Announcement

Collapse
No announcement yet.

Ελληνική Μυθολογία - Οι 12 Θεοί του Ολύμπου

Collapse
X
 
  • Filter
  • Time
  • Show
Clear All
new posts

    Ελληνική Μυθολογία - Οι 12 Θεοί του Ολύμπου

    ΔΙΑΣ

    O Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, συμβόλιζε για τους αρχαίους Έλληνες την παντοδυναμία και την απόλυτη εξουσία. Είχε τη διακυβέρνηση του σύμπαντος.
    Μπορούσε να ελέγχει τα πάντα, αφού όλοι οι άλλοι θεοί που κατείχαν κάποιο τομέα ευθύνης, ήταν απλώς οι βοηθοί του.
    Πάντα όμως του έμενε χρόνος ώστε να ξελογιάζει κάποια θεά ή κάποια όμορφη βασιλοπούλα και να προκαλεί έτσι τη ζήλια της νόμιμης γυναίκας του, της Ήρας.

    Ο Δίας ήταν ο τελευταίος γιος του Κρόνου και της Ρέας. Η σεμνή Ρέα αγανακτισμένη από το σκληρόκαρδο σύζυγό της που έτρεμε για το θρόνο του και γι' αυτόν το λόγο καταβρόχθιζε τα παιδιά του, αμέσως μετά τη γέννα κατάφερε, με τη βοήθεια του Ουρανού και της Γης, να τον ξεγελάσει. Για το λόγο αυτόν ταξίδεψε στην Κρήτη· εκεί με τη βοήθεια του βασιλιά Μελισσέα και με παραστάτριες τις κόρες του, τη Μέλισσα και την Αδράστεια, γέννησε τον Δία σε μια σπηλιά του όρους Δίκτη, που ονομαζόταν Δικταίο άντρο.
    Στη συνέχεια εμπιστεύτηκε το βρέφος στις Νύμφες του βουνού. Κατόπιν επέστρεψε στο παλάτι του Κρόνου και του έδωσε τυλιγμένη στα σπάργανα μια πέτρα για να την καταπιεί.
    Ο αφελής Κρόνος την πίστεψε και καταβρόχθισε την πέτρα. Υπάρχουν διάφοροι χαριτωμένοι μύθοι σχετικά με την ανατροφή του νεογέννητου θεού.
    Οι Νύμφες τον τοποθέτησαν σε μια ολόχρυση κούνια, που την κρέμασαν ανάμεσα στις φυλλωσιές μιας τεράστιας βελανιδιάς, έτσι ώστε να αιωρείται ανάμεσα στη γη και τον ουρανό και ο Κρόνος να μην μπορεί να τον βρει.

    Το κλάμα όμως του θεϊκού βρέφους ήταν πολύ δυνατό.
    Οι νεαρές κοπέλες, για να αποφύγουν κάποια ανεπιθύμητη επίσκεψη του Κρόνου εξαιτίας όλης αυτής της φασαρίας, κάλεσαν τους φίλους τους, τους Κουρήτες. Αυτοί ήταν δαιμονικά ξωτικά του δάσους με παράξενη μορφή.

    Κάθε φορά που ο Δίας έκλαιγε, άρχιζαν να χορεύουν έναν άγριο πολεμικό χορό, τον πυρρίχιο, και να τραγουδούν βγάζοντας πολεμικές ιαχές και χτυπώντας τα δόρατα και τα ακόντια πάνω στη γη, που τρανταζόταν ολόκληρη.
    Έτσι ο Κρόνος δεν μπορούσε να ακούσει το κλάμα του μωρού.
    Η αγαπημένη Νύμφη του Δία, η Αμάλθεια, άρμεγε το γάλα μιας κατσίκας και τάιζε το θεϊκό βρέφος, που με μεγάλη λαιμαργία καταβρόχθιζε την τροφή του.
    Η κατσίκα αυτή, που την αποκαλούσαν απλά Αίγα, καταγόταν από τον Ήλιο. Ήταν τεράστια και τρομερή στη μορφή.
    Οι Τιτάνες δεν άντεχαν να τη βλέπουν, γι' αυτό η Γαία την έκλεισε σε μια σπηλιά της Ίδης.
    Ο Δίας όμως δε φοβόταν καθόλου το πλάσμα αυτό, που βοήθησε στην ανατροφή του. Έτσι, όταν μεγάλωσε λιγάκι και άρχισε να περπατάει, έπαιζε με την τεράστια κατσίκα, που την ονόμασε μάλιστα Αμάλθεια από το όνομα της αγαπημένης του Νύμφης.
    Πολλές φορές δεν περίμενε να τον ταΐσουν, καθόταν κάτω από την κατσίκα και αρμέγοντάς την έπινε κατευθείαν το γάλα της.
    Κάποια μέρα ο Δίας από απροσεξία και επειδή δεν μπορούσε να ελέγξει τη θεϊκή του δύναμη, έσπασε ένα κέρατο της Αμάλθειας.
    Λυπήθηκε πάρα πολύ και για να παρηγορήσει το ευλογημένο ζώο, έδωσε το κέρατο στη Νύμφη Αμάλθεια, αφού πρώτα το προίκισε με μαγικές ιδιότητες.
    Αυτός που το είχε, αρκούσε μόνο να κάνει μια ευχή και αμέσως εμφανίζονταν μπροστά του όλα τα καλά του κόσμου. Από τότε έμεινε γνωστό ως "κέρας της Αμάλθειας" ή "κέρας της Αφθονίας". Όταν η κατσίκα γέρασε και πέθανε, ο Δίας λυπήθηκε πολύ. Από το δέρμα της έφτιαξε την παντοδύναμη αιγίδα του, που ήταν το πιο σημαντικό όπλο του στην Τιτανομαχία.

    Το θεϊκό παιδί ανατράφηκε και με μέλι. Τα αγριομελίσσια του βουνού, εξαιρετικά γι' αυτόν, μάζευαν το καλύτερο μέλι της βασίλισσάς τους.
    Οι Νύμφες έδιναν από αυτό στο μικρό Δία, που ξετρελαινόταν για τη γλυκιά του γεύση.
    Σύμφωνα μ' έναν άλλο μύθο, ο θεός ανατράφηκε με αμβροσία και νέκταρ, δηλαδή με το φαγητό και το ποτό των αθανάτων.
    Ολόλευκα ιερά περιστέρια κουβαλούσαν την αμβροσία και τάιζαν μόνα τους το βρέφος, όπως ακριβώς έκαναν με τα μικρά τους.
    Ένας αετός, με γυαλιστερά φτερά και γαμψά νύχια, πετούσε κάθε βράδυ με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μέσα από τους αιθέρες, και έφτανε στην πηγή, απ' όπου αντλούσε το νέκταρ και το μετέφερε στο βουνό της Κρήτης.
    Ο Δίας όταν μεγάλωσε και απέκτησε εξουσία, έδειξε την ευγνωμοσύνη του σ' όλα τα πλάσματα που βοήθησαν στην ανατροφή του.
    Έτσι, έκανε την Αμάλθεια και τον αετό αστερισμούς και στα χαριτωμένα περιστέρια ανέθεσε την ευχάριστη υπηρεσία να αναγγέλλουν τις εποχές.Από τις υπόλοιπες νεράιδες του δάσους που προστάτευαν το Δία, πιο γνωστές είναι η Ίδη και η Μήτιδα.
    Η Ίδη μάλιστα είχε χαρίσει στο μικρό θεό το πρώτο του παιχνίδι· μια κρυστάλλινη σφαίρα που όταν την πετούσε ψηλά άφηνε λαμπρές πολύχρωμες γραμμές στον αέρα, όπως τα άστρα του ουρανού. Περιτριγυρισμένος από τόση αγάπη και στοργή ο Δίας έγινε ένας πανέμορφος έφηβος, γεροδεμένος, με αρμονικά μέλη και εξαιρετική όψη.
    Τότε οι Νύμφες κατάλαβαν πως ήρθε η ώρα να του αποκαλύψουν τα πάντα.
    Έτσι, έμαθε για το σκληρόκαρδο πατέρα του και για όλες τις περιπέτειες που πέρασε η μητέρα του και ο ίδιος μέχρι να φτάσει σ' αυτή την ηλικία.
    Με τις πολύτιμες συμβουλές, τις ευχές και τα μαγικά βότανα των Νυμφών και ιδιαίτερα της Μήτιδας, έφτασε μπροστά στον Κρόνο· του αποκάλυψε την ταυτότητά του και ζήτησε το θρόνο του.
    Αυτός αρνήθηκε, αλλά ο Δίας μετά από μακροχρόνια πάλη κατάφερε να τον ακινητοποιήσει.
    Στη συνέχεια του έδωσε ένα βοτάνι και αμέσως ο Κρόνος ξέρασε τα υπόλοιπα παιδιά του, την Ήρα, την Εστία, τη Δήμητρα, τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα.
    Ο Δίας πέρασε πάρα πολλές περιπέτειες μέχρι να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος.
    Δε χρειάζεται παρά να θυμίσουμε τη φοβερή Τιτανομαχία που κράτησε δέκα ολόκληρα χρόνια· την αναμέτρηση δηλαδή των Ολυμπίων με τα αδέρφια του Κρόνου, που δεν παραδέχονταν με κανένα τρόπο ως ανώτερό τους έναν νεότερο θεό.
    Τελικά, με τη συμβουλή της Γαίας, ο Δίας ελευθέρωσε τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες, που οι Τιτάνες τους είχαν φυλακίσει στα Τάρταρα. Αυτοί για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους χάρισαν στα τρία αδέρφια φοβερά όπλα. Έτσι, οι Ολύμπιοι μετά από μακροχρόνιο πόλεμο κατάφεραν να συντρίψουν οριστικά τους Τιτάνες.
    Αμέσως μετά ο Δίας και τ' αδέρφια του έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους φοβερούς Γίγαντες. Όμως με την Αθηνά που πολεμούσε σαν άντρας και τον Ηρακλή και τον Διόνυσο συμπαραστάτες κατάφεραν να νικήσουν και πάλι. Τελευταία και πιο οδυνηρή σύγκρουση ήταν αυτή με τον Τυφώνα, ο οποίος κατάφερε να τραυματίσει τον Δία.
    Όμως με την πονηριά του Ερμή και του Πάνα είχαμε πάλι αίσιο τέλος για τους Ολύμπιους και ιδιαίτερα για τον Δία.
    Μετά από όλες αυτές τις περιπέτειες έγινε η μοιρασιά ανάμεσα στα τρία αδέρφια. Ο Δίας ανέλαβε τη βασιλεία του Ουρανού, ο Ποσειδώνας τη θάλασσα και ο ’δης τον Κάτω Κόσμο.
    Όμως και τότε δε σταμάτησαν τα προβλήματα του Δία. Χρειάστηκε πολλές φορές να αντιμετωπίσει τους άλλους θεούς και να τους πείσει για την ανωτερότητά του. Αρκετά συχνά αντιμετώπιζε την έντονη δυσαρέσκεια του Ποσειδώνα, που αμφισβητούσε διαρκώς την εξουσία του και δεν εκτελούσε υπάκουα τις διαταγές του.
    Αναγκάστηκε να τον απειλήσει αρκετές φορές για να συνετιστεί.
    Κάποτε μάλιστα οι άλλοι θεοί οργάνωσαν συνωμοσία εναντίον του βασιλιά των θεών μέσα στο ίδιο του το παλάτι.
    Σ' αυτή συμμετείχαν η Ήρα, ο Ποσειδώνας, η Αθηνά και ο Απόλλωνας.
    Και σίγουρα θα κατάφερναν να του κάνουν κακό, αν η Θέτιδα δεν έφερνε από τα βάθη του Ωκεανού συμπαραστάτη του Δία το σεβαστό σ' όλους Βριάρεο. Ο Δίας, για να εκδικηθεί, έδεσε την Ήρα χειροπόδαρα με αόρατες αλυσίδες και την κρέμασε από τον ουρανό. Επιπλέον, έστειλε τον Ποσειδώνα και τον Απόλλωνα να δουλέψουν ως δούλοι στην υπηρεσία του θνητού βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα.
    Όσο για την Αθηνά που ήταν η αγαπημένη του κόρη, δεν την τιμώρησε και από τότε του ήταν πιστή και υπάκουη.
    Κάποιοι μύθοι διηγούνται πως όταν ανέλαβε την εξουσία, έφτιαξε τον κόσμο από την αρχή. Πήρε για γυναίκα του τη Χθονία, μια παλιά θεότητα που ταυτίζεται με τη γη και της χάρισε ένα πέπλο που είχε πάνω σχεδιασμένο τον κόσμο ολόκληρο· τις στεριές και τις θάλασσες, τα βουνά και τους κάμπους, τα ποτάμια και τις λίμνες.
    Αλλά και το ανθρώπινο γένος, όταν αυτό έγινε πολύ αμαρτωλό και έπαψε να κάνει θυσίες στους θεούς, το κατέστρεψε μ' ένα φοβερό κατακλυσμό, από τον οποίο σώθηκαν μόνο ο Δευκαλίωνας και η γυναίκα του Πύρρα.
    Απ' αυτούς, με τη θέληση του Δία, προήλθαν νέοι άνθρωποι από τα λιθάρια που πετούσαν πάνω από την πλάτη τους.
    Όμως, και σ' αυτό το νέο ανθρώπινο γένος κάποτε άρχισε να βασιλεύει η κακία.
    Γι' αυτόν το λόγο ο Δίας προκάλεσε δυο μεγάλες πολεμικές συρράξεις, την εκστρατεία των Επτά στρατηγών εναντίον της Θήβας και τον Τρωικό πόλεμο.
    Ένας επιπλέον λόγος ήταν ότι ο πληθυσμός της γης είχε αυξηθεί επικίνδυνα και ο πόλεμος ήταν ένα μέσο για να μειωθεί πάλι.
    Στην πρώτη περίπτωση ο Δίας τιμώρησε και τους επτά στρατηγούς, γιατί ήταν ασεβείς και αλαζόνες.
    Ο ένας έλεγε πως θα κυρίευε τη Θήβα ανεξάρτητα από τη θέληση του παντοδύναμου θεού, ο άλλος είχε ως έμβλημά του τον Τυφώνα, το μεγαλύτερο εχθρό του Δία, και κάποιος άλλος αμφισβητούσε τη δύναμη του κεραυνού του.
    Όλοι τους βρήκαν φρικτό τέλος.
    Τους γιους τους αργότερα, που ήταν θεοσεβούμενοι και θυσίαζαν τακτικά στους θεούς, τους βοήθησε να καταλάβουν το θηβαϊκό κάστρο.
    Στην περίπτωση του Τρωικού πολέμου ο Δίας φρόντισε πρώτα απ' όλα να γεννηθεί η Ελένη, έτσι ώστε η αρπαγή της από τον Πάρη να σημάνει την έναρξη του πολέμου.
    Στη διάρκεια της πολεμικής επιχείρησης είχε βάλει σε εφαρμογή το σχέδιό του. Κράτησε για αρκετό χρονικό διάστημα τον Αχιλλέα έξω από το πεδίο της μάχης όπως είχε υποσχεθεί στη μητέρα του τη Θέτιδα. Επιπλέον, έδωσε την τελική νίκη στους Έλληνες όπως αυτός είχε αποφασίσει, ανεξάρτητα από τους υπόλοιπους Ολύμπιους που πολεμούσαν στο πλευρό της μιας ή της άλλης παράταξης.
    Πολλοί θεοί και ακόμη περισσότεροι θνητοί γνώρισαν την οργή του Δία όταν έκαναν κάτι ενάντια στη θέλησή του ή κάτι που διασάλευε την τάξη του σύμπαντος και τους φυσικούς νόμους.
    Γι' αυτό κεραυνοβόλησε τον Φαέθωνα που τόλμησε να οδηγήσει το άρμα του Ήλιου και κόντεψε να κάψει τη Γη, όταν πλησίασε πολύ κοντά της.
    Το ίδιο έκανε με τον Ασκληπιό που είχε τόσο πολύ προοδεύσει στην ιατρική τέχνη, ώστε κατάφερνε με τα βότανά του να ανασταίνει νεκρούς. Ο Απόλλωνας οργισμένος από το θάνατο του γιου του, για να εκδικηθεί, θέλησε να σκοτώσει με τα χρυσά βέλη του τους Κύκλωπες.
    Ο Δίας εξοργίστηκε τόσο ώστε ήταν έτοιμος να ρίξει το γιο του στα Τάρταρα.
    Μετά όμως από παράκληση της Λητώς μετρίασε την ποινή του Απόλλωνα και τον έστειλε για ένα χρόνο στην υπηρεσία του ’δμητου. Εξάλλου, ο Δίας με τον κεραυνό του σκότωσε τον Ιασίονα που είχε ερωτευτεί τη θεά Δήμητρα. Αυτή ανταποκρίθηκε στον έρωτά του και ζούσε ευτυχισμένη μαζί του στους αγρούς.
    Ο Δίας δεν ήθελε οι θεές να ζευγαρώνουν με θνητούς.
    Όλους αυτούς τους ερωτικούς πόθους που δεν ήταν σύμφωνοι με τους νόμους της φύσης τους προκαλούσε η Αφροδίτη και στη συνέχεια ειρωνευόταν τους αθάνατους.
    Ο παντοδύναμος Δίας, που ήταν και το συχνότερο θύμα της, για να την τιμωρήσει, της ενέπνευσε μεγάλο ερωτικό πάθος για το θνητό Αγχίση και έτσι απόκτησε απ' αυτόν το θνητό ήρωα Αινεία.
    Κάποιες φορές ο ίδιος επισκεπτόταν τους θνητούς για να ελέγξει την πίστη τους. Κάποτε πήγε και στην Κέα όπου κατοικούσαν οι Τελχίνες. Αυτοί ήταν ένας άγριος λαός που δε δέχονταν το Δία ως τον ανώτερο θεό και δεν τον υποδέχτηκαν με κανένα σεβασμό.
    Μόνο η κόρη του βασιλιά τους η Δεξιθέα έπεσε στα γόνατα και προσφέρθηκε να τον υπηρετήσει σαν πιστή δούλη. Τότε ο Δίας κατέστρεψε όλους τους κατοίκους εκτός από τη σεβάσμια κόρη.
    Μια άλλη φορά ο θεός πήγε στην Αρκαδία.
    Εκεί ο βασιλιάς Λυκάονας και οι γιοι του, για να δοκιμάσουν τη δύναμη και την παντογνωσία του, έσφαξαν ένα βρέφος, το έψησαν και του έδωσαν να φάει.
    Ο Δίας εξοργισμένος απ' αυτό το ανοσιούργημα μεταμόρφωσε το βασιλιά και τους γιους του σε λύκους.
    Ο Σαλμωνέας, ο βασιλιάς της Ήλιδας, είχε γίνει τόσο αλαζονικός που σχεδόν τρελάθηκε και ισχυριζόταν ότι έμοιαζε με τον Δία.
    Τότε ο θεός έριξε τον κεραυνό του στο παλάτι του βασιλιά και προκλήθηκε τεράστια πυρκαγιά που κατέκαψε όλη την πόλη.
    Δίκαια ο Δίας ονομάστηκε πατέρας των θεών και των ανθρώπων. Πραγματικά, πολλοί Ολύμπιοι αλλά και μικρότερες θεότητες, όπως επίσης και ένα πλήθος από επώνυμους ήρωες διαφόρων πόλεων ήταν παιδιά του.
    Πρώτη σύζυγός του θεωρείται η Μήτιδα, η Νύμφη που του έδωσε το μαγικό βοτάνι για να νικήσει τον Κρόνο.
    Όμως δυστυχώς υπήρχε χρησμός που έλεγε ότι ο γιος που θα αποκτούσε από τη Μήτιδα θα ήταν πιο δυνατός από τον πατέρα του. Γι' αυτό αποφάσισε να καταπιεί τη γυναίκα του.
    Με τον τρόπο αυτόν απομάκρυνε τον κίνδυνο για εκθρόνιση και παράλληλα απέκτησε όλη τη σοφία του κόσμου.
    Μετά από εννιά μήνες χρειάστηκε να κάνει ο ίδιος μια ιδιόμορφη καισαρική τομή.
    Τον βασάνιζε ένας φοβερός πονοκέφαλος και το κεφάλι του άρχισε να μεγαλώνει. Έτσι, ο Ήφαιστος, παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, κατάφερε ένα γερό χτύπημα με το σφυρί του στο θεϊκό κεφάλι από όπου ξεπήδησε πάνοπλη η Αθηνά.
    Επίσης ο Δίας, τα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας του, ζευγάρωσε με δυο Τιτανίδες. Πρώτα με τη Θέμιδα, την προσωποποίηση της δικαιοσύνης. Απ' αυτήν απέκτησε τις τρεις Ώρες, την Ευνομία, τη Δίκη και την Ειρήνη, και τις τρεις Μοίρες, την Κλωθώ, τη Λάχεση και την ’Ατροπο, που όριζαν την τύχη των ανθρώπων μα και των θεών.
    Από την Τιτανίδα Μνημοσύνη, την προσωποποίηση της ανάμνησης, μετά από εννιά νύχτες συνεχούς ζευγαρώματος, απέκτησε τις εννιά Μούσες, την Καλλιόπη, την Κλειώ, την Πολύμνια, την Ευτέρπη, την Τερψιχόρη, την Ερατώ, τη Μελπομένη, τη Θάλεια και την Ουρανία. Αυτές προστάτευαν τη μουσική, την ποίηση και γενικά τις καλές τέχνες.Από την Ωκεανίδα Ευρυνόμη ο Δίας απέκτησε τις τρεις Χάριτες, την Αγλαΐα, την Ευφροσύνη και τη Θάλεια. Κάποτε θέλησε να ζευγαρώσει και με τη θαλασσινή θεά Θέμιδα.
    Όμως η Θέμιδα προειδοποίησε ότι το παιδί της θα αποκτούσε όπλο πιο δυνατό και από τον κεραυνό. Τότε αυτός έπνιξε το ερωτικό του πάθος και φρόντισε να παντρέψει την όμορφη Νηρηίδα με το θνητό Πηλέα. Μετά τα ζευγαρώματα μ' αυτές τις παλιότερες θεές, μοναδική νόμιμη σύζυγος του Δία αναγνωρίστηκε η Ήρα, που ήταν αδερφή του.
    Λένε πως αυτή δεν υπέκυπτε αρχικά στον έρωτά του, γι' αυτό ο Δίας κατέφυγε σ' ένα τέχνασμα.
    Μια κρύα μέρα του χειμώνα εμφανίστηκε έξω από το παράθυρο της σεβαστής θεάς μεταμορφωμένος σε κούκο.
    Εκείνη λυπήθηκε το παγωμένο πουλί και το έβαλε στον κόρφο της για να ζεσταθεί.
    Τότε ο θεός πήρε την κανονική του μορφή και αφού της υποσχέθηκε ότι θα την κάνει νόμιμη σύζυγό του, ενώθηκε μαζί της.
    Το κυρίαρχο ζευγάρι του Ολύμπου απέκτησε τρία παιδιά, την αιώνια έφηβη Ήβη, που την έδωσαν ως σύζυγο στον Ηρακλή όταν έγινε αθάνατος, τον πολεμόχαρο ’ρη και το θεϊκό σιδηρουργό Ήφαιστο. Βέβαια, ζούσαν μια πολυτάραχη συζυγική ζωή μια και η παράφορη ζήλια της Ήρας δεν μπορούσε ν' αντέξει τις συνεχείς ερωτικές περιπέτειες του άντρα της.
    Αρκετές φορές μάλιστα αποπειράθηκε να εγκαταλείψει τη συζυγική εστία.
    Ο παντοδύναμος Δίας έβρισκε πάντα τον τρόπο να τη φέρει πίσω. Πάντα τη διαβεβαίωνε πως οι εξωσυζυγικές του περιπέτειες δε σήμαιναν τίποτε γι' αυτόν και ότι η ίδια ήταν η μόνη γυναίκα που του προκαλούσε τον πραγματικό πόθο.
    Γιος του Δία ήταν και ο Ερμής. Ο μεγάλος θεός αντίκρισε κάποτε την Ατλαντίδα Μαία, που κατοικούσε στο όρος Κυλλήνη της Αρκαδίας.
    Την ερωτεύτηκε και την κατέκτησε στη διάρκεια μιας σκοτεινής νύχτας, όταν η Ήρα κοιμόταν και κανένας άλλος αθάνατος ή θνητός δεν μπορούσε να τους δει.
    Από το σμίξιμο αυτό προήλθε ο Ερμής, που αναστάτωσε τον κόσμο μόλις αντίκρισε το φως του ήλιου.
    Και η Λητώ, που ήταν κόρη Τιτάνων, δε γλίτωσε τα αγκαλιάσματα του Δία. Αυτή του όμως η απιστία έγινε γνωστή στην Ήρα, που καθώς δεν μπορούσε να βλάψει τον παντοδύναμο σύζυγό της, καταδίωξε μ' όλες τις δυνάμεις της την ερωμένη του.
    Αλλά και όταν μετά από μακροχρόνιες περιπλανήσεις η Λητώ βρήκε ένα μέρος για να γεννήσει, η Ήρα κρατούσε αιχμάλωτη την Ειλείθυια, τη θεά των αίσιων τοκετών.
    Μόνο μ' ένα πολύτιμο δώρο κατάφεραν οι υπόλοιπες θεές να την εξευμενίσουν.
    Έτσι, γεννήθηκαν δυο νέοι Ολύμπιοι θεοί, η ’
    Αρτεμη και ο Απόλλωνας.
    Ο Δίας πεθύμησε κάποτε και την αδερφή της Λητώς, την Αστερία.
    Αυτή όμως αντιστάθηκε με κάθε τρόπο και γι' αυτό τη μεταμόρφωσε σε ορτύκι και αργότερα σε ένα μικρό νησί, την Ορτυγία, που ήταν καταδικασμένη να πλέει διαρκώς στη θάλασσα.
    Μόνο όταν η Ορτυγία δέχτηκε την αδερφή της, για να γεννήσει, τότε έγινε σταθερό νησί και ονομάστηκε Δήλος.
    Αλλοι μυθογράφοι διηγούνται ότι τελικά ο θεός κατέκτησε την Αστερία, η οποία γέννησε την Εκάτη.
    Ο Δίας ερωτεύτηκε κάποτε και τη Δήμητρα, την άλλη αδερφή του. Αυτή τον απωθούσε για πολύ καιρό. Τελικά ο παντοδύναμος θεός ικανοποίησε κι αυτό του το πάθος, που είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση της Περσεφόνης. Ακόμη, ο Δίας ενώθηκε με τη Σελήνη, που γέννησε την Έρση και την Πανδία, όπως επίσης και με τη Νύμφη Θύβρη, που γέννησε τον τραγοπόδαρο Πάνα, θεό της γονιμότητας.
    Πολύ γνωστός είναι ο μύθος σχετικά με τη γέννηση του Διόνυσου.
    Ο Δίας ερωτεύτηκε τη βασιλοπούλα της Θήβας Σεμέλη.
    Η θνητή κοπέλα δεν μπόρεσε ν' αντισταθεί στη θεϊκή ομορφιά του και ενώθηκε μαζί του.
    Η Ήρα για να εκδικηθεί παρουσιάστηκε στη βασιλοπούλα με τη μορφή της τροφού της και την έπεισε να ζητήσει από τον Δία να της ορκιστεί ότι θα παρουσιαστεί μπροστά της σ' όλο του το μεγαλείο.
    Έτσι κι έγινε· μάταια ο Δίας προσπαθούσε να της αλλάξει γνώμη, η Σεμέλη επέμενε.
    Τότε, εμφανίστηκε μπροστά της πάνω στο χρυσό του άρμα, κρατώντας στα χέρια του τον κεραυνό, συνοδευόμενος από αστραπές και βροντές. Η Σεμέλη, όπως θα συνέβαινε άλλωστε σε κάθε θνητό, δεν άντεξε το μεγαλείο του και κάηκε.
    Ο Δίας πήρε το βρέφος που είχε συλλάβει η νεαρή κοπέλα και το έραψε στο μηρό του.
    Όταν πέρασαν εννιά μήνες, γεννήθηκε ο Διόνυσος, ο θεός των αμπελιών και του κρασιού.
    Ο μέγας θεός, επειδή δεν μπορούσε να κρατήσει το βρέφος πάνω στον Όλυμπο, το εμπιστεύτηκε στην Ινώ, την αδερφή της Σεμέλης, και στο σύζυγό της Αθάμα.
    Όμως η ζηλιάρα Ήρα κατέστρεψε τους δυο συζύγους στέλνοντάς τους παροδική τρέλα. Κατόπιν ο Δίας εμπιστεύτηκε το βρέφος στις Νύμφες της Βοιωτίας, όπου και ανατράφηκε.
    Η Ιώ όμως υπήρξε η θνητή που ταλαιπωρήθηκε ιδιαίτερα από την Ήρα. Αυτή ήταν κόρη του Ίναχου, βασιλιά του ’Αργους.
    Η ομορφιά της ήταν εξαιρετική και ο Δίας, όπως ήταν φυσικό, την ερωτεύτηκε. Από κει και πέρα άρχισε το μαρτύριό της.
    Η Ήρα ετοίμασε ένα σχέδιο για να την καταστρέψει και ο Δίας για να τη σώσει τη μεταμόρφωσε σε λευκή αγελάδα.
    Τότε η ζηλόφθονη σύζυγος έστειλε ένα σιχαμερό και ενοχλητικό έντομο, τον οίστρο (αλογόμυγα), που κεντούσε διαρκώς την Ιώ.
    Αυτή για να αποφύγει τα τσιμπήματα άρχισε έξαλλη να τρέχει. Διέσχισε τη θάλασσα που πήρε το όνομά της, Ιόνιο Πέλαγος, και έφτασε μετά από πολλές περιπέτειες στην Αίγυπτο.
    Εκεί ο Δίας τη λυπήθηκε για τα τόσα βάσανά της και της ξαναέδωσε την ανθρώπινη μορφή της. Τότε η Ιώ γέννησε τον Έπαφο, που κυβέρνησε όσους τόπους ποτίζει ο Νείλος και που έγινε προπάτορας όλων εκείνων που ίδρυσαν τα μεγάλα βασίλεια στην Ασία, την Αφρική και την Αργολίδα.
    Η Ήρα ανέθεσε στους Κουρήτες να εξαφανίσουν τον Έπαφο.
    Ο Δίας οργισμένος τους κατακεραύνωσε, μολονότι τον είχαν βοηθήσει τόσο πολύ όταν ήταν βρέφος. Όσο για την Ιώ, πήρε τη θέση της στον ουράνιο θόλο ως αστερισμός.
    Πολύ γνωστός είναι και ο έρωτας του πρώτου θεού με τη Δανάη, τη βασιλοπούλα του ’Αργους.
    Ο πατέρας της Ακρίσιος την είχε φυλακίσει σ' ένα κελί του παλατιού, γιατί είχε πάρει χρησμό πως ο γιος της Δανάης θα σκότωνε τον παππού του.
    Τότε παρουσιάστηκε ο Δίας που είχε ερωτευτεί τη βασιλοπούλα και μεταμορφωμένος σε χρυσή βροχή διαπέρασε τη στέγη και μπήκε στο κελί.
    Από το σμίξιμό τους γεννήθηκε ο ήρωας Περσέας.
    Η Δανάη για αρκετό καιρό κράτησε κρυφό το γεγονός. Κάποια στιγμή όμως ο πατέρας της άκουσε το κλάμα του μωρού και ανακάλυψε τα πάντα. Τότε ζήτησε να μάθει ποιος ήταν ο πατέρας.
    Όταν η Δανάη του ανέφερε το όνομα του Δία, δεν την πίστεψε και για τιμωρία την έκλεισε μαζί με το μωρό σ' ένα ξύλινο κιβώτιο και την έριξε στη θάλασσα. Κάποτε έφτασαν κοντά στη Σέριφο.
    Ένας ψαράς, ο Δίκτης, που είδε το κιβώτιο και άκουσε φωνές, το μάζεψε και το άνοιξε. Η Δανάη και ο Περσέας διηγήθηκαν την περιπέτειά τους και ο Δίκτης τους πήρε στο σπίτι του, όπου έζησαν για αρκετά χρόνια.
    Ο Δίας πολλές φορές επιθύμησε και γυναίκες που ήταν ήδη παντρεμένες με θνητούς.
    Έτσι, ερωτεύτηκε τη Λήδα, τη γυναίκα του Τυνδάρεου.
    Για να την πλησιάσει πήρε τη μορφή ενός κατάλευκου κύκνου. Από το σμίξιμό τους η Λήδα γέννησε την ωραία Ελένη, που έγινε αιτία να ξεσπάσει ο Τρωικός πόλεμος, καθώς επίσης και τους δίδυμους Κάστορα και Πολυδεύκη.
    Απ' αυτούς ο ένας προήλθε από το σπέρμα του Δία και ήταν αθάνατος, ενώ ο άλλος προήλθε από το σπέρμα του Τυνδάρεου και ήταν θνητός. Γι' αυτό όταν ο Κάστορας πέθανε, ο Πολυδεύκης ζήτησε και πέτυχε από τον πατέρα του να εναλλάσσεται στη ζωή με τον αγαπημένο του αδερφό.
    Ο μεγάλος θεός ήταν πατέρας ενός από τους πιο γνωστούς ήρωες της αρχαιότητας, του Ηρακλή.
    Ερωτεύτηκε την Αλκμήνη, τη σύζυγο του Αμφιτρύωνα και για άλλη μια φορά χρησιμοποίησε δόλο.
    Πήρε τη μορφή του Αμφιτρύωνα και μπήκε στο δωμάτιο της βασίλισσας όπου έσμιξε μαζί της.
    Εννιά μήνες αργότερα γεννήθηκε ο ημίθεος Ηρακλής.
    Με διάφορες Νύμφες αλλά και θνητές ο Δίας ζευγάρωσε και έφερε στον κόσμο τους γενάρχες πολλών λαών και τους ιδρυτές πολλών πόλεων.
    Στην Κρήτη όπου πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του διηγούνταν ότι ζευγάρωσε με μια τοπική ηρωίδα, την Κρήτη, που έδωσε το όνομά της στο νησί και απέκτησε ένα γιο, τον Κόρα, το γενάρχη ενός λαού που κατοικούσε στα πολύ αρχαία χρόνια στο Αιγαίο.
    Πολύ πιο γνωστός είναι ο μύθος που διηγείται τον έρωτα του Δία για την Ευρώπη. Αυτή ήταν κόρη του βασιλιά της Συρίας.
    Μια μέρα που έπαιζε με τις φίλες της στα λιβάδια και μάζευε λουλούδια, ο θεός την αντίκρισε και αμέσως τον χτύπησε ο έρωτας. Για να πλησιάσει την κοπέλα μεταμορφώθηκε σε ήμερο ταύρο. Αυτή άρχισε να χαϊδεύει το δυνατό ζώο και ανέβηκε στη ράχη του.
    Αμέσως, ο Δίας-ταύρος άρχισε να τρέχει με αστραπιαία ταχύτητα· η Ευρώπη έκλαιγε μα δεν μπορούσε να πηδήξει από τον ταύρο γιατί θα σκοτωνόταν. Ο μεταμορφωμένος θεός διέσχισε τη θάλασσα και έφτασε στην Κρήτη. Εκεί μέσα στη σπηλιά που γεννήθηκε, στο Δικταίο άντρο, έσμιξε με τη νεαρή βασιλοπούλα. Καρποί αυτού του ζευγαρώματος ήταν ο Μίνωας και ο Ραδάμανθης.
    Μετά από λίγο καιρό η Ευρώπη παντρεύτηκε ένα βασιλιά του νησιού, τον Αστέριο, που υιοθέτησε τα παιδιά του Δία.
    Κάποια άλλη φορά ο θεός μεταμορφωμένος κατάφερε να αποπλανήσει τη Νύμφη Καλλιστώ. Αυτή ήταν σύντροφος της ’ρτεμης και είχε ορκιστεί αιώνια παρθενική ζωή.
    Όταν η Ολύμπια θεά κατάλαβε τι συνέβη, έδιωξε την Καλλιστώ από κοντά της.
    Ο Δίας, επειδή τη λυπήθηκε, τη μεταμόρφωσε σε αρκούδα, όμως η ’
    Αρτεμη τη σκότωσε με τα βέλη της.
    Ο παντοδύναμος θεός, όπως συνήθιζε με τα αγαπημένα του πρόσωπα, τη μεταμόρφωσε σε αστερισμό, τη Μεγάλη ’
    Αρκτο (Αρκούδα).
    Το παιδί που είχε συλλάβει το μεγάλωσε η Μαία και έγινε γενάρχης των κατοίκων της Αρκαδίας, ο Αρκάς.
    Στο ’Αργος διηγούνταν ότι η πρώτη θνητή ερωμένη του Δία ήταν η Νιόβη, που γέννησε τον ’ργο, γενάρχη των Αργείων.
    Επιπλέον από την Ιοδάμα γεννήθηκε ο Θήβης, αρχηγός των Θηβαίων, από την Ευρυνόμη ο Ασωπός, από τον οποίο κατάγονταν οι Βοιωτοί, από τη Μάιρα ο Λοκρός, που έδωσε το όνομά του στη Λοκρίδα, και από την Ισονόη ο Ορχομενός, που ήταν προπάτορας των Ορχομενίων.
    Η Σελήνη του χάρισε για γιο τον Νεμέα και η Ταϋγέτη τον Λακεδαίμονα· απ' αυτούς αντίστοιχα προήλθαν οι Νεμεάτες και οι Λακεδαιμόνιοι. Εξάλλου, από την Αίγινα γεννήθηκε ο Αιακός (Αιγινήτες) και από τη Σίθνιδα ο Μάγαρος (Μεγαρείς).
    Στον Δία καταλογίζεται και η αρπαγή ενός νέου άντρα, του Γανυμήδη. Ο Δίας γοητευμένος από την όψη και την κορμοστασιά του ωραιότερου θνητού, μεταμορφωμένος σε αετό τον άρπαξε και τον μετέφερε στον Όλυμπο.
    Εκεί τον χρησιμοποίησε ως οινοχόο, μια ιδιότητα που μέχρι τότε είχε η Ήβη, και γενικά ως σύντροφο στα συμπόσια.
    Ο Δίας, όπως είπαμε, ήταν ο κατεξοχήν θεός.
    Είχε κάτω από την επίβλεψή του ολόκληρο το σύμπαν· προστάτευε τη φύση, αλλά και διάφορες πτυχές της προσωπικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής των ανθρώπων.
    Ο ίδιος ήταν αρχηγός των θεών και ο πιο δυνατός απ' όλους.
    Χαρακτηριστικό της παντοδυναμίας του είναι το απόσπασμα της Ιλιάδας, όπου προκαλεί τους υπόλοιπους Ολύμπιους να τον τραβήξουν από τον ουρανό στη γη μ' ένα χρυσό σκοινί· τους διαβεβαιώνει πως δε θα τα καταφέρουν.
    Αν αυτός όμως τραβήξει μόνος του το σκοινί προς την πλευρά του ουρανού, τότε θα παρασύρει όχι μόνο θεούς μα και τη γη ολόκληρη με τις στεριές και τις θάλασσες και θα φαίνεται σαν μια σφαίρα που κρέμεται από τον ουρανό.
    Γι' αυτούς τους λόγους θεωρήθηκε προστάτης της εκάστοτε εξουσίας, είτε επρόκειτο για βασιλιά, είτε για ευγενείς, είτε για το δήμο (λαό). Κατά τον ίδιο τρόπο προστάτευε και τον πατέρα κάθε σπιτιού, που ήταν αρχηγός της οικογένειας.

