχή των παιδιών μας το πάθος για ηρωισμό και την δίψα για ιδανισμό. Γι' αυτό άλλωστε σήμερα η παραπαίουσα ιδεολογικά νεολαία ζητεί σαν το ήρωα του Ίψεν ένα ζευγάρι μεταχειρισμένα - έστω-ιδανικά. Και υψώνει σε ήρωα το Σάββα Ξηρό, διότι το σχολείο και τα λεγόμενα «μίντια» όχι μόνο δεν τιμούν τους πραγματικούς ήρωες - εσάς - αλλά τους αγνοούν και συχνά τους σπιλώνουν.
    Μιλάμε συχνά για το έπος του 40 ή, εσφαλμένα, για το έπος της Αλβανίας. Και λέγω εσφαλμένα διότι το έπος δεν ήταν αλβανικό' ελληνικό ήταν και μάλιστα κατά και των Αλβανών που επολέμησαν στο πλευρό των Ιταλών. Είναι, όμως, ιστορική αδικία να λησμονούμε την μάχη των Οχυρών, που θα ήταν ίσως περισσότερο δαφνοστεφής, αν η Γιουγκοσλαβία δεν γονάτιζε από την πρώτη στιγμή και αν ο ελληνικός στρατός δεν είχε πλευροκοπηθεί και στα δύο μέτωπα, αντιμετωπίζοντας το ενδεχόμενο μιας επιθέσεως από τα νώτα. Κάποιοι, που ποτέ δεν γνώρισαν τον τυφώνα μιας πολεμικής κρίσης, ξέρουν post factum, δηλαδή εκ' των υστέρων, να εκφέρουν αρνητικές απόψεις για τη τότε δράση της παραζαλισμένης απ' τα αλλεπάλληλα πλήγματα πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας μας. Ένα θα πώ: ο τότε Έλλην πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής δεν ήταν πολιτικός. Τραπεζικός ήταν. Κι όμως προέβη σε ενέργεια πολιτική, που κανείς άλλος ευρωπαίος ηγέτης, μετά την υποταγή της χώρας του στον Άξονα, δεν ετόλμησε να πράξει. Ο Κορυζής αυτοκτόνησε. Η αυτοκτονία αυτή είναι μέγιστη πολιτική πράξη. Η Ελλάς πεθαίνει αλλά δεν παραδίδεται. Δεν ήταν μια πράξη απογνώσεως' ήταν πράξη φιλοτιμίας, πράξη αντιστάσεως στην ατιμία. Αλλά την πρώτη σελίδα της αντίστασης την έγραψαν οι νεκροί ευέλπιδες που αυτόβουλα έφθασαν μέχρι Κρήτη και Αίγυπτο.
    Βεβαίως υπήρξε ανακωχή-και έπρεπε να υπάρξει-,για να σωθούν οι μαχόμενες στην Ήπειρο και στη Μακεδονία δυνάμεις. Αλλά η ανακωχή δεν είχε επίσημο χαρακτήρα. Η Ελλάς-και το τονίζω αυτό-επισήμως δεν σταμάτησε ποτέ τον πόλεμο. Τον συνέχισε στην Κρήτη, όπου αφανίστηκε το άνθος του γερμανικού στρατού, τον συνέχισε στις ερήμους της Αφρικής, στο τρισένδοξο Έλ-Αλαμέιν', τον συνέχισε στην Ιταλία, και στο Ρίμινι έγραψε μια νέα χρυσή πολεμική σελίδα. Κάθε χρόνο τα μέλη της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών, της οποίας έχω την τιμή να είμαι αντιπρόεδρος, κατά το πνευματικό πολυήμερο ταξίδι που πραγματοποιούμε στην Δυτική Ευρώπη, περνάμε από το μνημείο των Ριμινιτών και καταθέτουμε λίγα άνθη ευλαβείας στους τάφους των υπερόχων νεκρών.