    Επίσης, ο Δίας με την προσωνυμία Ξένιος ήταν προστάτης της φιλοξενίας, για την οποία και στις μέρες μας ακόμη φημίζονται οι Έλληνες. Ακόμη, προστάτευε τους ικέτες και τους φυγάδες (Ζευς Ικέσιος και Φύξιος).
    Επιπλέον, ήταν προστάτης του όρκου (Ζευς Όρκιος) και η οργή του ήταν τρομερή όταν κάποιος θεός ή θνητός τον παρέβαινε.
    Οι θνητοί πάντοτε στους όρκους τους επικαλούνταν ως πρώτο θεό τον Δία, ενώ οι θεοί ορκίζονταν στα ιερά ύδατα της Στύγας.
    Η παράβαση αυτού του όρκου ακόμη και για τους αθάνατους είχε φοβερές συνέπειες.
    Για έναν ολόκληρο χρόνο έπεφταν σε νάρκη και για τα επόμενα εννιά δε συμμετείχαν στα συμβούλια και τα συμπόσια των θεών.
    Απόλυτη ήταν η εξουσία του στη φύση και στις καιρικές μεταβολές. Ήταν αυτός που έστελνε το ουράνιο φως και την καλοκαιρία (Ζευς Ουράνιος και Αίθριος).
    Επιπλέον, έστελνε τους ανέμους, τις βροχές, τα σύννεφα, το χιόνι, το χαλάζι, όπως επίσης και την αστραπή, τη βροντή και τον κεραυνό, τα δώρα των Κυκλώπων.
    Συχνότατα τον λάτρευαν σε κορυφές βουνών όπου χτίζονταν ιερά και βωμοί γιατί πίστευαν ότι έτσι βρίσκονταν πιο κοντά στο θεό.
    Ο Δίας φανέρωνε τη θέλησή του μέσα από όνειρα μα και από χρησμούς. Υπήρχαν δυο φημισμένα μαντεία που ήταν αφιερωμένα σ' αυτόν.
    Το ένα ήταν το μαντείο της Δωδώνης στην Ήπειρο και το άλλο του Δία ’
    Αμμωνα στη Λιβύη.
    Σημαντικότερο σύμβολο του Δία ήταν ο κεραυνός, το πιο πολύτιμο όπλο που διέθετε.
    Ακολουθεί το σκήπτρο, που κατέληγε σε αετό και ήταν το σύμβολο της εξουσίας του. Ακόμη, η αιγίδα ήταν το δέρμα της Αμάλθειας που τον έκανε αήττητο.
    Ιερό δέντρο του Δία ήταν η βελανιδιά.
    Πολύ συχνά εικονίζεται με δυο πιθάρια στο πλάι του που συμβόλιζαν τα καλά και τα κακά που μοίραζε στους ανθρώπους.

    #2
    ΗΡΑ

    ΗΡΑ

    H Ήρα είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές του αρχαίου ελληνικού Δωδεκάθεου. Κόρη του Κρόνου και της Ρέας, μοναδική νόμιμη σύζυγος του Δία, θεά των ουρανών, προστάτιδα του γάμου και των παντρεμένων, ιδιαίτερα, γυναικών και προσωποποίηση της συζυγικής πίστης. Η Ήρα ενσαρκώνει τις αρετές και τα ελαττώματα της παντρεμένης γυναίκας. Είναι η πιστή και αφοσιωμένη, η τρυφερή και υποταγμένη στον κύριο και αφέντη της γυναίκα, αλλά και η δυναμική και πολυμήχανη, εριστική και γκρινιάρα, καταπιεστική και ζηλόφθονη, παθιασμένη και εκδικητική σύζυγος. Η εκδίκησή της, αφρισμένη κατεβασιά, σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της. Μάχεται, αγωνίζεται απεγνωσμένα για ό,τι δικαιωματικά της ανήκει, για το αντικείμενο του πόθου της.Λαός εύθυμος, με σκωπτική διάθεση και πηγαίο, ανεξάντλητο χιούμορ, οι αρχαίοι Έλληνες έδωσαν μια περισσότερο ανθρώπινη διάσταση στις θεότητές τους. Φαντάστηκαν το γάμο της Ήρας και του Δία ένα πεδίο διαρκούς αντιπαλότητας, αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων και το βασιλιά θνητών και αθανάτων, το νεφεληγερέτη,
    αστραποβόλο και κεραυνοβόλο Δία, να κατατρέχεται ασταμάτητα από μια ζηλόφθονη και εκδικητική σύζυγο και να καταφεύγει σε τεχνάσματα και μηχανορραφίες για να αποφύγει τις θυελλώδεις εκρήξεις της οργής της.
    Η γέννηση της βασίλισσας των θεών τοποθετείται στη Σάμο και κατ' άλλους στη Στυμφαλία ή στην Εύβοια. Η μοίρα της δεν ήταν διαφορετική από αυτή των αδερφών της. Ο ανελέητος Κρόνος την κατάπιε, προσπαθώντας να πολεμήσει τη μοίρα του. Μόνο όταν η πολυμήχανη Ρέα κατόρθωσε, με τέχνασμα, να ξεγελάσει τον Κρόνο, τότε η Ήρα, μαζί με τα υπόλοιπα αδέρφια της, ξαναείδε το φως. Μετά την εκθρόνιση του Κρόνου, ο Δίας τη ζήτησε σε γάμο. Εκείνη τον απέκρουσε με περηφάνια. Τρελός από έρωτα για την αδερφή του ο Δίας δεν παραιτήθηκε από τους σκοπούς του. Μια βροχερή, χειμωνιάτικη μέρα, καθώς η θεά περπατούσε στο δάσος, ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κούκο, που έπεσε στα πόδια της ανυποψίαστης Ήρας. Η θεά λυπήθηκε το μισοπαγωμένο πλασματάκι. Έσκυψε, το πήρε στην αγκαλιά της, το χάιδεψε με τα τρυφερά της χέρια και το ζέστανε στους παρθενικούς της κόρφους. Τότε ο βασιλιάς των θεών πήρε την πραγματική του μορφή. Μεγαλόπρεπος, επιβλητικός, πανίσχυρος και ακαταμάχητος, εξουδετέρωσε και τις τελευταίες ικμάδες αντίστασης της θεάς. Η Ήρα νικήθηκε, υποτάχτηκε, έγινε για πάντα δική του, αφού πρώτα εξασφάλισε "υπόσχεση γάμου".
    Ο γάμος τους έγινε με θεϊκή λαμπρότητα. Η ζωή τους όμως δεν ήταν πάντοτε ευτυχισμένη. Αντίθετα, ήταν τρικυμιώδης και πολυτάραχη, όπως, άλλωστε, θυελλώδης υπήρξε και ο έρωτάς τους. Οι αλλεπάλληλες εκρήξεις οργής και ζήλιας της θεάς και οι συχνοί καβγάδες ανάμεσα στο θεϊκό ζευγάρι, έτρεφαν τη φαντασία των αρχαίων Ελλήνων και αποτελούσαν προσφιλείς διηγήσεις και αναγνώσματα.
    Εκείνος, υπερόπτης, άστατος και άπιστος σύζυγος, τσάκιζε συχνά την αξιοπρέπειά της και πλήγωνε ανεπανόρθωτα τη γυναικεία περηφάνια της. Δε δίσταζε, μάλιστα, να καυχιέται, μπροστά της, για τις αμέτρητες περιπέτειές του με θεές και θνητές.
    Εκείνη, αδάμαστη και αγέρωχη, επικαλούνταν την τιμημένη καταγωγή της και πρόβαλλε τα αναφαίρετα δικαιώματά της -την ιδιότητά της, της νόμιμης συζύγου.
    Ο Δίας, μέσα από τους ομηρικούς στίχους, δήλωνε ότι περιφρονούσε την οργή και την γκρίνια της και της ζητούσε, επίμονα, υποταγή. Δε δίστασε, μάλιστα, να κάνει κάποτε πράξεις τις απειλές του, όταν, δεμένη χειροπόδαρα, την κρέμασε ανάμεσα στον αιθέρα και στα σύννεφα.
    Η Ήρα, με καταρρακωμένη αξιοπρέπεια και τυφλωμένη από το πάθος της για εκδίκηση, περνούσε συχνά στην αντεπίθεση. Κατορθώνοντας να πάρει με το μέρος της την Αθηνά και τον Ποσειδώνα, προσπάθησε κάποτε να καθυποτάξει τον Δία, ο οποίος μόλις που κατάφερε να γλιτώσει χάρη στη μεσολάβηση της Θέτιδας και του Εκατόγχειρα Αιγαίωνα. ’λλοτε πάλι, η θεά αποφάσισε να εγκαταλείψει για πάντα τη "συζυγική κλίνη". Γύρισε στην Εύβοια, εκεί όπου για πρώτη φορά του δόθηκε. Ο Δίας όμως, που ένιωσε την επιθυμία για τη νόμιμη γυναίκα του να ξαναφουντώνει, μηχανεύτηκε ένα τέχνασμα για να τη φέρει πάλι κοντά του. Πήγε κι αυτός στην Εύβοια, όπου διέδωσε ότι θα παντρευτεί μια πανέμορφη νύμφη. Έντυσε μάλιστα ένα ξόανο με νυφιάτικα πέπλα. Η Ήρα, τυφλωμένη από τη ζήλια της, όρμησε με μίσος στη νέα αντίζηλή της και της πέταξε τα πέπλα. Στη θέα όμως του ξόανου, ξέσπασε σε γέλια. Γέλια χαράς και λύτρωσης. Η αγάπη που σιγόκαιγε μέσα της έγινε πυρκαγιά. Χύθηκε με λαχτάρα στην αγκαλιά του αγαπημένου της, νικημένη και υποταχτικιά του και πάλι.
    Ο Δίας όμως της έδινε αφορμές ασταμάτητα. Μανιασμένη εκείνη και ανήμπορη να εκδικηθεί προσωπικά τον άπιστο, έστρεφε την οργή της ενάντια στις δύστυχες αντίζηλές της. Σκληρή και ανελέητη έπεφτε πάνω στα αθώα θύματα η θεϊκή τιμωρία.
    Η Λητώ, κόρη του τιτάνα Κοίου και της Φοίβης, αντιμετώπισε την εκδικητική μανία της θεάς. Παρά τις προσπάθειες της Ήρας, έφερε, τελικά, στον κόσμο τον Απόλλωνα και την ’ρτεμη, παιδιά της παράνομης ένωσής της με τον Δία.
    Η πανέμορφη Ιώ, κόρη του Ίναχου, βασιλιά τους ’ργους, δεν κατόρθωσε να αποφύγει την οργή της Ήρας.
    Ο Δίας προσπάθησε να τη σώσει μεταμορφώνοντάς την σε αγελάδα. Όμως η ζηλιάρα Ήρα την καταδίωξε μέχρι την Αίγυπτο, όπου ο Δίας της έδωσε την αρχική της μορφή και γέννησε τον Έπαφο.Η τραγική Σεμέλη, κόρη του βασιλιά των Θηβών Κάδμου, ήταν ένα ακόμη θύμα της οργής της θεάς. Φριχτός θάνατος, μέσα στις φλόγες, περίμενε την άμοιρη θνητή, που τόλμησε να μοιραστεί το παρθενικό της κρεβάτι με το βασιλιά των αθανάτων. Το παιδί που είχε στα σπλάχνα της σώθηκε από τον Δία, ο οποίος το έραψε στο μηρό του και, όταν συμπληρώθηκαν οι εννιά μήνες, γεννήθηκε ο θεός Διόνυσος .Η παράφορη όμως μανία της Ήρας στράφηκε και ενάντια στα παιδιά των αντίζηλών της. Ο Ηρακλής, γιος του Δία και της Αλκμήνης, βρέφος ακόμα, στην κούνια του, αντιμετώπισε τα δυο δηλητηριώδη φίδια που η ζηλόφθονη θεά έστειλε να τον σκοτώσουν, κατά τραγική, όμως τύχη, έμελλε να είναι η Ήρα εκείνη που πρόσφερε την αθανασία στο νόθο παιδί του άντρα της.
    Με προτροπή του Δία, ο Ερμής ακούμπησε το βρέφος στο κρεβάτι της θεάς, ενώ αυτή κοιμόταν. Το βρέφος άρπαξε το θείο μαστό και βύζαξε το γάλα της αθανασίας. Η Ήρα ξύπνησε και αποτράβηξε με οργή τον παράνομο τρυγητή. Το γάλα που πετάχτηκε, εκείνη τη στιγμή, από τον ζωοδότη κόρφο, γέννησε τον Γαλαξία.
    Πρότυπο άστατου και άπιστου συζύγου ο Δίας, ομολογεί, μέσα από τους στίχους του Ομήρου, ότι ποτέ του δεν αγάπησε, ούτε πεθύμησε άλλη γυναίκα, όσο τη μεγαλόπρεπη Ήρα. "Ποτέ θεά ή θνητή δε μου ενέπνευσε τόσο επιθυμία".
    Από την ένωσή της με τον Δία η Ήρα έφερε στον κόσμο την Ήβη, τη θεά της νεότητας, και τον ’ρη, τον αιμοβόρο και κοσμοχαλαστή θεό του πολέμου. Κατ' άλλους, και η Ειλείθυια, μητέρα των ωδινών, και η Έριδα, θεά της διχόνοιας και της αμάχης, ήταν παιδιά της Ήρας και του Δία.
    Θέλοντας να εκδικηθεί τον άστατο Δία, για τα αμέτρητα νόθα που έσπερνε, η Ήρα θέλησε να φέρει στον κόσμο τα δικά της παιδιά, τα παιδιά που θα γεννιούνταν χωρίς τη σαρκική της ένωση με τον Δία.
    Ο Ήφαιστος, κατά το μύθο, υπήρχε στα σπλάχνα της θεάς πριν την ένωσή της με τον Δία. Ήταν όμως τόσο άσχημος και περίγελος των θεών, που η Ήρα τον γκρέμισε στη θάλασσα. Το φοβερό εκείνο πέσιμο τον άφησε για πάντα "σακάτη και στραβοπόδαρο", γι' αυτό και ποτέ δε συγχώρεσε την άστοργη μητέρα του. Την έδεσε σε θρόνο ολόχρυσο, με αόρατα δεσμά και μονάχα ο Δίας κατόρθωσε να την ελευθερώσει από την ατιμωτική τιμωρία.
    Ο φοβερός Τυφωέας, μάστιγα των θνητών, ήταν επίσης αποκλειστικός γιος της Ήρας. Το αποκρουστικό θηρίο κατόρθωσε τελικά να εξοντώσει ο Δίας σε τρομερή μονομαχία. Αν και άστατος σύζυγος ο Δίας, δεν ανεχόταν κανέναν να ερωτοτροπεί με την πανέμορφη Ήρα. Σκληρή και αμείλικτη τιμωρία περίμενε τους επίδοξους εραστές της βασίλισσας των θεών. Ο Ιξίονας, κάνοντας κατάχρηση της φιλοξενίας που του παρείχε ο Δίας, προσπάθησε να πλησιάσει με ερωτικές διαθέσεις την Ήρα. Η τιμωρία του Δία ήταν σκληρή. Έδωσε σε μια Νεφέλη το σχήμα της Ήρας και ο μεθυσμένος Ιξίονας ζευγάρωσε μ' αυτή. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Κένταυρος. Μη συγχωρώντας την αχαριστία ο Δίας, καταδίκασε τον Ιξίονα να δεθεί πάνω σε φλεγόμενη ρόδα που στριφογύριζε ασταμάτητα στον αέρα.Ο Ενδυμίωνας που τόλμησε να ποθήσει τη μεγαλόπρεπη βασίλισσα, γκρεμίστηκε στα Τάρταρα, ενώ ο γίγαντας Πορφυρίωνας εξοντώθηκε από τα βέλη του Ηρακλή, τη στιγμή που επιχειρούσε να βιάσει την Ήρα.
    Αν και η Ήρα δεν ήταν γνωστή σαν πολεμική θεά, στάθηκε στο πλευρό των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου. Η μνησίκακη και εκδικητική θεά ποτέ δεν ξέχασε την προσβολή του Πάρη, του επιπόλαιου βασιλόπουλου που προτίμησε τον έρωτα, από την ισχύ που του πρόσφερε η Ήρα. Η Ήρα αγαπήθηκε, λατρεύτηκε και τιμήθηκε από τους αρχαίους Έλληνες, στη ψυχή των οποίων, η αγέρωχη αυτή γυναικεία παρουσία, ήταν απόλυτα δικαιωμένη.
    Η ίδια κατείχε μια εντελώς ξεχωριστή, ζηλευτή θέση ανάμεσα στους Ολύμπιους θεούς. Ήταν εκείνη που απομυθοποιούσε, στα μάτια των Ελλήνων, την εξουσία του άντρα αφέντη, του κύρη, του συζύγου. Εκείνη που μπροστά της ο πανίσχυρος κυρίαρχος του σύμπαντος ξεγυμνωνόταν τη δύναμή του κι ένιωθε φόβο κάθε φορά που αντιμετώπιζε τις επιθέσεις της.
    Στο όνομα της Ήρας, η Γυναίκα έπαιρνε την εκδίκησή της από τον αντρα, στα πλαίσια μιας καλά οργανωμένης ανδροκρατούμενης κοινωνίας.

    Comment


      #3
      ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ

      ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ

      Μια χώρα όπως η Ελλάδα, που βρέχεται στη μεγαλύτερη έκτασή της από θάλασσα και περιλαμβάνει χίλια περίπου μικρά και μεγάλα νησιά, δεν ήταν δυνατόν να μην έχει ένα θεό κατεξοχήν θαλασσινό. Αυτός ήταν ο Ποσειδώνας, ένας από τους δώδεκα Ολύμπιους θεούς, αδερφός του Δία και του Πλούτωνα.
      Ο Ποσειδώνας, όπως και τ' αδέρφια του, έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του μέσα στο σκοτεινό στομάχι του πατέρα του Κρόνου.
      Μέχρι τη στιγμή που ο αδερφός τους, ο Δίας, με το μαγικό βοτάνι της Μήτιδας, κατάφερε να τους βγάλει από την ιδιόμορφη φυλακή τους.
      Υπήρχαν όμως και άλλοι μύθοι σχετικά με τη γέννηση του θεού.
      Έτσι, οι αρχαίοι ποιητές διηγούνται ότι η Ρέα και στην περίπτωση του Ποσειδώνα κατάφερε να ξεγελάσει τον άντρα της.
      Αντί να του δώσει να καταπιεί το θεϊκό βρέφος, του έδωσε τυλιγμένο στα σπάργανα ένα νεογέννητο αλογάκι. Κατόπιν, για να μην ακούσει ο φοβερός παιδοκτόνος το κλάμα του μωρού, η Ρέα το έβαλε να μεγαλώσει ανάμεσα σ' ένα κοπάδι πρόβατα.

      Tα βελάσματά τους κάλυπταν τις φωνές του.
      Ανέθεσε μάλιστα την ανατροφή του στη Νύμφη ’Αρνη. Κάποια μέρα που ο Κρόνος πέρασε από εκεί, επειδή όλο και του φαινόταν πως άκουγε μωρουδίστικο κλάμα, ρώτησε την ’ρνη αν υπήρχε κοντά κάποιο μωρό.
      Μα αυτή του απάντησε περιγελαστικά: - Πώς θέλεις να βρεθεί μωρό εδώ πέρα; Ποιος θα το γεννήσει, οι κατσίκες και οι προβατίνες ή εγώ που είμαι ανύπαντρη κοπέλα;
      Έτσι ο Κρόνος έφυγε ντροπιασμένος.
      Όμως στο εξής η ’Αρνη είχε συνέχεια το νου της μήπως φανεί ξαφνικά ο φοβερός Τιτάνας στα μέρη της και ανακαλύψει το παιδί.
      Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο και ο Ποσειδώνας θα βρισκόταν αστραπιαία στο τεράστιο στομάχι του, μα και η ίδια δε θα είχε καλύτερο τέλος.
      Γι' αυτό κάλεσε τους Τελχίνες, θεότητες παρόμοιες με τους Κουρήτες της Κρήτης, που προστάτευαν τον Δία. Κάθε φορά που ο νεογέννητος έκλαιγε, οι άγριοι Τελχίνες άρχιζαν να χορεύουν, να βγάζουν κραυγές και να χτυπούν τα δόρατά τους πάνω στη γη.
      Μέσα σε τόσο μεγάλο πανικό και σε τέτοια φασαρία ο Κρόνος δεν μπορούσε ν' ακούσει τίποτα.
      Μαζί με τους Τελχίνες ανέλαβε τη φροντίδα του θεϊκού βρέφους και η Ωκεανίδα Καφείρα, μετά από παράκληση της θείας της Ρέας. Λένε πως οι θεϊκοί δαίμονες χάρισαν στον Ποσειδώνα το παντοδύναμο όπλο του, την τρίαινα, σύμφωνα όμως με άλλες παραδόσεις του την είχαν δωρίσει οι Κύκλωπες.
      Μάλιστα, ο Ποσειδώνας, όταν μεγάλωσε και ανδρώθηκε, γνώρισε την αδερφή των συντρόφων του, την Αλία και την ερωτεύτηκε.
      Από αυτήν απέκτησε έξι γιους.
      Ανάλογα με την εκδοχή της γέννησης του θεού που ακολουθεί η κάθε παράδοση, άλλοτε θεωρείται μικρότερος και άλλοτε μεγαλύτερος από τον Δία.
      Πάντως, αυτό που έκανε τα πρώτα χρόνια της ζωής του ήταν να βοηθήσει τα αδέρφια του, έτσι ώστε να βγάλουν από τη μέση τον πατέρα τους και τους υπόλοιπους Τιτάνες και να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους.
      Μετά απ' αυτό, οι τρεις γιοι του Κρόνου αποφάσισαν να μοιράσουν τον κόσμο. Με πρόταση του Δία, χώρισαν τον κόσμο σε τρεις επικράτειες, τον Ουρανό, τη θάλασσα και τον Κάτω Κόσμο. Ο Όλυμπος και η Γη έμεναν κοινοί τόποι για να τους επισκέπτονται όποτε ήθελαν.
      Επειδή και οι τρεις ήθελαν τον ουρανό και κανένας φυσικά δεν ήθελε να βασιλεύει για όλη του τη ζωή στον ’δη, έκαναν κλήρωση.
      Ο Δίας τράβηξε πρώτος και του έλαχε η βασιλεία του ουρανού. Ο Ποσειδώνας τράβηξε δεύτερος και του έτυχε η θάλασσα. Ο Πλούτωνας αμέσως κατσούφιασε, μα γρήγορα αποδέχτηκε τη μοίρα του και αποτραβήχτηκε στο σκοτεινό του βασίλειο.

      Ο Ποσειδώνας όμως δεν μπορούσε να χωνέψει εύκολα τη νίκη του Δία.
      Με κρύα καρδιά παραδέχτηκε το αποτέλεσμα, αλλά από τότε χρειάστηκε να κοντραριστεί και να λογομαχήσει πολλές φορές με τον αδερφό του, μέχρι να αναγνωρίσει την παντοτινή του κυριαρχία και την παντοδυναμία του.
      Έτσι, όταν κάποτε του ζήτησε κάποιο θέλημα και ο θαλασσινός θεός αρνήθηκε να το εκτελέσει, ο Δίας έστειλε την Ίριδα στο ωκεάνιο παλάτι του.
      Πριν φύγει της είπε τα ακόλουθα λόγια: - Πες στο βασιλιά Ποσειδώνα πως ο παντοδύναμος αδερφός του τον διατάζει να έρθει αμέσως στον Όλυμπο, γιατί έχει να του αναθέσει κάποια δουλειά. Διαφορετικά, η τρομερή οργή μου θα πέσει επάνω του και θα τον διαλύσει.

      Μόλις πήρε το μήνυμα, εκνευρισμένος ο Ποσειδώνας ανέβηκε στον Όλυμπο και προσπαθούσε να πείσει τους άλλους θεούς για την ισοτιμία του με τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων.

      Όμως οι θεοί του έδωσαν να καταλάβει πως αποδέχονταν όλοι τους τον Δία ως ανώτερο. Τότε αυτός πήρε απόφαση πως δε θα είχε ποτέ τη συμπαράστασή τους.
      Σε μια άλλη περίπτωση παρουσιάζεται να συμμαχεί με την Ήρα, την Αθηνά και τον Απόλλωνα για να πάρουν την εξουσία του Δία, προσπαθώντας να τον δέσουν με αόρατες αλυσίδες από τον ουρανό.
      Μετά την αποτυχία της προσπάθειας αυτής, ο Δίας, αποφάσισε να τιμωρήσει τον αδερφό του υποχρεώνοντάς τον να δουλέψει στην υπηρεσία του βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα.
      Ο βασιλιάς ανέθεσε στο θεό να χτίσει τα τείχη της πόλης του.
      Όταν όμως πέρασε ένας χρόνος και ο Ποσειδώνας τελείωσε το έργο, αρνήθηκε να του δώσει την αμοιβή που είχαν συμφωνήσει. Τον απείλησε μάλιστα πως θα τον πουλούσε για δούλο.
      Μόλις απέκτησε πάλι τη θεϊκή του δύναμη, εκδικήθηκε σκληρά το βασιλιά μα και ολόκληρη τη χώρα του.
      Έστειλε ένα τέρας στην τρωική ακτή, που προξενούσε ανεπανόρθωτες ζημιές και κατασπάραζε πάρα πολλούς κατοίκους.
      Οι Τρώες ζήτησαν χρησμό από το μαντείο, που χρησμοδότησε πως για να απαλλαγούν από το τέρας έπρεπε να θυσιάσουν σ' αυτόν την κόρη του Λαομέδοντα, την Ησιόνη.
      Τη στιγμή που το τέρας ήταν έτοιμο να κατασπαράξει τη βασιλοπούλα, εμφανίστηκε ο Ηρακλής και την έσωσε.
      Μια άλλη διαφορά του Δία με τον Ποσειδώνα ήταν η κατάκτηση της Θέτιδας.
      Και οι δυο θεοί εντυπωσιάστηκαν από τα κάλλη της Νηρηίδας και ήθελαν να σμίξουν μαζί της.
      Όμως η Γαία ή η Θέμιδα προφήτεψε πως ο γιος της Θέτιδας θα ήταν πιο δυνατός από τον πατέρα του.
      Έτσι, τα δυο αδέρφια από το φόβο τους απομακρύνθηκαν από την όμορφη θαλασσινή θεά και αποφάσισαν να την παντρέψουν με το θνητό βασιλιά της Φθίας, τον Πηλέα.
      Με το πέρασμα του χρόνου, ο Ποσειδώνας άρχισε να συνειδητοποιεί την ανωτερότητα του Δία, να του δείχνει την υποταγή του και να του προσφέρει τη βοήθειά του όποτε τη χρειαζόταν.
      Στάθηκε στο πλευρό του και στην Τιτανομαχία και τη Γιγαντομαχία.
      Επίσης βοήθησε τον αδερφό του και σε άλλες περιπτώσεις. Γαλήνεψε τη θάλασσα για να περάσει ο Δίας με τη λεία του μετά την αρπαγή της Ευρώπης. Βοήθησε τη Λητώ να βρει το νησί Δήλος για να γεννήσει τα παιδιά του, τον Απόλλωνα και την ’Αρτεμη.
      Τέλος υποστήριξε την Ιώ, μια ακόμη ερωμένη του Δία, όταν την καταδίωκε η ζηλόφθονη Ήρα.
      Τον πρώτο καιρό της δημιουργίας των ελληνικών πόλεων, οι θεοί αποφάσισαν να πάρουν στην προστασία τους από μία ή περισσότερες πόλεις ο καθένας. Σ' αυτές θα στήνονταν τα σημαντικότερα ιερά τους και θα γίνονταν οι πιο μεγαλόπρεπες γιορτές και θυσίες αφιερωμένες σ' αυτούς. Για την απόδοση μιας πόλης σε κάποια θεά άλλοτε αποφάσιζαν οι υπόλοιποι Ολύμπιοι, άλλοτε κάποιες μικρότερες θεότητες και άλλοτε ο βασιλιάς και οι κάτοικοί της. Ο Ποσειδώνας δυστυχώς έχανε τις δίκες κάθε φορά που διεκδικούσε κάποια πόλη.
      Γνωστή είναι η διαμάχη του με την Ήρα για την προστασία της Αργολίδας.
      Οι θεοί όρισαν ως κριτές τον Ίναχο και τους δυο ποταμούς Κηφισό και Αστερίωνα.
      Αυτοί αποφάσισαν υπέρ της Ήρας.
      Τότε ο άρχοντας των βυθών αποφάσισε να εκδικηθεί.
      Έκανε λοιπόν να στερέψουν όλες οι πηγές της Αργολίδας.
      Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή τάραξε με την τρίαινά του τη θάλασσα, σήκωσε ένα τεράστιο παλιρροιακό κύμα και πλημμύρισε τη χώρα. Με τον ίδιο τρόπο ο Ποσειδώνας αναγκάστηκε να παραχωρήσει την Αίγινα στον Δία, τους Δελφούς στον Απόλλωνα, τη Νάξο στον Διόνυσο και την Αθήνα στην Αθηνά.
      Εξάλλου, διεκδίκησε με τον Ήλιο την περιοχή της Κορίνθου.
      Τότε ο Βριάρεος που είχε οριστεί κριτής έδωσε στον Ήλιο τον Ακροκόρινθο και το υπόλοιπο μέρος του Ισθμού στον Ποσειδώνα.

      Ο Ποσειδώνας είχε βέβαια, όπως και οι υπόλοιποι θεοί, ένα μεγαλόπρεπο παλάτι πάνω στον Όλυμπο που το κατασκεύασε ο Ήφαιστος.
      Σ' αυτό έμενε όποτε χρειαζόταν να παραβρεθεί σε κάποια σημαντική σύναξη των θεών για να πάρουν κάποια σπουδαία απόφαση.
      ’Αλλοτε πάλι πήγαινε σε γλέντια που διοργανώνονταν στην ψηλότερη κορυφή της Ελλάδας, είτε με αφορμή κάποιο γάμο των αθανάτων, είτε για τη γέννηση κάποιου νέου θεού, είτε για την επέτειο κάποιας νίκης.
      Εφόσον όμως ήταν άρχοντας της θάλασσας και εκεί περνούσε τον περισσότερο καιρό του, είχε ένα μαλαματένιο παλάτι μέσα στον αχανή βυθό της. Κοράλλια και παράξενα κοχύλια στόλιζαν το όμορφο, υποβρύχιο κατάλυμά του. Τεράστια διαμάντια λαμποκοπούσαν και φωτιζόταν έτσι ο σκοτεινός βυθός. Χιλιάδες χρυσόψαρα τον ακολουθούσαν παντού και φρόντιζαν να είναι περιποιημένος ο γαλάζιος χιτώνας του. Στην είσοδο του παλατιού δυο τεράστιοι θαλάσσιοι ιππόκαμποι φρουρούσαν άγρυπνα μέρα νύχτα.
      Όταν ο σεβαστός άρχοντας των βυθών έβγαινε από το ανάκτορό του για ν' ανέβει στην επιφάνεια, όλα τα κήτη του Ωκεανού αναγνώριζαν τον αφέντη τους και παραμέριζαν για να περάσει.

      Νόμιμη σύζυγος του θαλασσινού θεού είναι η Αμφιτρίτη, μια από τις κόρες του Νηρέα.
      Κάποτε που ο θεός περνούσε από τη Νάξο συνάντησε τις Νηρηίδες που έπαιζαν στην ακτή μ' ένα πολύχρωμο τόπι.
      Η Αμφιτρίτη ξεχώριζε απ' όλες τις αδερφές της για την ομορφιά και τη χάρη της. Ο Ποσειδώνας την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα, την απήγαγε και την οδήγησε σε μια σπηλιά όπου την παντρεύτηκε και έσμιξε μαζί της.
      Υπάρχει όμως μια διαφορετική εκδοχή που περιγράφει πιο επεισοδιακά το θεϊκό ζευγάρωμα.
      Η Αμφιτρίτη δεν ήθελε τον Ποσειδώνα και αντιστάθηκε.
      Κατάφερε να ξεφύγει, βούτηξε στα γαλανά νερά της θάλασσας και χάθηκε. Μάταια την έψαχνε σ' όλες τις ακτές και σ' όλες τις θαλάσσιες σπηλιές.
      Ανασήκωνε τα βράχια και ανατάραζε την άμμο της θάλασσας χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
      Μια μέρα που καθόταν λυπημένος και σκεφτικός πάνω σ' ένα βράχο, τον πλησίασε ένα δελφίνι και τον ρώτησε γιατί ήταν στενοχωρημένος.
      Όταν ο Ποσειδώνας του εξήγησε, το θαλάσσιο κήτος υποσχέθηκε στον αφέντη του πως θα έβρισκε την Αμφιτρίτη.
      Ταξίδεψε λοιπόν μέρες ολόκληρες και τη βρήκε κοντά στην Αφρική στην περιοχή του ’Ατλαντα.
      Τότε με σκέρτσα και παιχνίδια κατάφερε να την παρασύρει και την οδήγησε μπροστά στον Ποσειδώνα.
      Ο κοσμοσείστης βασιλιάς, για να ευχαριστήσει το βοηθό του, τον έκανε αργότερα αστερισμό.
      Από την ένωση του Ποσειδώνα και της Νηρηίδας γεννήθηκαν ένας γιος, ο Τρίτωνας, και δυο κόρες, η Ρόδος και η Βενθεσικύμη.
      Ο θαλασσινός θεός είχε αμέτρητες εξωσυζυγικές σχέσεις με θεές, νύμφες και θνητές και θεωρούνταν πατέρας μερικών από τους πιο γνωστούς ληστές της αρχαιότητας και πολλών από τα φοβερά τέρατα.
      ’Αφησε όμως και απογόνους που ήταν τιμημένοι ήρωες, γενάρχες σημαντικότατων οικογενειών και ιδρυτές πόλεων. Πάνω στο θέμα αυτό ήταν πολύ πιο τυχερός από τον αδερφό του τον Δία.
      Η Αμφιτρίτη δε ζήλευε το σύζυγό της όπως η Ήρα.
      Δεν υπάρχει παρά ένας μόνο μύθος για την εκδίκηση της θαλασσινής θεάς.
      Όταν κάποτε ο Ποσειδώνας ερωτεύτηκε τη Νύμφη Σκύλλα, η Αμφιτρίτη έριξε στην πηγή όπου λουζόταν η Νύμφη μαγικά βότανα, με την επίδραση των οποίων η πανώρια κόρη μεταμορφώθηκε σε απαίσιο τέρας.
      Τον καιρό που η Δήμητρα έψαχνε τη γη ολόκληρη για να βρει την κόρη της, την Περσεφόνη, που την είχε αρπάξει ο Πλούτωνας, ο Ποσειδώνας ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της. Αυτή στην προσπάθειά της να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε ανάμεσα στα άλογα του Όνκιου.
      Ο θεός κατάλαβε το τέχνασμα της αδερφής του, μεταμορφώθηκε σε άλογο και έτσι έσμιξε μαζί της, χωρίς αυτή να το καταλάβει.
      Η Δήμητρα οργίστηκε από το πάθημά της και για να καθαριστεί από το φοβερό αμάρτημα πλύθηκε στα νερά του ποταμού Λάδωνα.
      Από το παράξενο αυτό ζευγάρωμα γεννήθηκε μια κόρη που οι πιστοί, που δεν ήταν μυημένοι στα μυστήρια της Δήμητρας, έτρεμαν να πούνε το όνομά της. Γι' αυτό την αποκαλούσαν Κυρά ή Δέσποινα.
      Όμως γεννήθηκε κι ένα άλογο, ο Αρίωνας.
      Αυτό ήταν ένα θαυμάσιο ζώο που μπορούσε να σκέφτεται και να μιλάει μ' ανθρώπινη φωνή.
      Η μοναδική του ταχύτητα έσωσε τον ’Αδραστο κατά την εκστρατεία των εφτά αρχηγών εναντίον της Θήβας.
      Ανάλογη ερωτική περιπέτεια αφηγούνται ότι είχε ο θεός με τη Μέδουσα.
      Αυτή ανήκε στη γενιά των Κενταύρων και είχε εξαιρετική ομορφιά στα ανθρώπινα μέλη της.
      Κάποτε που ο Ποσειδώνας βγήκε στη στεριά και γύριζε στα καταπράσινα λιβάδια της Θεσσαλίας, τη συνάντησε και μη μπορώντας ν' αντισταθεί στο ερωτικό του πάθος, μεταμορφώθηκε σε άλογο, γιατί διαφορετικά δεν υπήρχε τρόπος να σμίξει μαζί της.
      Εκεί κοντά βρισκόταν ένας ναός της παρθένας Αθηνάς.
      Η θεά εξοργίστηκε που συνέβη ένα τέτοιο αμάρτημα στον ιερό της χώρο.
      Δεν μπορούσε όμως να τιμωρήσει τον υπαίτιο γιατί ήταν αθάνατος θεός και μάλιστα ανήκε σε παλιότερη γενιά από την ίδια.
      Γι' αυτό ξέσπασε πάνω στη Μέδουσα, τη μεταμόρφωσε σε φοβερό τέρας που αντί για μαλλιά είχε δηλητηριώδη φίδια.
      Το τέρας αυτό εξόντωσε, πολύ αργότερα, ο Περσέας.
      Από την ένωσή τους γεννήθηκαν ο Χρυσάορας, πατέρας του τρισώματου γίγαντα Γηρυόνη, και το φτερωτό άλογο Πήγασος.
      Όμως ο ερωτιάρης θεός δεν ήταν δυνατόν να μη ζευγαρώσει με τη Γη, την κατεξοχήν γόνιμη θεά, μολονότι ήταν γιαγιά του.
      Από το σμίξιμο αυτό προήλθε ένας γίγαντας, ο Ανταίος, που λέγεται ότι βασίλεψε στη Λιβύη.
      Όποιος ξένος πατούσε το πόδι του στη χώρα του ήταν καταδικασμένος να πεθάνει.
      Ο φοβερός γίγαντας τον προκαλούσε σε πάλη έχοντας δεδομένη τη νίκη του.
      Μάλιστα, τα κρανία των θυμάτων του τ' αφιέρωνε στο ναό του πατέρα του.
      Ο Ανταίος ήταν άτρωτος όσο άγγιζε τη μητέρα του, τη Γη.
      Ο Ηρακλής τον καιρό που αποζητούσε τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων, πέρασε από τη Λιβύη, πάλεψε μαζί του και τον έπνιξε σηκώνοντάς τον στον αέρα και καθιστώντας τον έτσι αδύναμο.