    Πεδίο μαχών, όμως, δεν ήταν μόνον η ξηρά, ήταν και ο αέρας, ήταν και η θάλασσα. Οι αεροπόροι μας, που στο σύνολο τους έφθασαν στην Μ. Ανατολή, δόξασαν τα φτερά του Ικάρου, αντιπαλεύοντας με Ιταλούς και σκληροτράχηλους Γερμανούς πιλότους. Η κάλυψη νηοπομπών, η ρίψη αλεξιπτωτιστών στα ελληνικά βουνά και νησιά, η συμμετοχή σε βομβαρδιστικές επιχειρήσεις έδωσαν στην αεροπορία μας μια ποιότητα υπεροχής που διατηρείται ακμαία ως σήμερα. Αλλά και ο στόλος-παρά το τραγικό για τις συνέπειές του κίνημα - είχε κι' αυτός ανάλογο μεράδι στη δόξα. Το ν' αναφερθώ στη «Βασίλισσα Όλγα», στον «Αδρία», στα υποβρύχια «Πρωτεύς», «Παπανικολής» και «Κατσώνης» για να δείξω την αξία και την ανδρεία των ναυτικών μας, θα έμοιαζε σαν να άνοιγα ανοιχτές πόρτες. Τούτο μόνο θα πω: ο γηραιός «Αβέρωφ» ως πλοίο συνοδείας, έφθασε ως τον Ινδικό. Πρόσφατα σε εφημερίδα των Πατρών δημοσίευσα άρθρο για ένα λησμονημένο περιστατικό που συνέβη προ του λιμανιού των Πατρών: πρόκειται για τον ηρωισμό δύο σκαφών μας, ενός νοσοκομειακού, που λεγόταν «Ελληνίς» και ενός πλοίου της φαροφυλακής που λεγόταν «Πλειάς». Κι ας μη λησμονούμε τη συμμετοχή ελληνικών πολεμικών στην απόβαση της Νορμανδίας.
    Ωστόσο, το μεγαλύτερο τίμημα θυσίας προσέφερε στον πόλεμο η ελληνική εμπορική ναυτιλία. Χάθηκε όλος σχεδόν από τις τορπίλες των Γερμανών ο εμπορικός μας στόλος και το άνθος του ναυτικού μας κόσμου. Υπάρχει, όμως, και ο άγνωστος στους πολλούς πόλεμος των αλιευτικών και μικρών εμπορικών πλοίων, που μετέφεραν χιλιάδες Άγγλους, Καναδούς, Αυστραλούς, Νεοζηλανδούς και Έλληνες εθελοντές στα Μικρασιατικά παράλια. Υπάρχει ακόμη και η χρυσή σελίδα των ειδικά διασκευασμένων μικρών σκαφών, που σαν θαλάσσιες σφήκες όργωναν το Αιγαίο και το Ιόνιο κι έλαβαν μέρος σε πολυάριθμες επιχειρήσεις. Έχω τη χαρά να με τιμά με την φιλία του ένας από τους επιζώντες Κανάρηδες του καιρού εκείνου, ο αειθαλής Ρήγας Ρηγόπουλος και ξέρω από τα βιβλία του και τις ομιλίες του τη ναυτική εκείνη «Ιλιάδα». Όλη αυτή η επιβλητική συμμετοχή των ενόπλων μας δυνάμεων στο πλευρό της προμαχούσας Αγγλίας και Αμερικής, έδωσε το σθένος στην ελληνική κυβέρνηση να διεκδικεί και να απαιτεί. Όταν την 11η Δεκεμβρίου 1941 η βρετανική κυβέρνηση απροσχημάτιστα ανακοίνωσε την απόφασή της για αναγνώριση, μετά τον πόλεμο, της αλβανικής ανεξαρτησίας, η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, τρείς ημέρες μετά, απαντούσε με εκτενές υπόμνημα στο οποίο μεταξύ των άλλων αναφέρονταν τα εξής: « Εν τω μέσω των δεινών του υπό τον αξονικόν ζυγόν, ο ελληνικός λαός δεν είναι δυνατόν να κατανοήσει εν διάβημα αποδόσεως της ανεξαρτησίας της εις την Αλβανίαν, χωρίς ταυτόχρονον ρητήν αναγνώρισην των ελληνικών δικαίων επι της Β. Ηπείρου. Δεν είναι δυνατόν άδηλα οφέλη εκ της συμπράξεως ενός κλάσματος του αλβανικού λαού προς τα Ηνωμένα Έθνη να εξουδετερώσουν την σημασίαν της υπερόχου αντιστάσεως του ελληνικού λαού».
    Ασφαλώς, κανείς το 1944 και μετά, όταν η δόξα της Ελλάδος, χάρη και εις την εσωτερική εθνική αντίσταση, είχε φθάσει στο ζενίθ και έκανε την Οικουμένη να παραληρεί, κανείς λέγω δεν θα μπορούσε να παραβλέψει τα εθνικά δίκαια της Ελλάδος, αν η δολερή διχόνοια, όπως την λέγει ο Σολωμός, δεν έδειχνε το σκήπτρο με την "ωραία θωριά", ώστε να μας ρίξει 'εις σε δάκρυα θλιβερά. Ο λόγος του Πλάτωνος επαληθεύτηκε για ακόμη μια φορά: «Ημείς δε αυτοί ημάς αυτούς και ενικήσαμεν και ηττήθημεν». (Μενέξενος ΧΙΙΙ 2420).