      Ο Ποσειδώνας θεωρούνταν πατέρας και ενός άλλου τέρατος, του Βούσιρη, που έδρασε στην Αίγυπτο και σκότωνε όλους τους επισκέπτες της χώρας του.
      Τελικά, όπως και ο Ανταίος, εξοντώθηκε από τον Ηρακλή. Ακόμη και ο ’Αμυκος θεωρούνταν γιος του θαλασσινού θεού και της Νύμφης Μελίας.
      Αυτός ζούσε στη Βιθυνία και σκότωνε όλους τους ταξιδιώτες που περνούσαν από εκεί. Τέλος στις αδικίες του έβαλε ο Πολυδεύκης, όταν έφτασε με τους υπόλοιπους Αργοναύτες στα μέρη εκείνα. Λένε μάλιστα πως ο πανέμορφος και γενναίος ήρωας δε σκότωσε το γίγαντα, αλλά τον υποχρέωσε να ορκιστεί στο όνομα του θεϊκού πατέρα του ότι δε θα σκότωνε ξανά κανέναν επισκέπτη.
      Οι περισσότεροι από τους ληστές που σκότωσε ο Θησέας πηγαίνοντας από την Τροιζήνα στην Αθήνα είχαν πατέρα τους τον Ποσειδώνα.
      Ο Σκίρωνας, ο Σίνης, ο Προκρούστης και ο Κερκύονας βρήκαν τρομερό θάνατο με τον ίδιο τρόπο που κι αυτοί βασάνιζαν τους περαστικούς, αφού πρώτα τους λήστευαν. Κάποιος μύθος αναφέρει πως ο κοσμοσείστης έσμιξε με την εγγονή του Αλόπη, την κόρη του Κερκύονα, και απέκτησε μαζί της ένα γιο, τον Ιπποθόοντα, που έδωσε το όνομά του στην Ιπποθοοντίδα φυλή της Αττικής.
      Ο πιο γνωστός γιγαντόμορφος γιος του θεού ήταν ο Κύκλωπας Πολύφημος, από το σμίξιμό του με τη Νύμφη Θόοσσα.
      Αυτός δεν είχε συγγενική σχέση με τους ομώνυμους γιους της Γαίας.
      Προσωποποιεί την τυφλή και κτηνώδη δύναμη που στερείται οποιουδήποτε ίχνους λογικής.
      Ο Όμηρος μας αφηγείται το πάθημά του από τον Οδυσσέα, που τον ξεγέλασε λέγοντάς του ότι τον λένε Κανένα.
      Γι' αυτήν όμως την πράξη του ο Ποσειδώνας καταδίωξε το βασιλιά της Ιθάκης πάρα πολύ, κατά τη δεκάχρονη πορεία του για την πατρίδα.

      Γιος του θαλασσινού άρχοντα και της Σκαμανδροδίκης θεωρείται και ο Κύκνος.
      Αυτός έχασε τη ζωή του μετά από πολύωρη πάλη με τον Αχιλλέα και μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο πτηνό.
      Επίσης, ο γίγαντας Ωρίωνας προήλθε από το ζευγάρωμα του θεού με την Ευρυάλη, την κόρη του Μίνωα.
      Έδωσε μάλιστα στο γιο του το χάρισμα να περπατά πάνω στα κύματα της θάλασσας. Τέλος, σύμφωνα με την παράδοση, παιδιά του θεού ήταν και οι Αλωάδες, Ώτος και Εφιάλτης, από το ζευγάρωμά του με την Ιφιμέδεια.
      Στον Ποσειδώνα αποδίδεται η πατρότητα πολλών τεράτων και γιγάντων.
      ’Αλλωστε συχνά για να εκδικηθεί κάποιους θνητούς στέλνει διάφορα τέρατα που προκαλούν καταστροφές. Κάποτε οι Νηρηίδες παραπονέθηκαν στον αφέντη τους ότι η Κασσιόπεια, η βασίλισσα της Αιθιοπίας, καυχήθηκε πως ήταν πιο όμορφη από αυτές. Τότε εξοργισμένος ο θεός έστειλε ένα τέρας στην ακτή της χώρας, το οποίο προξενούσε φοβερές καταστροφές.
      Ένας χρησμός από το μαντείο έλεγε ότι η χώρα θα απαλλασσόταν από τη συμφορά μόνο αν ο βασιλιάς Κηφέας θυσίαζε την κόρη του Ανδρομέδα.
      Την ώρα όμως που το τέρας ήταν έτοιμο να κατασπαράξει την όμορφη βασιλοπούλα, κατέφτασε ο Περσέας με τα φτερωτά του πέδιλα και την έσωσε.

      Γνωστή είναι η περιπέτεια του θεού με τη Δαναΐδα Αμυμώνη.
      Αυτή, μετά την ξηρασία που έστειλε ο Ποσειδώνας για να εκδικηθεί το ’Αργος, έψαχνε για νερό μέσα στο δάσος.
      Ένας Σάτυρος όμως όρμησε επάνω της με βίαιες διαθέσεις.
      Για να τη σώσει, χτύπησε με την τρίαινά του τον Σάτυρο και τον σκότωσε.
      Μετά χτύπησε ένα βράχο και ανέβλυσε η πηγή Λέρνη.
      Από τον έρωτά του με τη Δαναΐδα απέκτησε ένα γιο, τον Ναύπλιο, που έδωσε το όνομά του στη γνωστή πόλη της Πελοποννήσου.
      Επίσης, ένας από τους πιο σημαντικούς ήρωες της αρχαιότητας, ο Θησέας, θεωρούνταν γιος του Ποσειδώνα και της Αίθρας που τη συνάντησε στο νησί Θήρα.
      Από τη Μελανίππη ο θαλασσινός άρχοντας απέκτησε δυο δίδυμους γιους, τον Βοιωτό και τον Αίολο, που αργότερα έγιναν επώνυμοι ήρωες της Βοιωτίας και της Αιολίας. Σημαντική είναι και η σχέση του με την Τυρώ.
      Αυτή ήταν ερωτευμένη με τον ομορφότερο ποταμό, τον Ενιπέα. Ολη τη μέρα της την περνούσε στις όχθες του περιμένοντας να τον δει.
      Ο Ποσειδώνας, που την αγάπησε, εμφανίστηκε μπροστά της με τη μορφή του ποταμού και έσμιξε μαζί της. Απέκτησαν δυο γιους, τον Πελία και τον Νηλέα.
      Ο Πελίας βασίλεψε στη Θεσσαλία και ο Νηλέας εγκαταστάθηκε στη Μεσσηνία και ίδρυσε την Πύλο.
      Με τη γυναίκα του Νηλέα, τη Χλωρίδα, ζευγάρωσε ο Ποσειδώνας και απέκτησε ένα γιο, τον Περικλύμενο, που του έδωσε τη δυνατότητα να μεταμορφώνεται σ' όποιο ζώο ήθελε. Επίσης από την Κλειτώ απέκτησε τον ’Ατλαντα, από τη Μελανθώ τον Δελφό, που έδωσε το όνομά του στους Δελφούς, από την Κέρκυρα τον Φαίακα και από τη Ρόδη τον Ιαλυσσό, τον Κάμειρο και τον Λίνδο, που έδωσαν τα ονόματά τους στις τρεις πιο σημαντικές πόλεις της Ρόδου.

      Ο Ποσειδώνας σαν θεός της θάλασσας είναι υπεύθυνος για τις φοβερές τρικυμίες και τους κατακλυσμούς που προκαλεί μ' ένα άγγιγμα της τρίαινάς του, μα και για τη γαληνεμένη θάλασσα και τα ήρεμα ταξίδια των ναυτικών.
      Γι' αυτόν το λόγο οι τελευταίοι τον θεωρούσαν προστάτη τους.
      ’Αλλωστε οι Αργοναύτες αμέσως μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση της αποστολής τους αφιέρωσαν το πλοίο τους, τη γοργοτάξιδη Αργώ, στον Ποσειδώνα.
      Όμως και οι ψαράδες προσεύχονταν και έκαναν θυσίες στο θεό για να τους φέρει καλή ψαριά. Οι αρχαίοι πίστευαν πως ο Ποσειδώνας εξημέρωσε τα άλογα, γι' αυτό τον τιμούσαν και με ιπποδρομίες.
      Τα δώρα που συνήθως του θυσίαζαν ήταν άλογα και ταύροι. Οι ψαράδες του πρόσφεραν και ψάρια.

      Ο θαλασσινός θεός λατρευόταν σ' ολόκληρη την ελληνική επικράτεια.
      Ναοί του υπήρχαν στα περισσότερα ακρωτήρια, όπως στο Σούνιο, στο Ταίναρο, στον Μαλέα και αλλού.
      Αγαπημένα σύμβολα του θεού μετά την τρίαινα ήταν το ψάρι και ιδιαίτερα ο τόνος, το δελφίνι και σπανιότερα ο ταύρος και το άλογο.

      Comment


        #4
        ΑΦΡΟΔΙΤΗ

        ΑΦΡΟΔΙΤΗ

        Θα ήταν αδύνατον για τους Έλληνες, ένα λαό που τόσο λάτρεψε τη φυσική ομορφιά και το σωματικό κάλλος, να μην εφεύρει κάποια θεότητα που θα τα προστάτευε και θα τα προσωποποιούσε. Έπλασαν γι' αυτόν το λόγο την Αφροδίτη, που συμβόλιζε την αιώνια ομορφιά και την ερωτική διάθεση. Ο επικρατέστερος μύθος για την προέλευσή της είναι ότι γεννήθηκε σε μια ακτή της Κύπρου. Από εκεί ο άνεμος Ζέφυρος μ' ένα απαλό φύσημα την έσπρωξε στη θάλασσα, μέσα στα κατάλευκα αφρισμένα κύματα. Την υποδέχτηκαν οι Ώρες (οι εποχές του χρόνου), την έντυσαν και τη στόλισαν. Της φόρεσαν πλουμιστά, λουλουδάτα φορέματα από πορφύρα, μετάξι και άλλα γυαλιστερά υφάσματα. Έπλεξαν τα πλούσια μαλλιά της και τα στερέωσαν με μια όμορφη, μαλαματένια πόρπη. Στόλισαν τον κατάλευκο λαιμό της με περιδέραια πολύτιμα. Τέλος, φόρεσαν στ' αυτιά της μαργαριταρένια σκουλαρίκια. Μετά τη μετέφεραν στον Όλυμπο και την παρουσίασαν στον Δία και τους υπόλοιπους θεούς. Όλοι τη θαύμασαν, θαμπώθηκαν από την ομορφιά της, της έλεγαν αμέτρητα κοπλιμέντα και ήθελαν να την κάνουν γυναίκα τους.Ο Ησίοδος στη Θεογονία του μας παρουσιάζει μια διαφορετική εκδοχή. Η Αφροδίτη γεννήθηκε από τα μέλη του Ουρανού μετά τον ακρωτηριασμό του από τον Κρόνο. Η θάλασσα κρατούσε για πολύ καιρό τα ουράνια μέλη στο απέραντο κορμί της. Γύρω απ' αυτά σχηματίστηκε αφρός και μέσα από τον αφρό αναδύθηκε πανώρια η Αφροδίτη. Πάνω σ' ένα τεράστιο κοχύλι ο Ζέφυρος την ταξίδεψε για πολύ καιρό μέσα στον απέραντο Ωκεανό. Στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού, το παράξενο πλοίο της Αφροδίτης πέρασε από τα Κύθηρα και μετά κατευθύνθηκε στην Κύπρο.
        Η πανέμορφη θεά κατέβηκε στη μεγαλόνησο και όπου πατούσε φύτρωναν πολύχρωμα και μυρωδάτα αγριολούλουδα. Από τα μέρη στα οποία ταξίδεψε η θεά της ομορφιάς, μόλις γεννήθηκε, ονομάστηκε Κυθήρεια και Κύπρις. Εξάλλου, το όνομα Αφροδίτη δηλώνει τη γέννησή της από τον αφρό της θάλασσας. Σχετικά με τη γέννησή της πρέπει να σημειώσουμε και την εκδοχή του Ομήρου, ο οποίος μας πληροφορεί ότι είναι κόρη του Δία και της Ωκεανίδας Διώνης.
        Υπάρχουν πάρα πολλοί μύθοι όπου εμφανίζεται η πανώρια θεά έχοντας πάντοτε ως όπλα της τη σαγηνευτική ομορφιά και τον ακαταμάχητο ερωτικό πόθο. Τη συναντάμε αρχικά να πολεμά στη Γιγαντομαχία στο πλευρό των Ολυμπίων. Με τα ασύγκριτα θέλγητρά της παρέσυρε δεκαπέντε Γίγαντες σε μια σπηλιά όπου ήταν κρυμμένος ο Ηρακλής εκεί τους εξόντωσε έναν έναν με μεγάλη ευκολία. Η Αφροδίτη με το γλυκό πόθο που μπορούσε να κυριεύσει όλους τους θεούς και τους θνητούς μα και τ' αγρίμια της ξηράς και της θάλασσας, ασκούσε μεγάλη εξουσία σ' ολόκληρο το σύμπαν. Μάλιστα η μεγαλύτερη διασκέδασή της ήταν να κυριεύει τους θεούς με ερωτικό πόθο για θνητές γυναίκες και τις θεές για θνητούς άντρες.
        Αφού κατάφερνε το σκοπό της, μετά κορόιδευε τους Ολύμπιους που καταδέχονταν να ξεπέφτουν και να ζευγαρώνουν με κατώτερες υπάρξεις. Οι μόνες που δεν μπόρεσε να ξεγελάσει πάνω στον Όλυμπο ήταν οι θεές της αιώνιας παρθενίας, η Αθηνά, η ’ρτεμη και η Εστία. Μεγαλύτερό της θύμα ήταν φυσικά ο Δίας, τον οποίο συχνά πυκνά έριχνε στην αγκαλιά της μιας ή της άλλης θνητής προκαλώντας έτσι το ασυγκράτητο μίσος της Ήρας. Βέβαια, και η ίδια προσπαθούσε πάντα να μη φτάνουν οι αταξίες του Δία στ' αυτιά της γυναίκας του.Η ίδια η Αφροδίτη θεωρείται νόμιμη σύζυγος του Ήφαιστου. Δυστυχώς, όμως, ο άσχημος και κουτσός θεός δεν κατάφερε να κρατήσει για πολύ καιρό δική του την πιο όμορφη θεά, η οποία άρχισε να τον απατά με τον ’Αρη. ’λλοι μύθοι πληροφορούν ότι ήταν νόμιμη σύζυγος του ’ρη και από τη σχέση τους αυτή απέκτησαν τέσσερις γιους: ο Ίμερος (Πόθος) και ο Έρωτας ήταν οι μόνιμοι φτερωτοί συνοδοί της Αφροδίτης, ο Δείμος (Τρόμος) και ο Φόβος που ήταν οι αχώριστοι ακόλουθοι του πολεμόχαρου θεού. Στη συνοδεία της Αφροδίτης συμμετείχαν επίσης η Ήβη, η Αρμονία, οι Ώρες, η Πειθώ και οι Χάριτες. Λένε ότι η Αφροδίτη ζευγάρωσε και μ' άλλους αθάνατους. Έτσι έσμιξε με τον Ποσειδώνα και απέκτησε μαζί του ένα γιο, τον Έρυκα, τον ήρωα που έδωσε το όνομά του σε ένα βουνό της Σικελίας. Η κόρη που γεννήθηκε από το θεϊκό σμίξιμο ήταν η Ρόδος. Επίσης, η θεά της αιώνιας ομορφιάς ενώθηκε και με το σκανταλιάρη Διόνυσο. Η Ήρα για να εκδικηθεί την Αφροδίτη που συνεχώς παρέσυρε τον Δία σε εξωσυζυγικές σχέσεις, όταν ήταν έγκυος από τον Διόνυσο, ακούμπησε την κοιλιά της μ' ένα μαγικό ραβδί. Έτσι η θεά γέννησε τον άσχημο και ξεδιάντροπο θεό της γονιμότητας, τον Πρίαπο Από το σμίξιμό της με τον Ερμή γεννήθηκε ένας γιος που επειδή έμοιαζε πολύ και στους δυο θεϊκούς γονείς, ονομάστηκε Ερμαφρόδιτος. Αυτός ανατράφηκε από τις Νύμφες της Ίδης και όταν μεγάλωσε έγινε ένας πάρα πολύ όμορφος άντρας. Κάποτε ταξίδεψε στην Καρία και έφτασε σε μια λίμνη που τα νερά της ήταν τόσο καθαρά ώστε φαινόταν ο πυθμένας. Η Νύμφη της λίμνης, η πανέμορφη Σαλμακίδα, μόλις αντίκρισε τον Ερμαφρόδιτο, τον ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Αφού ντύθηκε και στολίστηκε εμφανίστηκε σ' όλο της το μεγαλείο στο θεϊκό άντρα και του ζήτησε να σμίξει μαζί της. Αυτός όμως αντιστάθηκε και απέρριψε τις προτάσεις της. Όταν ο νεαρός νόμισε πως έμεινε μόνος, γδύθηκε και βούτηξε στα πεντακάθαρα νερά της λίμνης. Η Νύμφη που παραφύλαγε κρυμμένη δεν μπόρεσε ν' αντισταθεί στη θέα του γυμνού κορμιού. Όρμησε στα νερά και άρχισε να αγκαλιάζει και να φιλάει το νέο. Αυτός αντιστάθηκε, μα η Νύμφη τον έσφιξε μ' όλη της τη δύναμη, προσευχήθηκε στον Δία και του ζήτησε να μη χωριστεί ποτέ από τον αγαπημένο της. Ο Δίας άκουσε την προσευχή της και ένωσε τα δυο κορμιά σ' ένα. Η Νύμφη και ο Ερμαφρόδιτος από τότε αποτελούν ένα πρόσωπο και ένα κορμί που είναι αρσενικό και θηλυκό ταυτόχρονα.
        Ο Δίας ήθελε να τιμωρήσει την Αφροδίτη επειδή συνεχώς με το ερωτικό της πάθος κυρίευε τους αθάνατους και τους παρέσυρε σε ερωτικές περιπέτειες με θνητούς και μετά τους περιγελούσε και τους έκανε να κοκκινίζουν από ντροπή. Αποφάσισε λοιπόν να ρίξει και την ίδια στην αγκαλιά ενός θνητού. Κατάφερε με την παντοδυναμία του να της προκαλέσει ερωτικό πόθο για τον Αγχίση, ένα νεαρό βοσκό πάνω στην Ίδη, που η ομορφιά και η λεβεντιά του ήταν εξαιρετική. Η Αφροδίτη μόλις αισθάνθηκε την ακατανίκητη έλξη για το νεαρό βοσκό, έτρεξε στο ναό της στην Πάφο. Εκεί κάλεσε τις Χάριτες και αφού έκλεισε ερμητικά τις τεράστιες πύλες του ναού, άρχισε να στολίζεται και να καλλωπίζεται με τη βοήθειά τους
        . Οι Χάριτες την έλουσαν με μύρο και με γάλα. Μετά περιποιήθηκαν το πρόσωπό της μα και το σώμα της με καλλυντικά και μαγικές κρέμες που την έκαναν να αστράφτει ακόμη περισσότερο. Την έντυσαν με αραχνοΰφαντα φορέματα και διάφορα τούλια και τη στόλισαν με κοσμήματα ψιλοδουλεμένα, καμωμένα από τα πιο σπάνια πετράδια της θάλασσας. Στο τέλος η Αφροδίτη έδεσε στη μέση της τη θεϊκή ζώνη που έκλεινε τους πόθους και τους έρωτες και πέταξε για την Ίδη. Όταν έφτασε σ' ένα ξέφωτο του βουνού, μεταμορφώθηκε σε θνητή βασιλοπούλα για να ξεγελάσει τον Αγχίση. Μετά κατευθύνθηκε προς την καλύβα του. Στο δρόμο συνάντησε άγρια θηρία που όρμησαν να την κατασπαράξουν. Αμέσως η θεά έλυσε τη μαγική της ζώνη και να που τα απειλητικά λιοντάρια και οι άγριες τίγρεις άρχισαν να κουνούν φιλικά την ουρά τους και να γλείφουν τη θεά. Μόλις αυτή τα γοήτευσε με τον ερωτικό της πόθο, άρχισαν δυο δυο να απομακρύνονται στο δάσος και να ζευγαρώνουν. Όταν έφτασε στην καλύβα του Αγχίση, ο θνητός βοσκός θαμπώθηκε από την ομορφιά της και κατάλαβε πως ήταν κάποια θεά. Η Αφροδίτη όμως τον έπεισε πως ήταν η θνητή κόρη του βασιλιά της Φρυγίας Οτρέα και πως την είχε φέρει ο γοργοπόδαρος Ερμής για να ζευγαρώσει μαζί του. Ο Αγχίσης δεν μπορούσε πια ν' αντισταθεί στο ερωτικό πάθος που τον είχε κυριέψει και έσμιξε με τη θεά στο κρεβάτι της καλύβας. Μετά αποκοιμήθηκε και η Αφροδίτη πήρε την πραγματική της μορφή. Όταν ξύπνησε ο Αγχίσης και είδε το κεφάλι της θεάς να φτάνει στη σκεπή της καλύβας, φοβήθηκε πάρα πολύ και ζητούσε το έλεός της. Η Αφροδίτη του αποκάλυψε ότι όλα όσα έγιναν ήταν θέλημα του Δία. Επίσης είπε ότι θα του χάριζε ένα γιο, τον Αινεία, που θα γινόταν ο ίδιος ένδοξος και θα άφηνε ένδοξους απογόνους. Όμως δεν έπρεπε να αποκαλύψει σε κανένα τη σχέση του μαζί της και έπρεπε να λέει πως απέκτησε το γιο του από μια Νύμφη της Ίδης διαφορετικά ο Δίας θα τον χτυπούσε με τον κεραυνό του.Πολύ γνωστός είναι ο έρωτας της Αφροδίτης για τον ’Αδωνη, τον ομορφότερο νέο του κόσμου. Η ιστορία αρχίζει από πολύ παλιά. Μια βασιλοπούλα της Συρίας, η Μύρρα, καυχήθηκε ότι ήταν πιο όμορφη από την Αφροδίτη. Η θεά οργισμένη της προκάλεσε έναν ανόσιο έρωτα για τον πατέρα της, κατάφερε να τον ξεγελάσει και ενώθηκε μαζί του για δώδεκα νύχτες. Όταν συνήλθε από την παροδική τρέλα που της είχε στείλει η Αφροδίτη, κατάλαβε το θανάσιμο αμάρτημά της και έτρεξε στο δάσος να κρυφτεί. Η θεά τελικά τη λυπήθηκε και τη μεταμόρφωσε σε δέντρο, τη γνωστή Μυρσίνη. Αργότερα ο φλοιός του δέντρου έσκασε και βγήκε ένα παιδί που πήρε το όνομα ’Αδωνης. Η Αφροδίτη ενθουσιάστηκε από την ομορφιά του βρέφους και για να το προφυλάξει το έδωσε στην Περσεφόνη, τη σύζυγο του ’Αδη, να το μεγαλώσει στο σκοτεινό της βασίλειο. Όταν όμως ο ’Αδωνης μεγάλωσε και έγινε ένας πανέμορφος άντρας με πολύ ωραίο κορμί και θεϊκή όψη, η Περσεφόνη, μαγεμένη από την ομορφιά του, τον ερωτεύτηκε και αρνήθηκε να τον δώσει πίσω στην Αφροδίτη. Οι θεές άρχισαν να μαλώνουν και να χτυπιούνται αλλά καμιά δεν μπορούσε να υπερισχύσει. Έτρεξαν λοιπόν στον πάνσοφο Δία να τους λύσει τη διαφορά. Ο Δίας αποφάσισε ότι ο ’Αδωνης το ένα τρίτο του χρόνου θα το περνούσε δίπλα στην Αφροδίτη, το ένα τρίτο δίπλα στην Περσεφόνη και το υπόλοιπο τρίτο όπου αυτός ήθελε. Έτσι στο εξής ζούσε πάντοτε τέσσερις μήνες στον Κάτω Κόσμο και οκτώ με την Αφροδίτη. Κάθε φορά που ερχόταν η εποχή να εγκαταλείψει τον ’δη και ν' ανέβει πάνω στη γη, η φύση ολόκληρη τον υποδεχόταν με χαρά. Τα χωράφια γίνονταν καταπράσινα, τα λουλούδια και τα δέντρα άνθιζαν και ένα υπέροχο άρωμα πλημμύριζε την ατμόσφαιρα. Η Αφροδίτη εγκατέλειπε το θεϊκό της παλάτι στον Όλυμπο και ζούσε με το νεαρό αγαπημένο της μέσα στα βουνά και τα δάση.
        Όμως το γεγονός αυτό προκάλεσε την οργή του ’ρη, που ζήλευε τον ’δωνη. Έτσι, μια μέρα έστειλε έναν άγριο κάπρο που με τους χαυλιόδοντές του πλήγωσε θανάσιμα το νέο. Λένε μάλιστα πως μόλις η θεά έτρεξε να βοηθήσει τον τραυματισμένο φίλο της, πάτησε ένα αγκάθι και από το αίμα που κύλησε έβαψε κόκκινο ένα τριαντάφυλλο, μέχρι τότε υπήρχαν μόνο άσπρα τριαντάφυλλα. Μια άλλη εκδοχή αφηγείται πως η θεά έχυσε τόσο δάκρυα όσες σταγόνες αίμα κύλησαν από την πληγή του ’Αδωνη. Από κάθε δάκρυ γεννιόταν ένα τριαντάφυλλο, ενώ από κάθε ρανίδα αίματος φύτρωνε μια ανεμώνη. Οι θυμοί και οι κατάρες της θεάς ήταν ξακουστές και πάρα πολλά ήταν τα θύματά της. Έτσι, όταν η Αυγή (Ηώ) έσμιξε με τον ’ρη, προκάλεσε την οργή της. Για να την εκδικηθεί της ενέπνευσε σφοδρό έρωτα για το Γίγαντα Ωρίωνα. Η Ηώ μέσα στο ερωτικό της πάθος απήγαγε τον πανέμορφο γίγαντα και τον οδήγησε στη Δήλο. Όμως η επιθυμία της δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί με κανένα τρόπο, γιατί ήταν καταδικασμένη από την Αφροδίτη να είναι αιώνια ερωτευμένη.
        Επίσης, με φοβερό τρόπο εκδικήθηκε η θεά τις γυναίκες της Λήμνου που ξέχασαν να της αποδώσουν τιμές. Έστειλε σ' αυτές μια ανυπόφορη μυρωδιά, με αποτέλεσμα να μην τις πλησιάζουν οι άντρες τους, οι οποίοι ζευγάρωναν με κάποιες αιχμάλωτες από τη Θράκη. Οι Λήμνιες για να τους εκδικηθούν τους σκότωσαν όλους και ίδρυσαν μια κοινωνία γυναικών. Πολύ αργότερα έφτασαν στη Λήμνο οι Αργοναύτες, που χάρισαν στις γυναίκες γιους και άρχισε πάλι η φυσιολογική ζωή στο νησί.Η Αφροδίτη ήθελε να εκδικηθεί με κάθε τρόπο τον Ήλιο, ο οποίος αποκάλυψε στον Ήφαιστο τις απιστίες της. Επειδή όμως δεν μπορούσε να τα βάλει με τον παντοδύναμο θεό, στράφηκε ενάντια στην κόρη του και τις εγγονές του. Πρώτο θύμα της ήταν η Πασιφάη, η γυναίκα του Μίνωα της Κρήτης. Η θεά την κυρίεψε μ' ένα ανόσιο πάθος για έναν ταύρο. Για να καταφέρει το παράλογο αυτό σμίξιμο η κόρη του Ήλιου χρησιμοποίησε το ομοίωμα μιας δαμάλας. Καρπός αυτής της ένωσης ήταν ο Μινώταυρος. Πολλά χρόνια αργότερα σειρά είχαν οι κόρες της Πασιφάης και του Μίνωα. Όταν ο Θησέας ήρθε να παλέψει με τον Μινώταυρο στο Λαβύρινθο, η Αριάδνη μετά από σφοδρό έρωτα που της ενέπνευσε η Αφροδίτη για το βασιλόπουλο της Αθήνας, τον βοήθησε με το μαγικό της μίτο (κουβάρι). Έτσι, πρόδωσε τον πατέρα της για χάρη του εραστή της, ο οποίος τελικά την εγκατέλειψε. Η καταστροφική οργή της θεάς έπληξε και τη Φαίδρα, αδερφή της Αριάδνης. Αρχικά ήταν εξοργισμένη με τον Ιππόλυτο, γιο του Θησέα και μιας αμαζόνας, επειδή την περιφρονούσε και προτιμούσε την ’Αρτεμη. Τότε έστειλε ακατανίκητο ερωτικό πόθο στη Φαίδρα, τη δεύτερη γυναίκα του Θησέα, για τον πρόγονό της (το παιδί του άντρα της), ο οποίος αντιστεκόταν στον έρωτα της μητριάς του. Αυτή για να τον εκδικηθεί είπε στον άντρα της ότι ο Ιππόλυτος προσπάθησε να τη βιάσει. Η ιστορία αυτή κλείνει με το θάνατο και του Ιππόλυτου και της Φαίδρας.Η θεά τιμωρεί βέβαια τους αρνητές της, αλλά προστατεύει τους φίλους της. Πολλοί μύθοι παρουσιάζουν την Αφροδίτη να βοηθά θνητούς που είχαν πέσει θύματα ερωτικού πάθους ή με κάποια χειρονομία κέρδισαν τη συμπάθειά της.Για παράδειγμα, ένας βοσκός, ο Σέλεμνος, με την ομορφιά και τη λεβεντιά του κατάφερε να κατακτήσει τη Νύμφη Αργυρή. Έζησαν μαζί χρόνια, όταν όμως η ομορφιά του τον εγκατέλειψε και τα γεράματα τον κυρίεψαν, η αιώνια νέα και όμορφη Νύμφη τον εγκατέλειψε. Ο Σέλεμνος πέθανε από τη λύπη του. Η Αφροδίτη συγκινημένη από το ερωτικό δράμα του τον μεταμόρφωσε σε ποταμό. Όμως ο Σέλεμνος εξακολουθούσε να είναι λυπημένος και να ταλαιπωρείται από το πάθος του. Η θεά παρενέβη για δεύτερη φορά και του έδωσε το χάρισμα της λησμονιάς. Από τότε όλοι οι νέοι που λούζονταν στα νερά του Σέλεμνου ξεχνούσαν τα ερωτικά τους βάσανα.Επίσης υπήρχε μια παράδοση στη Λέσβο σύμφωνα με την οποία ένας βαρκάρης, ο Φάωνας, δέχτηκε μετά από παράκληση της θεάς να περάσει δωρεάν στην απέναντι ακτή μια γριά. Η ίδια η Αφροδίτη μεταμορφώθηκε σε γριά για να διαπιστώσει την υπακοή του φτωχού βαρκάρη. Για να τον ανταμείψει του χάρισε ένα μπουκαλάκι με μαγικό φίλτρο. Ο Φάωνας το χρησιμοποίησε και αμέσως έγινε ο ωραιότερος άντρας της Μυτιλήνης, προκαλώντας τον έρωτα όλων των γυναικών.Ακόμη, η Αφροδίτη συμβούλεψε κάποτε έναν έμπορο από τη Σάμο, τον Δεξικρέοντα, να φορτώσει το πλοίο του μόνο με πόσιμο νερό και να σαλπάρει. Ο έμπορος υπάκουσε στη θεϊκή συμβουλή. Όταν βρέθηκαν στ' ανοιχτά, σταμάτησαν να φυσάνε όλοι οι άνεμοι και τα ιστιοφόρα πλοία ακινητοποιήθηκαν για πολλές μέρες. Σε λίγο άρχισε να τελειώνει το πόσιμο νερό και ο Δεξικρέοντας απόκτησε ολόκληρη περιουσία πουλώντας τα μεγάλα αποθέματα που είχε στο καράβι του. Όταν άρχισαν να φυσάνε πάλι οι άνεμοι και βγήκαν όλοι στη στεριά, αφιέρωσε ένα λαμπρό άγαλμα στην Αφροδίτη. Κάποτε, η Αταλάντη, μια βασιλοπούλα της Βοιωτίας, επειδή δεν ήθελε να παντρευτεί, υπέβαλε σε δοκιμασία κάθε παλικάρι που τη ζητούσε σε γάμο. Πιο συγκεκριμένα, η Αταλάντη καλούσε τους επίδοξους γαμπρούς σε αγώνα δρόμου, δίνοντάς τους μάλιστα τη δυνατότητα να ξεκινήσουν πρώτοι. Στη συνέχεια ορμούσε, τους έφτανε και τους σκότωνε. Ο Μελάνιππος, ενώ γνώριζε την τακτική που ακολουθούσε η βασιλοπούλα, παρακινημένος από την Αφροδίτη, δέχτηκε να περάσει τη δοκιμασία. Η θεά του είχε δώσει πολλά χρυσά μήλα από τον κήπο των Εσπερίδων. Κάθε φορά που ο νέος έβλεπε την Αταλάντη να τον πλησιάζει, έριχνε ένα μήλο και αυτή σταματούσε για να το μαζέψει. Μ' αυτό το κόλπο κατάφερε να βγει πρώτος στον αγώνα δρόμου και να παντρευτεί την ατίθαση κοπέλα. Όμως σημαντική είναι η συμμετοχή της Αφροδίτης και στις πιο ξακουστές και φημισμένες πολεμικές επιχειρήσεις της αρχαιότητας. Ιδιαίτερα για τον Τρωικό πόλεμο μπορούμε να πούμε ότι η θεά στάθηκε η αιτία να ξεσπάσει μια δεκάχρονη πολεμική σύρραξη. Όλα ξεκίνησαν από τη στιγμή που η Αθηνά, η Ήρα και η Αφροδίτη διεκδίκησαν τον τίτλο της ομορφότερης. Ο Δίας τότε όρισε κριτή τον Πάρη, το βασιλόπουλο της Τροίας, που έβοσκε τα πρόβατα του πατέρα του πάνω στην Ίδη. Σ' αυτά τα ιδιόμορφα καλλιστεία ο Πάρης έδωσε τον τίτλο στη θεά της ομορφιάς με αντάλλαγμα να του χαρίσει την πιο ωραία γυναίκα του κόσμου, την Ελένη, σύζυγο του βασιλιά της Σπάρτης Μενέλαου. Ο Πάρης πήγε με πλοία στη Σπάρτη και φιλοξενήθηκε στο ανάκτορο. Τότε η Αφροδίτη κυρίεψε με ακατανίκητο ερωτικό πόθο την Ελένη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η πανέμορφη βασιλοπούλα να ακολουθήσει σαν υπνωτισμένη το φιλοξενούμενό της στην Τροία. Η αρπαγή της Ελένης ήταν η αιτία για να ξεσπάσει ο πόλεμος.Η Αφροδίτη συμμετείχε στον πόλεμο υποστηρίζοντας πάντα τους Τρώες, γιατί Τρώας ήταν ο Πάρης, ο επίσημος προστατευόμενός της, μα και ο Αινείας, ο γιος που απέκτησε από το σμίξιμό της με τον Αγχίση. Η θεά επενέβη σε αποφασιστικής σημασίας στιγμές. Πιο σημαντική ήταν η ανάμειξή της στη μονομαχία του Πάρη με τον Μενέλαο. Οι δυο παρατάξεις είχαν συμφωνήσει ότι η Ελένη θα παραδινόταν στα χέρια του νικητή της μονομαχίας. Τη στιγμή που η νίκη ήταν σίγουρη για τον Μενέλαο, η Αφροδίτη μέσα σ' ένα σύννεφο άρπαξε τον Πάρη και τον μετέφερε στο τρωικό ανάκτορο. Μάλιστα, κυριεύοντας με ερωτικό πόθο πάλι την Ελένη την έριξε στην αγκαλιά του, μολονότι η ίδια στην πραγματικότητα ήθελε να επιστρέψει στο νόμιμο σύζυγό της. Εξάλλου, πάρα πολλές φορές επενέβη στη μάχη για να προστατέψει τον Αινεία, που ήταν ο πιο γενναίος Τρώας μετά τον Έκτορα.Όταν οι Έλληνες κατάφεραν να κυριέψουν το Ίλιον (Τροία), αυτός με τη βοήθεια της θεάς μητέρας του, πήρε την οικογένειά του, αρκετούς συντρόφους του και με τα καράβια του κατευθύνθηκε στην Ιταλία και ίδρυσε τη Ρώμη.Ο ρόλος της Αφροδίτης και στην Αργοναυτική εκστρατεία υπήρξε αποφασιστικός. Με την παρέμβασή της, η Μήδεια, η βασιλοπούλα της Κολχίδας, ερωτεύτηκε παράφορα τον Ιάσονα. Για να τον βοηθήσει να πραγματοποιήσει όλους τους δύσκολους άθλους που του έβαζε ο πατέρας της, κατασκεύασε μια μαγική αλοιφή και του τη χάρισε. Μ' αυτήν ο Ιάσονας έγινε ατρόμητος και άρπαξε το χρυσόμαλλο δέρμα. Η Μήδεια ακολούθησε τον εραστή της στην Ελλάδα.Και σε άλλες στιγμές της εκστρατείας υπήρξε παρέμβαση της θεάς. Όταν οι Αργοναύτες πέρασαν από το νησί των Σειρήνων, τους έσωσε ο Ορφέας παίζοντας με τη λύρα του. Μόνο ο Βούτης, ένα πολύ γενναίο παλικάρι, δεν κατάφερε ν' αντισταθεί στη γοητεία των Σειρήνων και βούτηξε στη θάλασσα για να φτάσει στο νησί τους. Τη στιγμή που πλησίαζε και οι μαγεύτρες τραγουδίστριες ήταν έτοιμες να τον σκοτώσουν, η Αφροδίτη τον άρπαξε και τον μετέφερε σ' ένα ακρωτήρι της Σικελίας.Η πανέμορφη θεά, εκτός από προστάτιδα του ηδονικού και εξωσυζυγικού έρωτα, παρουσιάζεται μερικές φορές και ως προστάτιδα των νόμιμων ενώσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συμμετοχή της στην ανατροφή των ορφανών κοριτσιών του Πανδάρεου. Είχε αναλάβει να τις τρέφει με γάλα, γλυκό μέλι και εξαίσιο κρασί. Όταν οι κοπέλες έφτασαν σε ηλικία γάμου, η Αφροδίτη ανέβηκε στον Όλυμπο και ζήτησε από τον Δία τους κατάλληλους συζύγους για τις νεαρές, ώστε να κάνουν έναν ευτυχισμένο γάμο. Στη διάρκεια όμως της απουσίας της οι ’Αρπυιες άρπαξαν τις κοπέλες και τις έδωσαν ως συνοδούς στις Ερινύες. Εξάλλου, η ίδια η προστάτιδα του νόμιμου έγγαμου βίου, η Ήρα, όταν ήθελε να σαγηνεύσει τον άστατο σύζυγό της, ζητούσε τη βοήθεια της Αφροδίτης. Χωρίς καθόλου να ντρέπεται, ζητούσε να της δανείσει το μαγικό ζωνάρι της όπου ήταν κρυμμένοι οι έρωτες, τα τρυφερά χάδια, οι επιθυμίες και τα γλυκόλογα. Η Αφροδίτη ήταν επίσης και θαλασσινή θεά. Αυτό δηλώνουν άλλωστε οι μύθοι για τη γέννησή της και οι ατέλειωτες περιπέτειές της στα ελληνικά νησιά. Εξάλλου, οι ιστορίες του Φάωνα και του Δεξικρέοντα δείχνουν ότι προστάτευε τους ναυτικούς. Επιπλέον, το άγαλμα της Αναδυόμενης στόλιζε τα περισσότερα λιμάνια της αρχαιότητας.Η Αφροδίτη ήταν περισσότερο θεά της ομορφιάς και του ηδονικού έρωτα και σπανιότερα προστάτευε τη συζυγική ζωή. Ιερά της σύμβολα ήταν τα λευκά περιστέρια. Μάλιστα ένα ζευγάρι από τα πουλιά αυτά έσερνε το άρμα της. ’Αλλα σύμβολά της ήταν το μήλο, η παπαρούνα, το άνθος της ροδιάς, το τριαντάφυλλο, η μυρτιά και η ανεμώνη.

        Comment


          #5
          ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ

          ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ

          Ο Απόλλωνας ανήκει στη δεύτερη γενιά των Ολύμπιων θεών. Είναι καρπός της ερωτικής σχέσης του Δία με τη Λητώ και αδερφός της ’Αρτεμης.
          Ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, θαμπώθηκε από την ομορφιά της Λητώς που προερχόταν από τη γενιά των Τιτάνων και έσμιξε ερωτικά μαζί της. Η ζηλιάρα Ήρα όμως αγανακτισμένη από τις αναρίθμητες απιστίες του άντρα της με θνητές και θεές και επειδή δεν είχε τη δύναμη να βλάψει το σύζυγό της, εναντιώθηκε στη Λητώ και βάλθηκε να μην την αφήσει με κανένα τρόπο να γεννήσει.
          Μάταια η Λητώ έτρεχε κατάκοπη σ' ολόκληρη τη γη, δοκιμάζοντας κάμπους, βουνά και θάλασσες για να γεννήσει τα παιδιά της· ολόκληρη η γη αρνιόταν να τη δεχτεί γιατί φοβόταν την τρομερή εκδίκηση της Ήρας. Μονάχα ένα μικρό πλεούμενο νησί, η Ορτυγία (νησί των Ορτυκιών) ή Αστερία, δέχτηκε να δώσει άσυλο στη δυστυχισμένη Λητώ. Το νησάκι αυτό ήταν φτωχό και άγονο, δεν μπορούσαν να βοσκήσουν σ' αυτό πρόβατα ούτε βόδια, ούτε όμως και να καρπίσουν αμπέλια ή άλλα δέντρα. Γι' αυτό λοιπόν δε φοβόταν την οργή της θεάς. Ο Απόλλωνας για να ανταμείψει το φτωχό νησί, μόλις γεννήθηκε το στερέωσε για πάντα με τέσσερις στήλες στο βυθό της θάλασσας και του έδωσε το όνομα Δήλος (= Φωτεινή).
          Εννιά ολόκληρες μέρες κράτησαν οι πόνοι της γέννας. Η Λητώ ξαπλωμένη στη ρίζα μιας φοινικιάς, του μοναδικού δέντρου που υπήρχε πάνω στο νησί, βογκούσε από τους πόνους και εκλιπαρούσε την Ήρα να της επιτρέψει να γεννήσει τα παιδιά της. Η Αθηνά, η Δήμητρα, η Αφροδίτη και άλλες μικρότερες θεές έτρεξαν να βοηθήσουν τη Λητώ, όμως δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα χωρίς τη συγκατάθεση της Ήρας, που κρατούσε επάνω στον Όλυμπο την Ειλείθυια, τη θεά των αίσιων τοκετών. Τελικά, έστειλαν την πολύχρωμη Ίριδα, την αγγελιοφόρο των θεών, για να ζητήσει από την Ήρα να επιτρέψει τον τοκετό, προσφέροντάς της ένα περιδέραιο εξαιρετικής ομορφιάς από μάλαμα και κεχριμπάρι, εννιά πήχεις, που είχε κατασκευάσει στο εργαστήρι του ο μεγάλος τεχνίτης των θεών, ο Ήφαιστος. Αυτό το δώρο καταλάγιασε το θυμό της Ήρας, που έστειλε την Ειλείθυια στη Δήλο. Η Λητώ εξαντλημένη από τους αβάσταχτους πόνους τόσων ημερών γονάτισε στη ρίζα της φοινικιάς και έφερε στον κόσμο πρώτα την ’Αρτεμη και αμέσως μετά τον Απόλλωνα. Την ώρα της γέννας του θεού ιεροί κύκνοι πετούσαν πάνω από το νησί κάνοντας εφτά κύκλους, γιατί ήταν η έβδομη μέρα του μήνα.
          Η Λητώ δεν πρόλαβε να βυζάξει καθόλου το νεογέννητο θεό. Μόλις γεννήθηκε, η Θέμιδα έσταξε στο στόμα του μερικές σταγόνες νέκταρ και λίγη αμβροσία και έτσι έγινε το θαύμα: το βρέφος άρχισε να μεγαλώνει απότομα, τα σπάργανα σκίστηκαν και έπεσαν από το σώμα του. Οι θεές θαμπωμένες από την ομορφιά του, τον καμάρωναν να κάνει βόλτες πάνω στο νησί. Αμέσως ο Απόλλωνας έτρεξε πάνω στον Όλυμπο για να πάρει την ευχή του παντοδύναμου πατέρα του, αλλά και για να γνωρίσει τους υπόλοιπους θεούς. Ο Δίας καλοδέχτηκε το γιο του και του πρόσφερε πάρα πολλά πλούσια και πανέμορφα δώρα. Ανάμεσα σ' αυτά ήταν μια ολόχρυση μίτρα στολισμένη με ρουμπίνια και σμαράγδια, που συμβόλιζε τη δύναμη του θεού και είχε πάνω σκαλισμένες σκηνές από τη ζωή των Ολυμπίων. Επίσης, ο Δίας του χάρισε μια λύρα που ο Απόλλωνας την αγαπούσε πολύ και κάθε φορά που έπαιζε, με τη μουσική του μάγευε θεούς και ανθρώπους· επιπλέον ένα πανώριο άρμα ζεμένο με εφτά ολόλευκους κύκνους που μετέφεραν το θεό σε όποιο σημείο της γης ή του ουρανού επιθυμούσε. Αμέσως μετά ο Δίας διέταξε τις Ώρες να στρώσουν τραπέζι με νέκταρ και αμβροσία για να καλωσορίσουν όλοι μαζί τον καινούριο θεό πάνω στον Όλυμπο. Ακολούθησε τρικούβερτο γλέντι μέχρι το πρωί. Ο Απόλλωνας έπαιζε με τη λύρα του και χόρευαν οι Χάριτες, η Αρμονία, η Ήβη, η Αφροδίτη και η ’Αρτεμη· σε λίγο μπήκαν στο χορό και ο Ερμής με τον ’Αρη.
          Μια άλλη όμως παράδοση διηγείται ότι αμέσως μετά τη γέννησή του οι κύκνοι μετέφεραν τον Απόλλωνα στη χώρα τους που βρισκόταν στις όχθες του Ωκεανού, τους Υπερβόρειους· εκεί καθιέρωσαν τη λατρεία του θεού που τη γιόρταζαν αδιάκοπα. Ο Απόλλωνας έμεινε στη χώρα των Υπερβορείων ένα χρόνο και επέστρεψε στην Ελλάδα κατακαλόκαιρο. Η φύση ολόκληρη γιόρτασε με κάθε τρόπο την επιστροφή του μεγάλου θεού με γλέντια και τραγούδια· τα τζιτζίκια και τ' αηδόνια τραγουδούσαν και τα νερά των πηγών ήταν πιο καθαρά.
          Οι Νύμφες και οι Νεράιδες των ποταμών και των λιμνών χόρευαν μερόνυχτα ολόκληρα στα βουνά και τα ξέφωτα. Κάθε χρόνο στους Δελφούς γιόρταζαν αυτή την επιστροφή του με εκατόμβες, δηλαδή ομαδικές θυσίες εκατό ζώων.
          Στους Δελφούς ο Απόλλωνας σκότωσε ένα φοβερό δράκοντα που ονομαζόταν Πύθωνας και είχε δέκα χέρια και τέσσερα μάτια. Ο δράκοντας αυτός που έμοιαζε με τεράστια σαύρα έκανε πολλές καταστροφές στην περιοχή. Θόλωνε τα νερά αναταράζοντας τις πηγές και τα ποτάμια, κατέστρεφε τις καλλιέργειες, καταβρόχθιζε τα κοπάδια και τρόμαζε τις Νύμφες· όταν μάλιστα ήταν πολύ μανιασμένος, στραγγάλιζε και κατάπινε τους ανήμπορους κατοίκους. Εξάλλου, αυτό το τέρας είχε κυνηγήσει, με εντολή της Ήρας, τη Λητώ όταν έψαχνε τόπο για να γεννήσει τα παιδιά της. Ο Απόλλωνας με τα ολόχρυσα βέλη που του χάρισε ο Ήφαιστος εξόντωσε τον Πύθωνα και έτσι απάλλαξε τους κατοίκους της περιοχής που για να θυμούνται το κατόρθωμά του καθιέρωσαν προς τιμή του αγώνες οι οποίοι ονομάστηκαν Πυθικοί Αγώνες. Επίσης, έχτισαν ένα μαντείο, το μαντείο των Δελφών, όπου εκεί η Πυθία καθισμένη πάνω στον ιερό τρίποδα, μασώντας φύλλα δάφνης σε κατάσταση ένθεης μανίας αποκάλυπτε τους διφορούμενους χρησμούς του θεού. Από το μαντείο αυτό πέρασε κάποτε ο ημίθεος Ηρακλής για να ζητήσει χρησμό.
          Η Πυθία όμως αρνήθηκε να του απαντήσει, γι' αυτό ο Ηρακλής έκλεψε τον ιερό τρίποδα και πήγε να ιδρύσει αλλού μαντείο. Ο Λοξίας (προσωνυμία του Απόλλωνα για τους διφορούμενους χρησμούς του) καταδίωκε για πολύ καιρό τον Ηρακλή· όταν τον έφτασε, πάλευαν εννιά ολόκληρες μέρες και νύχτες αδιάκοπα, ολόκληρη η γη τρανταζόταν από τα χτυπήματά τους. Τελικά, ο Δίας χώρισε τους δυο αντιπάλους ρίχνοντας ανάμεσά τους έναν κεραυνό.
          Ο Απόλλωνας ήταν ένας πανέμορφος θεός, πανύψηλος, με καταπληκτική κορμοστασιά, γαλάζια μάτια και κατάξανθες μακριές μπούκλες. Γι' αυτό είχε πολυάριθμες ερωτικές περιπέτειες με Νύμφες και θνητές.
          Έτσι, αγάπησε τη Νύμφη Δάφνη, την κόρη του θεού ποταμού Πηνειού της Θεσσαλίας. Αυτή ήταν πανέμορφη και τη ζητούσαν από τον πατέρα της πολλά παλικάρια και γνωστοί ήρωες. Ο Πηνειός την παρακαλούσε να παντρευτεί για να του χαρίσει εγγόνια. Αυτή όμως, αγύριστο κεφάλι, δεν άκουγε το γέροντα πατέρα της, γιατί προτιμούσε να κυνηγάει μέσα στα δάση και να συντροφεύει την παρθένα ’ρτεμη. Όταν κάποτε τη συνάντησε ο Απόλλωνας, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και θέλησε να την κάνει δική του. Η Νύμφη όμως δεν ανταποκρίθηκε στον έρωτα του θεού και κατέφυγε στο βουνό. Μερόνυχτα ολόκληρα ο Φοίβος (προσωνυμία του Απόλλωνα) την κυνηγούσε ανάμεσα στους θάμνους και τα πουρνάρια, φωνάζοντάς της πως δεν ήταν ένας τυχαίος γαμπρός αλλά ο λαμπρός Απόλλωνας που τον τιμούσαν θεοί και θνητοί. Τη στιγμή όμως που κόντευε να τη φτάσει, η Νύμφη παρακάλεσε τον πατέρα της να τη σώσει από το αγκάλιασμα του θεού. Τότε ο Πηνειός που λυπήθηκε την κόρη του, τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο δέντρο· τα πόδια της έγιναν οι ρίζες της δάφνης, το σώμα της ο κορμός, τα χέρια της τα κλαδιά και τα μαλλιά της τα φύλλα του γνωστού δέντρου. Ο Απόλλωνας κλαίγοντας απαρηγόρητα αγκάλιασε το δέντρο και αφού δεν κατάφερε να σμίξει με τη Νύμφη όσο ήταν ζωντανή, ορκίστηκε ότι στο εξής η δάφνη θα ήταν το ιερό δέντρο του και ο ίδιος θα φορούσε πάντα δάφνινο στεφάνι.
          Από τη σχέση του με τη θεά της Θεσσαλίας, τη Νύμφη Κυρήνη, ο Απόλλωνας απέκτησε ένα γιο, τον Αρισταίο.
          Η Κυρήνη ζούσε άγρια ζωή στα δάση της Πίνδου και προστάτευε τα κοπάδια του πατέρα της. Μια μέρα επιτέθηκε χωρίς όπλα σ' ένα λιοντάρι, πάλεψε μαζί του και το νίκησε. Ο Φοίβος είδε το κατόρθωμά της και την ερωτεύτηκε. Κατόπιν την απήγαγε και με το ολόχρυσο άρμα του την οδήγησε, πετώντας πάνω από στεριές και από θάλασσες, στη Λιβύη· εκεί σ' ένα ολόχρυσο παλάτι έσμιξε μαζί της.
          Και με τις Μούσες ο Απόλλωνας είχε ερωτικές περιπέτειες. Λένε πως από τη Θάλεια απέκτησε τους Κορύβαντες, δαίμονες που ανήκαν στη συνοδεία του Διόνυσου, μαζί με τους Σάτυρους και τα άλλα ξωτικά του δάσους. Με την Ουρανία απέκτησε τους μουσικούς Λίνο και Ορφέα, που γαλήνευαν τη φύση ολόκληρη παίζοντας τον αυλό τους και εξημέρωναν τα άγρια θηρία. Επίσης, ο Απόλλωνας είναι ο πατέρας του Ασκληπιού, του θεού της Ιατρικής. Λένε πως ο ερωτιάρης θεός έσμιξε με τη Κορωνίδα και την άφησε έγκυο. Τον καιρό όμως που αυτή περίμενε παιδί έκανε απιστίες στο θεό πηγαίνοντας μ' έναν θνητό. Όταν το έμαθε αυτό ο Απόλλωνας, οργισμένος από την προσβολή, σκότωσε την άπιστη Κορωνίδα. Τη στιγμή όμως που το σώμα της τοποθετήθηκε πάνω στη φωτιά και ήταν έτοιμο να καεί, ο εκδικητικός θεός μεταμορφωμένος σε γύπα όρμησε και τράβηξε από τα σπλάχνα της το παιδί, ζωντανό ακόμη.
          Την ίδια ατυχία είχε και με τη Μάρπησσα, τη βασιλοπούλα της Αιτωλίας. Ο θεός αγαπούσε τη νεαρή κοπέλα, αλλά την έκλεψε ο θνητός Ίδας μ' ένα φτερωτό άρμα που του δώρισε ο Ποσειδώνας και την οδήγησε στη Μεσσήνη. Εκεί, ο Ίδας και ο Απόλλωνας χτυπήθηκαν αλλά τους χώρισε ο Δίας. Η Μάρπησσα είχε δικαίωμα να διαλέξει ανάμεσα στους δυο εραστές. Μάταια ο θεός την παρακαλούσε και της έδινε υποσχέσεις αιώνιας πίστης και αφοσίωσης. Αυτή διάλεξε το θνητό Ίδα, από το φόβο της ότι ο αθάνατος και αιώνια νέος Απόλλωνας θα την παρατούσε στα γεράματά της, όταν θα την εγκατέλειπαν η ομορφιά και η φρεσκάδα της νιότης.
          Αλλά και με την Κασσάνδρα, την κόρη του Πρίαμου, ο έρωτας δεν ευνόησε το θεό. Ο Απόλλωνας αγαπούσε την Κασσάνδρα και για να την κερδίσει της υποσχέθηκε να της μάθει την τέχνη της μαντικής. Η νεαρή βασιλοπούλα δέχτηκε, όταν όμως έμαθε καλά την τέχνη, εγκατέλειψε το θεό. ’Αλλοι πάλι λένε πως ο θεός έσμιξε τελικά με την Κασσάνδρα και απέκτησε μαζί της τον Τρωίλο.
          Στην κυρίως Ελλάδα πίστευαν ότι ο Απόλλωνας ήταν εραστής της τοπικής ηρωίδας Φθίας, από την οποία απέκτησε τρεις γιους: τον Δώρο, τον Λαόδοντα και τον Πολυποίτη, που τους σκότωσε ο Αιτωλός. Στην Κολοφώνα πίστευαν πως ο Απόλλωνας ζευγάρωσε με τη Μαντώ, την κόρη του τυφλού μάντη Τειρεσία και από το σπέρμα του γεννήθηκε ο μέγας μάντης Νόμος. Στην Κρήτη ο ερωτομανής θεός αγάπησε την Ακάλλη, την κόρη του Μίνωα· καρπός της κρυφής σχέσης τους ήταν ο Μίλητος. Η Ακάλλη μόλις γέννησε, άφησε το νεογέννητο στο δάσος, γιατί φοβόταν τον πατέρα της. Ο Απόλλωνας φρόντισε να ζήσει ο γιος του στέλνοντας λύκους να τον προστατεύουν και μια λύκαινα να τον θηλάζει.
          Στην Αθήνα ο σκανταλιάρης θεός βίασε την Κρέουσα, την κόρη του βασιλιά Ερεχθέα. Εκείνη μόλις γέννησε εγκατέλειψε το παιδί σε μια ερημιά. Ο Απόλλωνας φρόντισε να φέρει το μωρό στους Δελφούς, όπου το μεγάλωσε η Πυθία. Αυτός ο γιος του Απόλλωνα που με τόσο άσχημο τρόπο ήρθε στη ζωή ονομάστηκε Ίωνας. Ο Απόλλωνας λέγεται ότι αγάπησε και νέους άντρες. Πιο σημαντική είναι η ερωτική του περιπέτεια με τον Υάκινθο, έναν παρά πολύ όμορφο νέο. Μια μέρα που έπαιζαν οι δυο τους με το δίσκο ο τρομερός Ζέφυρος (άνεμος), επειδή ζήλευε το θεό, παρέσυρε το δίσκο ο οποίος χτύπησε τον Υάκινθο και τον σκότωσε ακαριαία. Ο Φοίβος απαρηγόρητος από το θάνατο του φίλου του και για να κάνει αθάνατο το όνομά του, τον μεταμόρφωσε στο γνωστό ομώνυμο λουλούδι.
          Διηγούνται πως ο Απόλλωνας δυο φορές υποχρεώθηκε να μπει δούλος στην υπηρεσία θνητών. Η πρώτη φορά ήταν όταν μαζί με τον Ποσειδώνα, την Ήρα και την Αθηνά θέλησαν να πάρουν την εξουσία του Δία και γι' αυτό προσπάθησαν να τον δέσουν με τεράστιες σιδερένιες αλυσίδες και να τον κρεμάσουν στον ουράνιο θόλο. Η συνωμοσία όμως απέτυχε και η τιμωρία του Απόλλωνα ήταν να φυλάει τα κοπάδια του βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα, πάνω στις βουνοπλαγιές της Ίδης. Ο Απόλλωνας έτσι κι έκανε, μια και δεν μπορούσε ν' αντιμιλήσει στον πατέρα του, τον παντοδύναμο Δία. Μόλις όμως πέρασε ο ένας χρόνος, ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να πληρώσει το θεό για τις υπηρεσίες του και τον έδιωξε κακήν κακώς. Όταν αυτός διαμαρτυρήθηκε, τον απείλησε ότι θα του κόψει τ' αυτιά και θα τον πουλήσει σαν δούλο. Μόλις ο Απόλλωνας ξαναβρήκε τη θεϊκή του δύναμη, έστειλε φονικό λοιμό στην Τροία που ρήμαζε τη χώρα για έξι ολόκληρους μήνες. Οι γυναίκες γεννούσαν νεκρά παιδιά, τα κοπάδια αποδεκατίζονταν και τα σπαρτά ξεραίνονταν χωρίς να δίνουν καρπούς.
          Ο Απόλλωνας πέρασε τη δοκιμασία του βοσκού και για δεύτερη φορά. Αυτό έγινε όταν ο Δίας κεραυνοβόλησε τον Ασκληπιό, γιατί είχε προοδεύσει τόσο πολύ στην ιατρική, ώστε κατόρθωνε να ανασταίνει νεκρούς. Ο Φοίβος πληγώθηκε από το θάνατο του γιου του και για να εκδικηθεί σημάδεψε με τα ολόχρυσα βέλη του πάνω από τον Όλυμπο τους Κύκλωπες που είχαν κατασκευάσει τον κεραυνό. Ο Δίας αγανακτισμένος πια από τη συμπεριφορά του Απόλλωνα δεν αστειευόταν καθόλου· ήθελε να φυλακίσει το γιο του στα ολοσκότεινα και αφιλόξενα Τάρταρα, στα έγκατα της μάνας Γαίας. Όμως η Λητώ τον παρακάλεσε να ελαφρύνει την ποινή του. Τότε μόνο ο Δίας υποχώρησε και διέταξε τον Απόλλωνα να μπει στην υπηρεσία του βασιλιά ’δμητου. Όταν ο Απόλλωνας έφτασε στις Φέρρες της Θεσσαλίας και παρουσιάστηκε στον ’Αδμητο, αυτός από τη γλυκύτητα της μορφής του και τη θεϊκή ομορφιά του κατάλαβε πως ήταν κάποιος θεός μεταμορφωμένος σε θνητό. Έπεσε στα γόνατά του και του πρόσφερε το θρόνο του. Ο Απόλλωνας όμως του εξήγησε ότι ήταν θέλημα του Δία να δουλέψει στην υπηρεσία του και συγκινημένος από την καλή συμπεριφορά και το σεβασμό του ’Αδμητου, έφερε την ευημερία στο παλάτι και σ' όλη τη χώρα· όλες οι αγελάδες γεννούσαν δυο μοσχάρια τη φορά, τα χωράφια κάρπιζαν δυο φορές το χρόνο και όλο και περισσότερα πλούτη συγκεντρώνονταν στα χέρια του ευγενικού ’Αδμητου.