    Και μόλις έκλεισε ο κύκλος του αίματος στη δική μας χώρα, νέος κύκλος αίματος άνοιξε στη μακρινή Κορέα. Από το 1950 - ως το 1953 ένας αδυσώπητος πόλεμος, που κατά βάθος ήταν μια έμμεση αναμέτρηση ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και στις ΗΠΑ, χώρισε την ιστορική αυτή χερσόνησο σε δυο τμήματα με σημείο τομής τον 38ο παράλληλο. Η Ελλάς συμμετείχε στον πόλεμο αυτό με ένα τάγμα αυξημένης δυνάμεως, με ένα σμήνος μεταγωγικών αεροπλάνων και με μικρά βοηθητικά κλιμάκια. Οι απώλειές μας ήσαν βαρύτατες. Από τις αρχές του 1951 ως το Σεπτέμβριο είχαμε 187 νεκρούς (εκ των οποίων οι 21 αξιωματικοί) και 614 τραυματίες. Είχα την τιμή να γνωρίσω τον στρατηγό «Αρμπούζη» που ηγήθηκε του εκστρατευτικού τάγματος και πρόσφατα είχα τη μεγάλη τιμή να εκφωνήσω τον επικήδειο λόγο σ' ένα σπάνιο για τη σεμνότητά του άνδρα, τον Αντώνη Τσακίρη, που τον διαπέρασε βλήμα όλμου και σκότωσε τον όπισθεν αυτού ερχόμενο στρατιώτη. Μαυροφόρεσαν και τότε πολλές οικογένειες. Η παραμονή του ελληνικού τάγματος συνεχίσθηκε μέχρι το 1958, όταν πια αποσύρθηκαν τα κινεζικά στρατεύματα.
    Η συμμετοχή μας στον πόλεμο αυτό, όπως κι εκείνη στην Κριμαία, έχει επικριθεί. Αλλά ας μην είμαστε βιαστικοί. Η αποστολή στρατιωτικής μονάδος στην Κορέα μπορεί να έγινε για λόγους εξαρτήσεως από τις ΗΠΑ, μπορεί να έγινε για λόγους ιδεολογικούς, ωστόσο δεν ήταν άμοιρη πολιτικού ρεαλισμού. Η Ελλάς έβγαινε ράκος από τον εσωτερικό πόλεμο. Έπρεπε για την ανόρθωσή της να στηριχθεί στις ΗΠΑ. Ο στρατός της, κυρίως το ναυτικό και η αεροπορία, χρειάζονταν ριζική ανανέωση. Κάτι που έγινε. Κυρίως, όμως η Ελλάς είχε τότε στόχους Εθνικούς: διεκδικούσε την ένωση με την Κύπρο, την αυτονομία της Β. Ηπείρου και την αναδιευθέτηση των ελληνοβουλγαρικών συνόρων. Οι πολιτικοί μας - ίσως αφελώς - πίστευαν στη βοήθεια των Αμερικανών. Αν τώρα αποτύχαμε στους στόχους μας, αν απατηθήκαμε στις προσδοκίες μας, αυτό δεν μειώνει σε τίποτα την ανδρεία των Ελλήνων μαχητών που σε όλη τη μακρά περίοδο των επιχειρήσεων υπήρξαν απαράμιλλοι, έτσι ώστε κάποιοι Αμερικανοί ηγήτορες να προσγράφουν επιτεύγματα των Ελλήνων στο ενεργητικό των Τούρκων, με την ευτελή δικαιολογία: «Σεις έχετε τρόπαια πολλά, ας γράψουμε και στους Τούρκους μερικά». Από τα δικά μας φυσικά.
    Δεν κατοικούμε σε γειτονιά αγγέλων. Όλοι γύρω μας έχουν επίβουλες βλέψεις. Γι' αυτό πρέπει να έχουμε υψηλό μαχητικό φρόνημα και ισχυρό στρατό, για να μη χρειασθεί να τον χρησιμοποιήσουμε ποτέ. Τιμώντας σήμερα τους παλαιμάχους της περιόδου 1940 - 1958 είναι σαν να δίνει ο σύγχρονος Ελληνικός στρατός όρκο-υπόσχεση ως οι άλκιμοι νεανίες της αρχαίας Σπάρτης: «Άμμες δε γ' εσόμεθα πολλώ κάρονες». Στην Κρήτη, κύριε Υπουργέ, λένε μια παροιμία: «Των μπροστινών πατήματα των πισινών γιοφύργια». Οι δρόμοι της δόξας των παλαιμάχων, είναι γεφύρια των σημερινών πολεμάρχων. ''



    Σαράντος Καργάκος
    καθηγητής

    Comment

    Working...
    X