          Ο Απόλλωνας έλαβε μέρος στη Γιγαντομαχία στο πλευρό του πατέρα του Δία. Επίσης συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο και ήταν πάντοτε με το μέρος των Τρώων. Ακόμη συνέβαλε στην ολοκλήρωση της Αργοναυτικής εκστρατείας βοηθώντας τον Ιάσονα να φτάσει στη μαγική χώρα του Αιήτη.Δυο φορές χρειάστηκε ο Απόλλωνας να χρησιμοποιήσει τις σαΐτες του για να υπερασπίσει τη μητέρα του, τη Λητώ. Η πρώτη φορά ήταν όταν ο γίγαντας Τιτυός επιθύμησε τη Λητώ και προσπάθησε να τη βιάσει. Ο θεϊκός γιος της ενέργησε αστραπιαία· σκότωσε με τα βέλη του το γίγαντα λίγο πριν πραγματοποιήσει την άτιμη σκέψη του. Κάποια άλλη φορά μαζί με την αδερφή του ’Αρτεμη εξόντωσαν τα παιδιά της Νιόβης, εκτός από δύο, όταν αυτή καυχήθηκε ότι ήταν πιο ευτυχισμένη και πιο τυχερή από τη Λητώ που είχε μόνο δυο παιδιά, ενώ η ίδια είχε δεκατέσσερα. Ο Απόλλωνας σκότωσε με τα βέλη του τα αρσενικά παιδιά και η ’Αρτεμη τις κόρες. Ο Δίας λυπήθηκε τη Νιόβη και τη μεταμόρφωσε σε βράχο που κλαίει ακόμη για το χαμό των παιδιών της.
          Ο Απόλλωνας ήταν γενικά ο θεός της μουσικής και της ποίησης. Γι' αυτό προέδρευε πάνω στον Ελικώνα, στους αγώνες των Μουσών. Επιπλέον, ήταν θεός και της μαντικής. Πίστευαν ότι εμπνέει τόσο τους μάντεις όσο και τους ποιητές. Επίσης ήταν θεός ποιμενικός που οι έρωτές του με τις Νύμφες και τους νέους που έγιναν λουλούδια τον συνέδεαν με τη βλάστηση και τη φύση. Ήταν ακόμη θεός πολεμιστής που με τα τόξα και τα ολόχρυσα βέλη του μπορούσε να στείλει από μακριά την εκδίκησή του.
          Τα ιερά ζώα τα αφιερωμένα στον Απόλλωνα ήταν ο λύκος και το ελάφι. Από τα πουλιά ο κύκνος, ο γύπας και το κοράκι που από το πέταγμά τους έπαιρναν χρησμούς. Τέλος, από τα θαλάσσια ζώα το δελφίνι, που το όνομά του θύμιζε τους Δελφούς, το κυριότερο ιερό του Απόλλωνα. Η δάφνη ήταν το κατεξοχήν ιερό φυτό του θεού.
          Ο Απόλλωνας ήταν η προσωποποίηση του φωτός και του ήλιου. Αντιπροσώπευε τις καλές τέχνες, τη μουσική και την ποίηση, που τόσο πολύ λάτρεψαν και καλλιέργησαν οι αρχαίοι Έλληνες.

          Comment


            #6
            ΑΡΤΕΜΙΣ

            ΑΡΤΕΜΙΣ

            H ’Αρτεμη είναι μια από τις παλαιότερες, πιο περίπλοκες αλλά και πιο ενδιαφέρουσες μορφές του ελληνικού πανθέου. Κόρη του Δία και της Λητώς, δίδυμη αδερφή του Απόλλωνα, βασίλισσα των βουνών και των δασών, θεά του κυνηγιού, προστάτιδα των μικρών παιδιών και ζώων. Η γέννηση της ιδιόρρυθμης θεάς τοποθετείται στο νησί Ορτυγία. Σ' αυτό το άγονο πετρονήσι και μετά από φοβερές ταλαιπωρίες και περιπλανήσεις είχε καταφύγει η έγκυος Λητώ προκειμένου να κρυφτεί και να προφυλαχτεί από την καταδιωκτική μανία της νόμιμης συζύγου του Δία, της Ήρας. Εκεί και με τη βοήθεια όλων των γυναικείων θεοτήτων (εκτός της Ήρας) ήρθε στο φως η ’Αρτεμη και λίγο αργότερα ο αδερφός της ο Απόλλωνας.
            Από τις πρώτες κιόλας ώρες της γέννησής της η ’Αρτεμη παίρνει πρωτοβουλίες. Αν και νεογέννητο βρέφος, βοηθά την εξουθενωμένη μητέρα της να ξεγεννήσει και το δεύτερο της παιδί και ταυτίζεται με τον τρόπο αυτόν με την Ειλείθυια, τη θεά του τοκετού. Πανέμορφη και πανέξυπνη η ’Αρτεμη, είχε από πολύ νωρίς κερδίσει την εκτίμηση των άλλων θεών. Ήδη από τα τρία της χρόνια είχε συγκεκριμένες απαιτήσεις, που αφορούσαν την ενδυμασία της, τον εξοπλισμό της και την ακολουθία της στην πιο αγαπημένη της ενασχόληση, το κυνήγι. Ήταν παιδί που ήξερε τι ήθελε και πραγματικά σταθερό και άκαμπτο στις αποφάσεις του.
            Ο Δίας τη θαύμαζε για την επιμονή της και, λόγω της ευστροφίας της, της έτρεφε πολύ μεγάλη αγάπη και ικανοποιούσε όλες της τις επιθυμίες. Ένα από τα πρώτα πράγματα που ζήτησε η ’Αρτεμη σαν δώρο από τον πατέρα της ήταν η αιώνια αγνότητα και παρθενία. Πιστή και σταθερή σ' ό,τι ζητούσε και τη δέσμευε, η παρθενική θεά δε σπίλωσε ποτέ ούτε το ήθος της, ούτε και το χαρακτήρα της. Σοβαρή και περήφανη, διατήρησε την αγνότητά της περιφρονώντας ερωτικές πολιορκίες κι επιθέσεις. Αφοσιωμένη στο κυνήγι και τη φύση, αδιαφόρησε για τις χαρές του γάμου και τις απολαύσεις του έρωτα. Με επιβολή και αυστηρότητα απαίτησε την αθωότητα και την παρθενικότητα όχι μόνο του εαυτού της, αλλά και των Νυμφών που την περιστοίχιζαν κι επίσης αυτών που με τις υπηρεσίες τους την τιμούσαν.
            Η ’Αρτεμη ήταν μια θεά αμείλικτη που ποτέ σχεδόν δε συγχωρούσε. Οποιαδήποτε παρατυπία σε βάρος της, οποιαδήποτε παρέκκλιση από τα πιστεύω της και τις αρχές της άξιζε την τιμωρία της. Η αδυσώπητη οργή της ήταν έτοιμη να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή απέναντι στον παραβάτη των αυστηρών της κανόνων. Τα θανατηφόρα της βέλη στόχευαν διαρκώς θνητούς, θεούς και ήρωες που παρέβλεπαν την ύπαρξή της ή αμελούσαν τις αρχές και τη λατρεία της.
            Κάποτε ο Ακταίωνας, ο γιος της Αυτονόης και του Αρισταίου, έτυχε να δει την ’Αρτεμη γυμνή, την ώρα που έκανε το λουτρό της. Η θεά από φόβο μήπως διαδοθεί το περιστατικό, τον μεταμόρφωσε σε ελάφι κι έβαλε τα πενήντα σκυλιά που τον συνόδευαν να τον κατασπαράξουν. Σε μια άλλη περίπτωση η Καλλιστώ, η κόρη του Λυκάονα (και μια από τις συνοδούς της ’Αρτεμης στο κυνήγι) κόντεψε να χάσει τη ζωή της από τα βέλη της θεάς γιατί αποπλανημένη από τον Δία είχε χάσει την αγνότητά της και είχε μείνει έγκυος.Επίσης η ’Αρτεμη σκότωσε και την Αριάδνη, γιατί σύμφωνα με το μύθο είχε απαχθεί και αποπλανηθεί από τον Θησέα στη Νάξο.Τέλος ο Ωρίωνας, ο γιος του Ποσειδώνα, βρήκε κι αυτός τραγικό θάνατο από τα βέλη της ’Αρτεμης, γιατί σύμφωνα με μια παράδοση είχε σμίξει με τη θεά της αυγής Ηώ, ή γιατί σύμφωνα με κάποια άλλη παράδοση είχε καυχηθεί ότι ήταν καλύτερος απ' αυτήν στην τέχνη του τόξου.Η ’ρτεμη είχε ιδιαίτερη αδυναμία στα παιδιά και τους έφηβους. Νέοι και νέες που διατηρούσαν την αθωότητά τους και που ζούσαν σύμφωνα με τις αρχές της ήταν πάντοτε ευνοούμενοί της και βρίσκονταν διαρκώς κάτω από την προστασία της. Ο Ιππόλυτος, μάλιστα, που ήταν αφοσιωμένος σ' αυτήν και τη λατρεία της, αποτελεί ζωντανό παράδειγμα αυτής της τακτικής και αδυναμίας της θεάς.
            Ο Ιππόλυτος, λοιπόν, δεινός κυνηγός κι αλογοδαμαστής, είχε αφιερώσει τη ζωή του στην πανέμορφη ’Αρτεμη και στο ιδανικό που η ίδια πρέσβευε. Καμιά πρόκληση, καμιά γυναίκα δε στάθηκε ποτέ ικανή να τον παρασύρει. Ούτε και η Φαίδρα, η γυναίκα του Θησέα, μπόρεσε με τη γοητεία της να τον αποπλανήσει. Η υποδειγματική του συμπεριφορά έκανε τη θεά να συγκινηθεί και να του χαρίσει τιμές, δόξες και αιώνια -μετά το θάνατό του- μνήμη του ονόματός του. Η ’Αρτεμη ήταν μια από τις ομορφότερες και κομψότερες θεές του Ολύμπου. Οι αρχαίοι Έλληνες πραγματικά τη θαύμαζαν. Τη φαντάζονταν ψηλή, με ευγενική ομορφιά, αγέρωχη κορμοστασιά και περήφανο περπάτημα. Γενικά, η ’Αρτεμη ήταν θεά δραστήρια, σκληρή και αεικίνητη. Στις περισσότερες της εκδηλώσεις εμφανίζεται συνειδητοποιημένη, ώριμη κι αποφασιστική, ενώ λίγα ήταν τα περιστατικά εκείνα στα οποία παρουσίαζε μια εικόνα τελείως διαφορετική.
            Κατά τη θεομαχία, η περήφανη και απαιτητική κόρη του Δία, εμφανίζεται σαν ένα μικρό ανώριμο κορίτσι που οφείλει να υπακούει, να σέβεται και να συμμορφώνεται στις επιταγές της γυναίκας του πατέρα της και του αδερφού της.

            Απέναντι στη διστακτικότητα του Απόλλωνα να μονομαχήσει με τον Ποσειδώνα, η ’Αρτεμη κρατά στάση αρνητική και αντιμετωπίζει το δίδυμο αδερφό της με λόγια ειρωνικά, αναιδή και περιφρονητικά. Η Ήρα, παρούσα στο περιστατικό, εξοργίζεται με τη συμπεριφορά της και με μανία αρχίζει να τη χτυπά με τα ίδια της τα βέλη.
            Μια από τις πιο αγαπημένες ενασχολήσεις της ’Αρτεμης ήταν το κυνήγι. Γυναίκα δραστήρια, ορμητική και ευκίνητη, η ελεύθερη και αεικίνητη θεά διοχέτευε το μεγαλύτερο μέρος της ενεργητικότητάς της στην αναζήτηση και καταδίωξη θηραμάτων στα βουνά. Συνοδευόμενη από δροσερές και όμορφες νύμφες και περιστοιχισμένη από άγρια κυνηγόσκυλα, έτρεχε γύρω από λίμνες, ποτάμια, λιβάδια και βουνά προκειμένου να απαντηθεί με άγρια κυρίως ζώα. Ντυμένη με λιτό ελαφρύ ρούχο και εφοδιασμένη με τον κατάλληλο για την περίσταση εξοπλισμό ριχνόταν με ενθουσιασμό και μανία σ' αυτό που κυρίως την ενδιέφερε. Αδάμαστη, σκληρή κι αγέρωχη, δεινή γνώστρια της τοξευτικής τέχνης και πολύ ικανή δρομέας και κυνηγός, επιδίδονταν με πάθος στο κυνήγι.
            Ένα από τα βασικότερα γνωρίσματα της ’Αρτεμης ήταν η καθολική της κυριαρχία στη φύση. Ήμερα και άγρια ζώα, ψάρια στα νερά και πουλιά στον αέρα ήταν όλα τους κάτω από την προστασία της.
            Ως θεά και προστάτιδα της φύσης η ’Αρτεμη θεωρούνταν υπεύθυνη τόσο για τη γεωργία όσο και για την κτηνοτροφία. Περιοχές που τη λάτρευαν και την τιμούσαν ανελλιπώς είχαν πάντα εύφορη γη, κατάσπαρτα χωράφια, πλούσια συγκομιδή και ζώα υγιή και γόνιμα. Αντίθετα, όσες από τις περιοχές δεν τηρούσαν σωστά τις υποχρεώσεις τους απέναντί της και επιπλέον παρέβλεπαν την ύπαρξή της, είχαν να αντιμετωπίσουν την εκδικητική οργή και μανία της, που ισοδυναμούσε με καταστροφή των σπαρτών και αποδεκατισμό των κοπαδιών.
            Ο ’Αδμητος και ο Οινέας αντιμετώπισαν, εξαιτίας της αμέλειας και της αδιαφορίας που έδειξαν, την οργή της θεάς.Ο ’Αδμητος στη γαμήλια γιορτή του είχε ξεχάσει να θυσιάσει -όπως επιβαλλόταν- στην ’ρτεμη. Η ’Αρτεμη οργισμένη από αυτή την παρατυπία του έστειλε στο νυφικό του κρεβάτι ένα κοπάδι από φίδια, ενώ ετοιμάστηκε να του αφαιρέσει τη ζωή. Μάταια ο Απόλλωνας προσπάθησε να την καλοπιάσει. Τελικά ο ίδιος πείθει τις Μοίρες να του χαρίσουν τη ζωή και σαν αντάλλαγμα να πάρουν τη ζωή κάποιου άλλου δικού του ανθρώπου. Στην απαίτηση αυτή των Μοιρών μόνο η γυναίκα του ’Αλκηστη προθυμοποιείται να προσφερθεί. Τελευταία όμως στιγμή η επέμβαση του Ηρακλή τη σώζει προτού ακόμη προλάβει η ψυχή της να κατέβει στον ’Αδη.
            Ο Οινέας κάποτε είχε ξεχάσει να θυσιάσει στην προστάτιδα της πόλης του Καλυδώνας, δηλαδή στην ’Αρτεμη. Η αδιαφορία του αυτή κόστισε τόσο στην πόλη, όσο και στο λαό της. Ένας τεράστιος κάπρος σταλμένος από τη θεά προκάλεσε τεράστιες καταστροφές σε γη, σε ζώα και ανθρώπους. Κανείς δε τολμούσε να τον σκοτώσει. Ο Μελέαγρος μόνο, ο γιος του Οινέα, ήταν τελικά εκείνος που τον εξόντωσε αλλά στη συνέχεια σκοτώθηκε σε μια συμπλοκή γύρω από τη μοιρασιά. Η γυναίκα και η μητέρα του Μελέαγρου μη αντέχοντας τη θλίψη του θανάτου του αυτοκτόνησαν από τη στεναχώρια τους. Οι αδερφές του, τέλος, που αδιάκοπα τον θρηνούσαν, μεταμορφώθηκαν από την ’ρτεμη σε φραγκόκοτες.
            Πέρα από τη συμμετοχή της σ' όλα τα παραπάνω περιστατικά, η θεά του κυνηγιού παίρνει ενεργό μέρος και σ' έναν από τους δώδεκα άθλους του Ηρακλή. Ο Ηρακλής για μεγάλο διάστημα καταδίωκε μια πανέμορφη ελαφίνα με χρυσά κέρατα και χάλκινα πόδια, ιδιοκτησία της θεάς ’Αρτεμης. Η ’ρτεμη, με τη συνδρομή του αδερφού της, του Απόλλωνα, τον εμποδίζει να σκοτώσει το άγριο ζώο και τον προτρέπει να το παραδώσει στην Τίρυνθα, στο βασιλιά Ευρυσθέα. Με την παραλαβή του ζώου ο Ευρυσθέας αναλαμβάνει να της το ξαναφιερώσει.Όπως στο μύθο με τον Ηρακλή, έτσι και σε πολλά άλλα περιστατικά η ’Αρτεμη συμπράττει με τον αδερφό της τον Απόλλωνα για την επίτευξη κάποιου σκοπού.Στην περίπτωση της Νιόβης που παινεύτηκε (συγκριτικά με τη Λητώ) για τα πολλά και όμορφα παιδιά της έχουμε τη συνεργασία των δυο δίδυμων αδερφών στην τιμωρία της. Επτά βέλη της ’ρτεμης κι επτά του Απόλλωνα καρφώθηκαν στα δεκατέσσερα παιδιά της και τα σκότωσαν. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και για τον ίδιο λόγο η ’ρτεμη σκότωσε κάποτε τη Χιόνη (την κόρη του Δαιδαλίωνα και ερωμένη του Απόλλωνα), γιατί είχε καυχηθεί ότι η ομορφιά της ήταν τέτοια που ξεπερνούσε ακόμα κι αυτήν της πανέμορφης θεάς.
            Ο πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και Τρώων δε βρίσκει την ’Αρτεμη αδιάφορη. Μαζί με τον αδερφό της τον Απόλλωνα, τον ’Αρη, την Αφροδίτη και τη Λητώ συμμετέχει ενεργά με το μέρος των Τρώων. Ένα από τα πρώτα περιστατικά που συνέβησαν προτού ακόμη ξεκινήσει ο πόλεμος οφειλόταν στο θυμό και την οργή της ’Αρτεμης. Ο ελληνικός στόλος, εξαιτίας της άπνοιας που είχε δημιουργήσει η θεά, δεν μπορούσε να ξεκινήσει. Ένα τυχαίο περιστατικό του αρχηγού των Αχαιών Αγαμέμνονα είχε προκαλέσει την κατάσταση αυτή. Κάποτε χωρίς ο ίδιος να το αντιληφθεί είχε εισβάλει σ' ένα άλσος αφιερωμένο στην ’Αρτεμη και είχε σκοτώσει ένα ιερό ελάφι. Η θεά εξοργίστηκε τόσο πολύ που απαίτησε τη θυσία της κόρης του Ιφιγένειας προκειμένου ευνοϊκοί άνεμοι να βοηθήσουν το σαλπάρισμα των ελληνικών καραβιών.
            Ο πληγωμένος από τον Διομήδη, τέλος, Αινείας είχε στη διάρκεια του πολέμου δεχτεί τη βοήθεια της ’Αρτεμης και της Λητώς και είχε κατορθώσει χάρη σ' αυτές να ανακτήσει τις δυνάμεις του και να επιστρέψει στη μάχη.
            Τα σύμβολα της ’Αρτεμης ήταν πολλά και ποικίλα. Ξεκινούσαν από ζώα και φυτά και κατέληγαν σε όπλα: κατσίκα, τράγος, ελάφι, αρκούδα, σκύλος, φίδι, δάφνη, φοίνικας, κυπαρίσσι, σπαθί, φαρέτρα, ακόντιο και άλλα.

            Comment


              #7
              ΑΡΗΣ

              ΑΡΗΣ

              Από τα αρχαία χρόνια οι λαοί για να λύσουν τις διαφορές τους κατέφευγαν στην πιο οδυνηρή για τον άνθρωπο πράξη, τον πόλεμο. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία δεσπόζουν δυο μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις: ο δεκαετής Τρωικός πόλεμος και η Αργοναυτική εκστρατεία. Οι Έλληνες λοιπόν έπλασαν έναν θεό, τον ’Αρη, που προσωποποιούσε αυτή τη φρικτή μάστιγα. Ήταν πάντοτε διψασμένος για αίμα και βασικό του χαρακτηριστικό ήταν η παράλογη μανία και η έλλειψη οποιασδήποτε ευγένειας. Ο ’ρης ανήκε στη δεύτερη γενιά των Ολυμπίων. Ήταν νόμιμος γιος του Δία και της Ήρας. Η αγάπη του να προκαλεί πολέμους και καβγάδες τον έκανε αντιπαθητικό όχι μόνο στους άλλους θεούς μα και στον πατέρα του τον Δία, που δεν έχανε ευκαιρία να τον προσβάλλει και να τον αποκαλεί "αγύριστο κεφάλι". Τη μεγαλύτερη διαμάχη είχε ο ’Αρης με την Αθηνά, που ήταν κι αυτή πολεμική θεά. Όμως η Παλλάδα ήταν παράλληλα και θεά της σοφίας, συνδύαζε δηλαδή τη δύναμη με την εξυπνάδα. Γι' αυτό τις περισσότερες φορές νικούσε και ντρόπιαζε τον πολεμόχαρο θεό. Οι πιο σημαντικές συγκρούσεις ανάμεσά τους έγιναν κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου.
              Όπως μας πληροφορεί ο Όμηρος, ο καβγατζής θεός είχε υποσχεθεί στη μητέρα του Ήρα και στην Αθηνά να βοηθήσει τους Έλληνες. Όμως, ξελογιασμένος από την ομορφιά της Αφροδίτης, πέρασε σε μια κρίσιμη στιγμή στην αντίπαλη παράταξη. Για αρκετό καιρό παραστεκόταν στο σημαντικότερο ήρωα των Τρώων, τον Έκτορα, ο οποίος θέριζε τα κεφάλια των Αχαιών, μια και έλειπε από το πεδίο της μάχης ο Αχιλλέας.
              Η Ήρα αγανακτισμένη με το γιο της που από μικρός μονάχα προβλήματα της προκαλούσε, έτρεξε στον Δία και του ζήτησε την άδεια να διώξει τον ’Αρη από τη μάχη, πληγώνοντάς τον. Αυτός δέχτηκε, μια και δε συμπαθούσε καθόλου το γιο του. Αμέσως η Ήρα έστειλε την Αθηνά να τον κανονίσει όπως αυτή ήξερε.
              Η σοφή Παλλάδα φόρεσε την κυνέα, τη σκούφια δηλαδή του θείου της του Πλούτωνα, που την έκανε αόρατη, και μεμιάς πήδηξε από τον Όλυμπο στην Τρωική πεδιάδα. Έπειτα στάθηκε πάνω στο άρμα του Διομήδη που ξεκινούσε μάχη με τον ’Αρη, χωρίς βέβαια να γνωρίζει ότι ήταν ο Ολύμπιος θεός. Αυτός πρώτος εκτόξευσε το χάλκινο δόρυ του εναντίον του θνητού πολεμιστή, αλλά η αθέατη Αθηνά το έσπρωξε με τα δυο της χέρια και έπεσε στο κενό.
              Τότε ο Διομήδης έριξε το δικό του δόρυ και η Αθηνά το κατεύθυνε στα πλευρά του ’Αρη. Αυτός πληγωμένος έπεσε καταγής και έβγαλε τρομερή φωνή που πανικόβαλε Έλληνες και Τρώες, γιατί ήταν σαν να φώναζαν μαζί δέκα χιλιάδες πολεμιστές. Μετά πέταξε στον Όλυμπο τυλιγμένος σε πυκνά σύννεφα και αμέσως κατευθύνθηκε στο παλάτι του Δία. Του έδειξε κλαίγοντας την πληγή του και άρχισε να του παραπονιέται ότι δείχνει εύνοια στην Αθηνά επειδή είναι καθαρά δικό του παιδί.
              Ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, έξω φρενών με το γιο του, του απάντησε με προσβλητικά λόγια. Αλλά γιος του ήταν και δεν άντεχε να τον βλέπει να πονάει και να κλαίει. Γι' αυτό έδωσε εντολή στον Παίονα, το γιατρό των θεών, να θεραπεύσει την πληγή του. Αλλά και στην τελική μάχη του Τρωικού πολέμου όλοι οι θεοί, με την άδεια μάλιστα του Δία, έτρεξαν πάνοπλοι στο πεδίο της μάχης. Στο στρατόπεδο των Ελλήνων παρατάχτηκαν η Ήρα, η Αθηνά, ο Ποσειδώνας και ο θεϊκός σιδηρουργός Ήφαιστος. Πλάι στους Τρώες κατέφτασαν ο κρανοσείστης ’Αρης, η σαϊτεύτρα ’Αρτεμη, ο μακρυμάλλης Φοίβος, η Λητώ, η γελαστή Αφροδίτη και ο ποταμός Ξάνθος. Ο ’Αρης, που ήταν χολωμένος με την Αθηνά, γιατί πάντα τον ντρόπιαζε μπροστά στα μάτια των Ολυμπίων, όρμησε με την πρώτη ευκαιρία καταπάνω της και της μίλησε με άσχημα λόγια: - Αδιάντροπη σκύλα, που με τον εγωισμό σου και την αυθάδειά σου προκαλείς μπελάδες στους θεούς. Έπειτα έριξε το δόρυ του στην αιγίδα της Αθηνάς που ούτε ο κεραυνός του Δία δεν τη διαπερνούσε. Η θεά τραντάχτηκε και έκανε δυο τρία βήματα προς τα πίσω. Χωρίς να χάσει το θάρρος της, άρπαξε μια πελώρια κοτρόνα που οι άνθρωποι την είχαν στήσει για σύνορο και την εκσφενδόνισε στον πολεμόχαρο θεό. Η κοτρόνα χτύπησε τον ’Αρη στο λαιμό, λύγισαν τα γόνατά του και έπεσε φαρδύς πλατύς κάτω. Το τεράστιο κορμί του απλώθηκε και σκέπασε εφτά στρέμματα. Τα γόνατά του μάτωσαν και τα μαλλιά του γέμισαν χώματα. Όλοι οι θεοί άρχισαν να γελάνε όταν είδαν ξαπλωμένο καταγής το θεό του πολέμου, που για μια ακόμη φορά τον ρεζίλεψε η Αθηνά. Μονάχα η Αφροδίτη έτρεξε κοντά του, τον βοήθησε να σηκωθεί και πιάνοντάς τον από το χέρι τον ανέβασε στον Όλυμπο.

              Αρκετές διαφορές επίσης είχε ο ’Αρης με το γνωστό ήρωα Ηρακλή, που απολάμβανε όμως την προστασία της Αθηνάς. Κάποτε ο Κύκνος, που ήταν γιος του πολεμόχαρου θεού και της Πελοπείας, ήθελε να χτίσει από κρανία ανδρών ένα ναό προς τιμή του πατέρα του γι' αυτό σκότωνε όλους τους περαστικούς. Το ίδιο προσπάθησε να κάνει και με τον Ηρακλή. Ο ’Αρης έσπευσε στο πλευρό του γιου του και ανάγκασε τον ήρωα να απομακρυνθεί. Στη συνέχεια όμως ο Ηρακλής επέστρεψε και σκότωσε τον Κύκνο. Γι' αυτό το περιστατικό υπάρχουν διάφορες παραλλαγές. Έτσι, διηγούνται πως ο Κύκνος συμφώνησε με τον ’Αρη να σκοτώσουν τον Ηρακλή. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης ο ήρωας σκότωσε τον Κύκνο και τραυμάτισε τον αθάνατο θεό στο μηρό. Κάποιος άλλος ποιητής αφηγείται πως ο Κύκνος ήταν γιος του ’Αρη και της Πυρήνης και προκάλεσε σε μονομαχία τον Ηρακλή. Ο θεός ήθελε να βοηθήσει το γιο του, καίγοντας τον αντίπαλο. Όμως ο Δίας, που ήταν πατέρας του ήρωα, έριξε κεραυνό ανάμεσά τους και τους χώρισε. Ένας άλλος γιος του ’Αρη που είχε διαφορές με τον Ηρακλή ήταν ο Διομήδης από τη Θράκη. Η χώρα αυτή ήταν βάρβαρη και ο ’Αρης είχε πολλές σχέσεις μαζί της. Λέγεται μάλιστα πως εκεί είχε δεύτερο παλάτι και έμενε για μεγάλο διάστημα του χρόνου. Αυτός ο γιος του είχε φοράδες που τρέφονταν με ανθρώπινο κρέας. Ο Ηρακλής τις άρπαξε και τις οδήγησε στη θάλασσα. Ο Διομήδης καταδίωξε τον ήρωα, αλλά θανατώθηκε από τα βέλη του.
              Ακόμη, λένε, πως ο ’ρης είχε αναθρέψει τις Στυμφαλίδες Όρνιθες, τα αρπακτικά όρνια που τρέφονταν με ανθρώπινο κρέας. Αυτές τις εξόντωσε ο Ηρακλής, εκτελώντας έναν από τους δώδεκα άθλους που του ανέθεσε ο Ευρυσθέας. Αυτό το κατόρθωμα πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια της Αθηνάς, που του έδωσε τα κύμβαλα του Ήφαιστου. Αλλά και στη Γιγαντομαχία ο ’Αρης, όπου θα έπρεπε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν τα κατάφερε ιδιαίτερα καλά, σε αντίθεση με την Αθηνά και τον Ηρακλή, που μάλιστα τότε ήταν ακόμη θνητός. Απ' ό,τι μας πληροφορεί ο Ησίοδος σκότωσε μονάχα ένα Γίγαντα, τον Μίλαντα.
              Από τη γενιά των Γιγάντων όμως ο ’ρης γνώρισε μια ακόμη φοβερή προσβολή. Οι Αλωάδες, ο Ώτος και ο Εφιάλτης, τον έπιασαν αιχμάλωτο. Αυτό συνέβη, είτε κατά την προσπάθεια των Γιγάντων να ανέβουν πάνω στον Όλυμπο, τοποθετώντας το ένα βουνό πάνω στο άλλο, είτε κατά την εκτέλεση του καθήκοντος που τους ανέθεσε η Αφροδίτη, να φυλάνε δηλαδή τον ’Αδωνη. Για τον έναν ή τον άλλο λόγο, οι Αλωάδες τον κράτησαν φυλακισμένο μέσα σ' ένα μεγάλο χάλκινο μπουκάλι, για δεκατρείς ολόκληρους μήνες. Και θα έμενε ακόμη περισσότερο αν δεν ξέφευγε το μυστικό από το στόμα της Ερίβοιας, της μητριάς των Γιγάντων. Το άκουσε ο Ερμής και έτρεξε να τον απελευθερώσει. Ο ’Αρης δεν τολμούσε να εμφανιστεί μπροστά στους αθάνατους, γιατί ήξερε πως θα αντιμετώπιζε τις αυστηρές επιπλήξεις του πατέρα του, μα και τα κοροϊδευτικά γέλια των άλλων θεών και κυρίως της Αθηνάς. Γι' αυτό έτρεξε και κρύφτηκε στα βράχια της Νάξου.
              Ο θεός κάποτε ζευγάρωσε με την κόρη του Κέκροπα Αγραύη και απέκτησε την Αλκίππη. Από την ομορφιά της όμως θαμπώθηκε ο Αλιρρόθιος, που ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Νύμφης Ευρύτης. Επειδή η κόρη αντιστεκόταν στο ερωτικό του κάλεσμα, ο Αλιρρόθιος τη βίασε. Ο ’Αρης, για να εκδικηθεί το ατίμασμα της κόρης του, τον σκότωσε. Ο Ποσειδώνας κάλεσε έκτακτο δικαστήριο των θεών, για να κρίνει τον ένοχο φόνου. Η συνεδρίαση του δικαστηρίου έγινε πάνω σ' ένα λόφο κοντά στην Ακρόπολη. Εκεί οι θεοί αποφάσισαν την αθώωση του ’ρη.
              Ο λόφος ονομάστηκε ’Αρειος Πάγος (βράχος του ’ρη) και από τότε καθιερώθηκε όλες οι ποινικές υποθέσεις να εκδικάζονται εκεί.
              ’Αλλοι πάλι λένε πως οι Αμαζόνες, οι περίφημες πολεμίστριες, ήταν κόρες του ’Αρη. Κάποτε που κατέλαβαν την Αθήνα, στα χρόνια που βασιλιάς ήταν ο Θησέας, πρόσφεραν θυσία στον πατέρα τους πάνω στο λόφο, ο οποίος από τότε πήρε το όνομά του ’ρη.
              Σπουδαίο ρόλο κατέχει ο ’ρης στο μύθο του Κάδμου, του γενάρχη των Θηβαίων. Πιο συγκεκριμένα, ο Κάδμος σκότωσε έναν δράκοντα που ήταν γιος του Ολύμπιου θεού και της Νύμφης Τέλφουσας. Γι' αυτόν το λόγο ο ήρωας υποχρεώθηκε να υπηρετήσει ως δούλος τον ’Αρη για ένα χρόνο. Με εντολή του θεού ο Κάδμος έσπειρε τα μισά δόντια του δράκου σε οργωμένο χωράφι και από τη γη φύτρωσαν άγριοι πολεμιστές που ονομάστηκαν Σπαρτοί. Με ένα έξυπνο σχέδιο του Κάδμου αυτοί αλληλοεξοντώθηκαν επέζησαν μόνο πέντε, που αποτέλεσαν τους πρώτους πολίτες της Θήβας. Αργότερα ο ’Αρης συμφιλιώθηκε με τον Κάδμο και του έδωσε για σύζυγό του την Αρμονία, κόρη του από την Αφροδίτη. Όλοι οι Ολύμπιοι παραβρέθηκαν στο γάμο της θεάς με το θνητό ήρωα. Ο Απόλλωνας με τις Μούσες τραγούδησαν όμορφους ύμνους και ο Ήφαιστος χάρισε στη νύφη ένα πανώριο πέπλο και ένα μαλαματένιο περιδέραιο.
              Η πιο γνωστή ερωτική περιπέτεια του ’Αρη είναι η παράνομη σχέση του με την Αφροδίτη. Αυτή ήταν νόμιμη σύζυγος του Ήφαιστου. Όταν είδε το καλογυμνασμένο κορμί του ’ρη και το πανώριο πρόσωπό του, δεν μπόρεσε ν' αντισταθεί στο ερωτικό του κάλεσμα. Η απιστία αυτή έγινε αντιληπτή από τον Ήλιο, που τα φανέρωσε όλα στο θεϊκό σιδηρουργό. Αυτός για να τους πιάσει επ' αυτοφώρω, έβαλε στο κρεβάτι του μαγικά δίχτυα και προσποιήθηκε πως έφευγε ταξίδι στη Λήμνο. Ο θεός του πολέμου μόλις τον είδε να φεύγει, έτρεξε στο παλάτι του και συνάντησε την Αφροδίτη. Οι δυο εραστές όταν ξάπλωσαν στο κρεβάτι, πιάστηκαν στα μαγικά δίχτυα. Σε λίγο εμφανίστηκε ο Ήφαιστος και ειδοποίησε όλους τους θεούς. Αυτοί άρχισαν να γελούν, όταν είδαν τους παγιδευμένους εραστές. Μόλις ο Ήφαιστος τους ελευθέρωσε, ύστερα από παρέμβαση του Ποσειδώνα, η Αφροδίτη κατέφυγε στο ναό της στην Πάφο και ο ’Αρης στη Θράκη.
              Εκτός από την Αρμονία, ο ’ρης από τις σχέσεις του με την Αφροδίτη απέκτησε δυο γιους, τον Δείμο (Τρόμο) και τον Φόβο. Αυτοί ήταν υπηρέτες και αχώριστοι σύντροφοι του ’Αρη. Τον ακολουθούσαν σ' όλα τα πεδία της μάχης και οι αρχαίοι τους λάτρευαν μαζί με το θεό του πολέμου. Τους πρόσφεραν θυσίες πριν την έναρξη της μάχης, για να διώξουν το φόβο από τη δική τους παράταξη και να τον σκορπίσουν στους αντιπάλους.
              Επιπλέον, από το ζευγάρωμά του με τη Νύμφη ’Αρπινα, ο ’ρης απέκτησε τον Οινόμαο. Αυτός είχε μια πολύ όμορφη κόρη, την Ιπποδάμεια. Δεν ήθελε όμως να την παντρέψει, γιατί και ο ίδιος ήταν ερωτευμένος μαζί της. Γι' αυτόν το λόγο, καλούσε τους επίδοξους γαμπρούς σε αγώνα ταχύτητας με άρματα. Αυτός είχε στο άρμα του δυο άλογα, δώρο του πατέρα του, που έτρεχαν πιο γρήγορα κι από τον άνεμο. Έτσι νικούσε πάντα και στη συνέχεια σκότωνε τους υποψήφιους γαμπρούς του. Μονάχα ο Πέλοπας κατάφερε να τον νικήσει, με τις συμβουλές της Ιπποδάμειας, η οποία τον ερωτεύτηκε.
              Επίσης ο Μελέαγρος ήταν γιος του ’Αρη από την Αλθέα, τη γυναίκα του Οινέα. Αυτή κατάφερε να σώσει το γιο της την τελευταία στιγμή, κρύβοντας το δαυλό της μοίρας του σ' ένα κιβώτιο. Όταν όμως ο Μελέαγρος για να υπερασπίσει την αγαπημένη του Αταλάντη σκότωσε τα αδέρφια της Αλθέας, αυτή έριξε το δαυλό στη φωτιά και ο γιος της ξεψύχησε αμέσως.
              Εξάλλου, γιος του ’Αρη ήταν ο Αερόπης, που με παρέμβαση του θεού κατάφερε να θηλάζει από τη νεκρή μητέρα του. Ακόμη η Φιλονόμη σαγηνεύτηκε από τον πολέμαρχο θεό και γέννησε τον Λύκαστο, που έγινε βασιλιάς της Αρκαδίας. Επιπλέον, από τη Χρυσή απέκτησε τον Ιξίωνα και την Κορώνη. Τέλος, στη Λιβύη θεωρούσαν γιο του τον Λύκαστο, που συνήθιζε να θυσιάζει στον πατέρα του όλους τους ξένους που έφταναν στη χώρα του.
              Οι αρχαίοι Έλληνες δε συμπαθούσαν τον πολεμόχαρο θεό, γι' αυτό δεν του αφιέρωσαν μεγαλόπρεπους ναούς και ιερά, όπως έκαναν στους άλλους Ολύμπιους. Η λατρεία του ήταν διαδομένη κυρίως στην Πελοπόννησο, στο ’Αργος, τη Μαντινεία και τη Σπάρτη. Θεωρούσαν πως ο ’ρης παρευρισκόταν σ' όλα τα πεδία της μάχης, άλλοτε πεζός και άλλοτε πάνω στο άρμα του, που το έσερναν τέσσερα άλογα, παιδιά της Ερινύας και του Βορρά. Εκτός από τον Δείμο και τον Φόβο στη συνοδεία του συμμετείχαν η τρομερή Έριδα, που προσωποποιούσε τη διχόνοια, και οι Κήρες, που διέσχιζαν τα πεδία των μαχών και σκόρπιζαν την καταστροφή.Τα κυριότερα σύμβολα του ’Αρη ήταν το δόρυ και ο αναμμένος πυρσός. Από το ζωικό βασίλειο σύμβολά του ήταν οι γύπες που έτρωγαν τα πτώματα των σκοτωμένων πολεμιστών και τα σκυλιά τα οποία του θυσίαζαν στη Σπάρτη μαζί με ταύρους και πετεινούς.

              Comment


                #8
                ΑΘΗΝΑ

                ΑΘΗΝΑ

                H Αθηνά ήταν η θεά που συμβόλιζε τη σοφία. Οι Έλληνες, ο πρώτος λαός που κατέκτησε τη λογική σκέψη και διατύπωσε καθολικούς νόμους για τη λειτουργία του σύμπαντος, έπλασαν μια θεά που προσωποποιούσε την εξυπνάδα και τη φρόνηση. ’Αλλωστε, ακόμη και ο τρόπος γέννησης της θεάς ήταν τέτοιος που μαρτυρούσε τις ιδιότητές της. Η γαλανομάτα κόρη ξεπήδησε από το κεφάλι του παντοδύναμου και πάνσοφου Δία.Τον καιρό που ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων ανατρεφόταν στην Κρήτη, χωρίς να το γνωρίζει ο Κρόνος, από τις Νύμφες του βουνού και τις Ωκεανίδες, ερωτεύτηκε τη Μήτιδα. Αυτή ήταν η πιο συνετή από όλες τις αδερφές της. Με τις συμβουλές της βοήθησε αποφασιστικά τον Δία να πάρει την τελική νίκη. Αυτή του έδωσε το μαγικό βοτάνι με το οποίο ο φοβερός παιδοφάγος αναγκάστηκε να βγάλει από το στομάχι του τους θεούς που είχε καταπιεί. Η Μήτιδα ήταν η πρώτη σύζυγος του Δία ή σύμφωνα με άλλους η πρώτη ερωμένη του. Σε κάποιο γλέντι που έγινε στον Όλυμπο για να επισημοποιήσουν τη σχέση τους, ο Ουρανός και η Γη αποκάλυψαν στον εγγονό τους πως θα του χάριζε πρώτα μια κόρη και ύστερα ένα γιο, που θα γινόταν τόσο δυνατός, ώστε θα ονομαζόταν πρώτος των θεών.Ο χρησμός αυτός των προγόνων του τον έβαλε σε σκέψεις. Έτσι, όταν είδε τη γυναίκα του έγκυο, δεν μπορούσε να ηρεμήσει. Γι' αυτό ζήτησε ένα βοτάνι από τη γιαγιά του που όποιος το έτρωγε γινόταν μικρός σαν το δάχτυλο. Η Γαία του έκανε τη χάρη και αυτός έτρεξε στη Μήτιδα και της το έδωσε να το καταπιεί, λέγοντας πως θα έκανε γερά παιδιά. Έτσι κι έγινε μα σε λίγο η Μήτιδα άρχισε να μικραίνει. Τότε ο Δίας άνοιξε το τεράστιο στόμα του και την κατάπιε. Κατέφυγε δηλαδή στο κόλπο του πατέρα του, αλλά ο ίδιος εξαφάνισε και τη σύζυγό του μαζί με το παιδί που είχε στην κοιλιά της. Ο Δίας από τη στιγμή που κατάπιε τη Μήτιδα κατέκτησε ολόκληρη τη σοφία του κόσμου. Ήξερε κάθε στιγμή ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό.
                Ύστερα από λίγες μέρες άρχισε να τον ενοχλεί κάτι στο κεφάλι του. Ένιωθε σαν ένα μικρό σπαθί να αγγίζει απαλά το μυαλό του. Καθώς όμως ο καιρός περνούσε οι ενοχλήσεις έγιναν πιο έντονες και ο πόνος στο κεφάλι πολύ δυνατός. Ο Δίας βογκούσε από τους πόνους! όλες οι θεές προσπαθούσαν να τον καταπραΰνουν με μαγικά βότανα, αλλά τίποτε. Ούρλιαζε και χτυπιόταν καταγής, έτσι που ολόκληρος ο Όλυμπος αντιλαλούσε και σειόταν από τις σπαρακτικές του φωνές. Μια νύχτα που δεν άντεχε άλλο, κάλεσε τον Ήφαιστο να έρθει στο παλάτι του με το τεράστιο σφυρί του. Ο γιος του έφτασε μουντζουρωμένος και ιδρωμένος.
                Μόλις τον είδε ο Δίας του είπε: - Γρήγορα Ήφαιστε, δώσε μια με το σφυρί σου στο κεφάλι μου για να με γλιτώσεις μια και καλή απ' αυτό το μαρτύριο. Ο θεϊκός σιδηρουργός κοντοστάθηκε, γούρλωσε τα μάτια του και αρνήθηκε να κάνει κάτι τέτοιο. Όμως ο Δίας δεν αστειευόταν. Οργισμένος απείλησε τον Ήφαιστο πως θα τον πετούσε για δεύτερη φορά από τον Όλυμπο. Τρομαγμένος ο νεαρός θεός σήκωσε το τεράστιο σφυρί και το κατέβασε μ' όλη του τη δύναμη στο κεφάλι του πατέρα του. Τότε μπροστά στα κατάπληκτα μάτια των Ολυμπίων ξεπετάχτηκε από το κεφάλι του Δία μια γαλανομάτα κόρη πάνοπλη. Κρατούσε ασπίδα, φορούσε περικεφαλαία και κουνούσε απειλητικά το δόρυ της. Ήταν η Αθηνά, πολεμική θεά μα και προστάτιδα της σοφίας κληρονόμησε την παντοδυναμία του πατέρα της και τη σύνεση της Μήτιδας. Την ώρα της γέννησής της έβγαλε μια πολεμική κραυγή που έκανε τον Όλυμπο να σειστεί ολόκληρος και έφτασε ως τα πέρατα του κόσμου. Η γη τραντάχτηκε και η θάλασσα αναταράχτη,. πελώρια κύματα σηκώθηκαν απειλητικά και τη σκέπασαν. Ο Ήλιος σταμάτησε το ολόχρυσο άρμα του και παρακολουθούσε τη θεά μέχρι να βγάλει την πανοπλία της από το αδύναμο ακόμη κορμί της. Σε λίγο σταμάτησε η κοσμοχαλασιά που προκάλεσε η γέννηση της θεάς. Η φύση ολόκληρη γαλήνεψε. Ο Δίας, που απαλλάχτηκε από το φοβερό πονοκέφαλό του, ανακουφισμένος αντίκρισε τη νέα του κόρη και της χαμογέλασε. Αυτή σε λίγη ώρα μεγάλωσε και απέκτησε σ' όλη του την έκταση το θεϊκό της μεγαλείο. Οι θεοί έστησαν γλέντι για να καλωσορίσουν τη νέα τους σύντροφο. Το χορό έσυρε πρώτη η Αθηνά. Σύμφωνα μ' έναν άλλο μύθο που έλεγαν στην Κρήτη, η θεά γεννήθηκε στο νησί από ένα σύννεφο που χτύπησε ο Δίας με τον κεραυνό του. ’Αλλοτε πάλι έλεγαν πως ήταν κόρη του γίγαντα Πάλλαντα ή κόρη του Ποσειδώνα και της Τριτωνίδας. Πολλές φορές την ονόμαζαν Παλλάδα. Για το όνομα αυτό υπήρχε ο ακόλουθος μύθος. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της μεγάλωσε με μια κοπέλα που ονομαζόταν Παλλάδα. Είχαν γίνει πολύ αγαπημένες φίλες. Μάθαιναν μαζί την πολεμική τέχνη και έπαιζαν αρκετά βίαια παιχνίδια. Μια μέρα που μάλωσαν, η Παλλάδα ήταν έτοιμη να χτυπήσει την Αθηνά. Όμως ο Δίας που τα έβλεπε όλα, φοβήθηκε για τη μικρή του κόρη και την προστάτεψε με την αιγίδα του. Η κοπέλα τρόμαξε όταν είδε να προσγειώνεται μπροστά της η τρομερή ασπίδα. Η μικρή θεά εκμεταλλεύτηκε την ταραχή της και τη χτύπησε θανάσιμα. Όταν κατάλαβε πως η φιλενάδα της είχε πεθάνει, τότε ξέσπασε σε απαρηγόρητο κλάμα. Για να τιμήσει τη νεαρή της φίλη, δημιούργησε ένα άγαλμα που της έμοιαζε και το τοποθέτησε δίπλα στον πατέρα της. Το άγαλμα ήταν ξύλινο και ονομάστηκε Παλλάδιο. Κάποτε όμως ο Δίας το πέταξε από τον Όλυμπο και αυτό έπεσε στην Τροία τον καιρό που χτιζόταν η πόλη. Το άγαλμα αυτό προστάτευε από τότε την περιοχή. Επειδή είχε πέσει στο ναό της Αθηνάς, ονόμασαν τη θεά Αθηνά-Παλλάδα. Πολλές πόλεις στην αρχαιότητα υποστήριζαν πως είχαν Παλλάδια και πως απολάμβαναν την προστασία της. Η Αθηνά είναι το πιο αγαπημένο παιδί του Δία και πέρασε ολόκληρη τη ζωή της αφοσιωμένη στον πατέρα της που τον υπεραγαπούσε. Πολύτιμη ήταν η βοήθειά της στη Γιγαντομαχία όπου σκότωσε και έγδαρε τον Πάλλαντα και καταπλάκωσε τον Εγκέλαδο με τη Σικελία. Μόνο αυτή έμεινε πλάι στον Δία, όταν ο φοβερός Τυφώνας όρμησε στον Όλυμπο. Μονάχα μια φορά συμμετείχε στη συνωμοσία της Ήρας, του Ποσειδώνα και του Απόλλωνα εναντίον του πατέρα της. Μα και τότε ήταν η μόνη που δε γνώρισε την οργή του Δία και έτσι η σχέση αγάπης και στοργής συνεχίστηκε χωρίς άλλα προβλήματα. Η Αθηνά αγαπούσε τις πολεμικές και τις καλές τέχνες και ασχολούνταν διαρκώς μ' αυτές. Δεν είχε καθόλου ερωτικές περιπέτειες και συμβόλιζε την αιώνια παρθενία. Γι' αυτό άλλωστε οι Αθηναίοι ονόμασαν το ναό της θεάς πάνω στην Ακρόπολη, Παρθενώνα. Μόνο μια φορά λένε προσπάθησε να την ενοχλήσει ερωτικά ο Ήφαιστος, μα η θεά αντιστάθηκε παλικαρίσια. Από το σπέρμα του θεού που έπεσε στη γη γεννήθηκε ο Εριχθόνιος, ένας ονομαστός ήρωας της Αθήνας, που η θεά του συμπεριφερόταν σαν να ήταν γιος της. ’Αλλοι ισχυρίζονται πως ο Εριχθόνιος ήταν γιος της Γαίας που τον εμπιστεύτηκε στην Αθηνά να τον αναθρέψει. Λένε μάλιστα πως ο ήρωας καθιέρωσε τα Παναθήναια, τη σημαντικότερη γιορτή προς τιμή της Αθηνάς. Επίσης πίστευαν πως η θεά του δίδαξε να οδηγεί το τέθριππο, το άρμα δηλαδή που έσερναν τέσσερα άλογα. Πιο αγαπημένη της πόλη ήταν η Αθήνα, που πήρε και το όνομά της. Έλεγαν πως πρώτος έφτασε στην Αττική ο Ποσειδώνας. Αυτός χτύπησε με την τρίαινά του ένα βράχο της Ακρόπολης και αμέσως ανάβλυσε μια πηγή με αλμυρό νερό. Κατόπιν η Αθηνά, που διεκδικούσε κι αυτή την κυριαρχία και την προστασία του τόπου, φύτεψε μια ελιά. Τότε οι υπόλοιποι Ολύμπιοι μπήκαν κριτές στη διαμάχη των θεών και αποφάσισαν υπέρ της Αθηνάς.
                Σύμφωνα μ' έναν άλλο μύθο κάποτε φύτρωσε στην Ακρόπολη μια ελιά και παραπέρα ανάβλυσε μια πηγή. Ο Κέκροπας που ήταν άρχοντας της περιοχής ζήτησε τη συμβουλή του μαντείου και πληροφορήθηκε πως το δέντρο αντιπροσώπευε την Αθηνά και η πηγή τον Ποσειδώνα. Τότε κάλεσε λαϊκή συνέλευση των ανδρών και των γυναικών. Όλοι οι άνδρες ψήφισαν υπέρ του Ποσειδώνα και όλες οι γυναίκες υπέρ της Αθηνάς. Όμως αυτές ήταν περισσότερες και έτσι η πόλη δόθηκε στη θεά. Ο Ποσειδώνας οργισμένος πλημμύρισε την περιοχή. Οι άνδρες, τότε, για να τιμωρήσουν τις γυναίκες, τις απαγόρευσαν να συμμετέχουν στις συνελεύσεις και να ψηφίζουν. Αλλά η πιο κοινή εκδοχή του μύθου είναι η ακόλουθη. Οι θεοί είπαν στους αντίδικους ότι θα κέρδιζε την πόλη εκείνος που θα έκανε το πιο χρήσιμο δώρο στους κατοίκους. Τότε ο Ποσειδώνας χτύπησε την τρίαινά του στη γη και ξεπετάχτηκε ένα κατάλευκο άλογο.
                Οι αθάνατοι θαύμασαν το δώρο αυτό, γιατί ήξεραν πόσο χρήσιμο ήταν στη γεωργία και στα άλλα επαγγέλματα. Αμέσως όμως η σοφή Αθηνά χτύπησε με το δόρυ της την αττική γη και φύτρωσε μια φουντωτή και αειθαλής ελιά. Τότε οι Ολύμπιοι αποφάσισαν πως ο καρπός του ευλογημένου δέντρου ήταν πιο χρήσιμος για τους ανθρώπους της περιοχής και έτσι έδωσαν τη νίκη στην Αθηνά. Η Αθηνά, ως παρθενική θεά, δεν τα πήγαινε καλά με την Αφροδίτη, την προστάτιδα του έρωτα. Πολύ συχνά μάλωναν και λογοφέρνανε, ακόμη και μπροστά στον πατέρα τους, τον Δία. Αυτός πάντα προσπαθούσε να τις συμφιλιώσει. Φαίνεται όμως πως δεν τα κατάφερνε, όταν οι δυο θεές βρέθηκαν αντίπαλες στον Τρωικό πόλεμο, η Αθηνά δε δίστασε, μέσω του Διομήδη βέβαια, να χτυπήσει την Αφροδίτη και να την πληγώσει. Η πολεμική θεά στάθηκε στο πλευρό πολλών γνωστών ηρώων της αρχαιότητας. Ένας από τους προστατευόμενούς της ήταν ο Ηρακλής. Από την πρώτη στιγμή που τον αντίκρισε η Αθηνά, τότε που ο θνητός ακόμα ήρωας έτρεξε στο πλευρό του Δία για να αντιμετωπίσει τους Γίγαντες, τον συμπάθησε. Με τις πολύτιμες συμβουλές της κατόρθωσε να εξοντώσει τον Αλκυονέα. Όμως και αργότερα, όταν ο Ευρυσθέας υπέβαλε τον Ηρακλή στη δοκιμασία των δώδεκα άθλων, τον βοήθησε. Του χάρισε τα κύμβαλα που ήταν έργο του θεϊκού τεχνίτη Ήφαιστου. Χτυπώντάς τα ο ήρωας τρόμαξε τις Στυμφαλίδες όρνιθες που πέταξαν από τις κρυμμένες φωλιές τους και έτσι τις σκότωσε με τα βέλη του. Για να την ευχαριστήσει της αφιέρωσε τα χρυσά μήλa των Εσπερίδων. Με τη βοήθεια της θεάς ο Περσέας κατάφερε να εξοντώσει τη Γοργόνα. Αυτή ήταν ένα τέρας που αντί για μαλλιά είχε φίδια και τα τρομερά της μάτια προκαλούσαν φριχτό πανικό σ' όποιον τα αντίκριζε ή τον απολίθωναν. Ο ήρωας, όταν πήγε ν' αντιμετωπίσει το φριχτό τέρας, είχε μαζί του τη γυαλιστερή ασπίδα που του έδωσε η Αθηνά. Έτσι, ενώ είχε αλλού στραμμένο το βλέμμα του, παρακολουθούσε τη Γοργόνα που καθρεφτιζόταν πάνω στην ασπίδα και την αποκεφάλισε. Πρόσφερε το φοβερό κεφάλι της, που ακόμη και κομμένο διατηρούσε τις ιδιότητές του, στην Αθηνά. Η θεά τοποθέτησε το λεγόμενο "γοργώνειο" πάνω στην αιγίδα που της είχε κάνει δώρο ο πατέρας της. Μάζεψε το αίμα που πετάχτηκε από τις φλέβες του τέρατος και το έδωσε στον Ασκληπιό, ο οποίος το χρησιμοποίησε σαν γιατρικό. ’Αλλοι πάλι λένε πως έδωσε δυο σταγόνες αίματος στον Εριχθόνιο. Η μια προκαλούσε το θάνατο και η άλλη είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Ακόμη λένε πως όταν ο Περσέας αποκεφάλισε τη Γοργόνα, οι αδερφές της, η Σθενώ και η Ευρυάλη, που ήταν αθάνατες, τη θρήνησαν γοερά. Όμως αυτός ο θρήνος προερχόταν από τα φίδια που είχαν στα μαλλιά τους και όχι από τις ίδιες. Η Αθηνά προσπάθησε να βρει έναν τρόπο για να τον μιμηθεί. Πήρε λοιπόν το κόκαλο ενός μεγάλου ελαφιού που της είχαν θυσιάσει, άνοιξε κάποιες τρύπες και φυσούσε κατά διαστήματα μέσα στο καινούριο μουσικό όργανο που το ονόμασε φλογέρα. Ενθουσιασμένη έτρεξε στον Όλυμπο και έδειξε την εφεύρεσή της στους θεούς. Η Ήρα και η Αφροδίτη όμως ξέσπασαν σε ειρωνικά γέλια. Η Αθηνά δεν μπορούσε να εξηγήσει τη συμπεριφορά τους και θύμωσε πάρα πολύ. Τότε της εξήγησαν πως καθώς έπαιζε τη φλογέρα φούσκωναν τα κόκκινα μάγουλά της, παραμορφωνόταν το πρόσωπό της και ήταν πολύ αστεία. Η θεά έτρεξε πεισμωμένη σ' ένα ρυάκι και καθρεφτίστηκε στα νερά του παίζοντας φλογέρα. Κατάλαβε πως οι θεές είχαν δίκιο που την ειρωνεύονταν και οργισμένη πέταξε το μουσικό όργανο.
                Γιος της Γοργόνας και του Ποσειδώνα ήταν το φτερωτό άλογο Πήγασος. Ένας ήρωας, ο Βελλεροφόντης, ζήτησε κάποτε τη βοήθεια της Αθηνάς για να συλλάβει και να δαμάσει το άλογο. Μια νύχτα που ο ήρωας κοιμήθηκε στο ναό της, αυτή εμφανίστηκε στον ύπνο του και του χάρισε ένα χαλινάρι με το οποίο το δάμασε. Η Αθηνά ήταν πολύ ντροπαλή με τους άντρες. Έτσι, κάποια μέρα που ο Τειρεσίας την είδε γυμνή να λούζεται στα νερά μιας λίμνης μαζί με τη Νύμφη Χαρικλώ, τον εκδικήθηκε χωρίς οίκτο. Μ' ένα απλό άγγιγμα των ματιών του τον έκανε τυφλό για όλη του τη ζωή. Η φιλενάδα της όμως την παρακαλούσε να τον ευσπλαχνιστεί. Επειδή δεν μπορούσε να πάρει πίσω μια θεϊκή απόφαση, ευνόησε διαφορετικά τον Τειρεσία. Καθάρισε τόσο καλά τα αυτιά του, ώστε μπορούσε να καταλάβει το κελάηδημα των πουλιών και του έδωσε ένα ραβδί που τον βοηθούσε να περπατάει όπως οι άνθρωποι που έβλεπαν. Από τότε ο Τειρεσίας έγινε ο πιο ξακουστός μάντης της αρχαιότητας. Η πολεμική θεά είχε ενεργό δράση στον Τρωικό πόλεμο, όπου και προστάτευε την παράταξη των Ελλήνων κι αυτό γιατί ήταν εξοργισμένη από την κρίση του Πάρη για την ομορφότερη θεά. Αγαπημένοι της πολεμιστές ήταν ο Διομήδης, ο Αχιλλέας και ο Οδυσσέας. Στάθηκε στο πλάι τους σ' όλες τις δύσκολες στιγμές. Όταν μάλιστα υπήρχε μεγάλος κίνδυνος, κατέφευγε σε θαύματα για να τους σώσει. Έκανε θεϊκή φωτιά να βγαίνει από την περικεφαλαία του Διομήδη και σκέπασε με πύρινο σύννεφο το κεφάλι του Αχιλλέα. Μάλιστα, στις πιο δύσκολες στιγμές μεταμορφωνόταν η ίδια σε Τρώα πολεμιστή και πήγαινε στις συγκεντρώσεις των αντίπαλων στρατηγών, δίνοντάς τους λανθασμένες συμβουλές. Αλλά και όταν υπήρχαν διχόνοιες και διαφωνίες στο στρατόπεδο των Ελλήνων, πάντοτε κατάφερνε να προλάβει τα χειρότερα, αυτή δεν άφησε τον Αχιλλέα να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα αν και τον είχε προσβάλει βαρύτατα.
                Βοήθησε τον πολυμήχανο Οδυσσέα τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου όσο και κατά το δεκάχρονο ταξίδι της επιστροφής του. Στην Οδύσσεια, η Αθηνά παρεμβαίνει με μεταμορφώσεις. Παίρνει τη μορφή του Μέντορα και δίνει πολύτιμες συμβουλές και οδηγίες στον Τηλέμαχο. Στέλνει επίσης όνειρα. Εμφανίζεται στον ύπνο της Ναυσικάς και τη συμβουλεύει να πάει να πλύνει τα ρούχα της στο ποτάμι, τη μέρα που ο Οδυσσέας πλησιάζει στο νησί των Φαιάκων.Προικίζει τον προστατευόμενό της με υπερφυσική ομορφιά για να γοητεύσει τη βασιλοπούλα και να τον φιλοξενήσει στο ανάκτορο του πατέρα της. Σ' άλλες περιπτώσεις ξεσηκώνει τον Δία να βοηθήσει τον Οδυσσέα. Με δική της παρέμβαση η Καλυψώ παίρνει εντολή ν' αφήσει ελεύθερο τον ήρωα και να του δώσει μέσο για να ξαναβγεί στο πέλαγος. Ο Ορέστης, ο γιος του Αγαμέμνονα, για να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του σκότωσε τη μητέρα του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. Όμως οι Ερινύες, σκοτεινές θεότητες που τιμωρούσαν τους φονιάδες, καταδίωξαν τον Ορέστη, ο οποίος έφτασε στην Αθήνα και ζήτησε καταφύγιο στο ναό της θεάς. Τότε έγινε δικαστήριο στον ’Αρειο Πάγο για να κριθεί ο νεαρός μητροκτόνος, πρόεδρος ήταν η ίδια η θεά. Η ψηφοφορία έληξε με ισοπαλία, αλλά τελικά ο Ορέστης αθωώθηκε, γιατί η ψήφος της Αθηνάς, που ήταν αθωωτική, θεωρήθηκε διπλή. Από τότε θεσπίστηκε ο νόμος ότι η ισοψηφία στο δικαστήριο μετρούσε υπέρ του κατηγορουμένου. Προστάτευε όλους γενικά τους τεχνίτες και τους βιοτέχνες. Η ίδια ήταν καταπληκτική υφάντρα. Κάποτε η Αράχνη, μια κοπέλα από τη Λυδία, που είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη στην τέχνη της υφαντικής, κάλεσε τη θεά σε διαγωνισμό. Αρχικά η θεά εμφανίστηκε στην κοπέλα μεταμορφωμένη σε γριά και τη συμβούλεψε να δείξει μετριοφροσύνη. Όμως η Αράχνη συνέχιζε να καυχιέται και η Αθηνά εκνευρισμένη πήρε την κανονική της μορφή και ο διαγωνισμός άρχισε. Η Παλλάδα παράστησε πάνω στο υφαντό της την καθημερινή ζωή των θεών και στις άκρες σκηνές που φανέρωναν την πανωλεθρία των θνητών, όταν δεν υπάκουαν τους αθάνατους. Η νεαρή Λυδή απεικόνισε στο ύφασμά της την ερωτική ζωή των θεών και ιδιαίτερα τις εξωσυζυγικές τους σχέσεις. Η Αθηνά δε βρήκε κανένα ψεγάδι στο έργο της Αράχνης όση ώρα κι αν το εξέταζε. Από το θυμό και τη ζήλια της τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο ζωύφιο που αδιάκοπα κλώθει και υφαίνει με την άκρη της κλωστής της. Κάποτε η θεά είχε μια διένεξη με τον Απόλλωνα σχετικά με τη μαντική τέχνη. Είχε διδαχτεί από τις φτερωτές Νύμφες του Παρνασσού, τις Θρίες, να προλέγει το μέλλον από τις πέτρες που παράσερναν οι χείμαρροι. Όμως ο Φοίβος παραπονέθηκε στον Δία και αυτός αποφάσισε υπέρ του γιου του. Τότε η Αθηνά πέταξε χολωμένη τις πέτρες στην πεδιάδα και από τότε η περιοχή ονομάστηκε Θριάσιο πεδίο. Η Αθηνά - Παλλάδα συμβόλιζε μερικά από τα πιο σημαντικά ιδεώδη του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Συνδύαζε τη δύναμη και τη γενναιότητα με τη σύνεση και την εξυπνάδα. Αγαπημένα της σύμβολα ήταν η αιγίδα, το δόρυ, η κουκουβάγια και η ελιά.

                Comment


                  #9
                  ΗΦΑΙΣΤΟΣ

                  ΗΦΑΙΣΤΟΣ

                  Οι Ολύμπιοι θεοί, ενώ ήταν πλασμένοι από τους αρχαίους Έλληνες με ανθρώπινη μορφή και ανθρώπινο σώμα, διακρίνονταν για την εξαιρετική τους ομορφιά. Τα μαλλιά και το πρόσωπό τους ακτινοβολούσαν και η μορφή τους μπορούσε να μαγέψει και να γαληνέψει και τα πιο άγρια θηρία της φύσης. Τα σώματά τους ήταν αρμονικά πλασμένα με τις τελειότερες αναλογίες. Όμως ανάμεσά τους ζούσε και ένας θεός που εκτός από την ακατανίκητη δύναμή του και την αθανασία του, δεν έμοιαζε καθόλου με τους υπόλοιπους. Αυτός ήταν ο Ήφαιστος, ο θεός της φωτιάς και της μεταλλουργίας, που η ασχήμια του πολλές φορές προκαλούσε τα γέλια και τις κοροϊδίες των υπόλοιπων θεών, πράγμα που τον πίκραινε πάρα πολύ. Ο Ήφαιστος παρουσιαζόταν με παχιά και μακριά γενειάδα. Ήταν πολύ μαυριδερός στο πρόσωπο, με χοντρά και άσχημα χαρακτηριστικά. Επιπλέον, ήταν κοντός και χοντρός, με αδύναμα πόδια που δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν εύκολα το βάρος του. Είχε δασύτριχο στήθος και τα μπράτσα του ήταν τεράστια από τη συνεχή δουλειά στο εργαστήρι του. Επίσης ήταν κουτσός.

                  Ο Ήφαιστος ήταν γιος του Δία και της Ήρας. Μάλιστα, λένε, ότι η Ήρα τον γέννησε πριν γίνει ακόμη νόμιμη σύζυγος του Δία, από τις ερωτικές σχέσεις που είχε μαζί του. ’λλοι μυθογράφοι μας διηγούνται ότι η Ήρα γέννησε τον Ήφαιστο χωρίς να μεσολαβήσει αρσενικό στοιχείο, όπως ακριβώς είχε γεννήσει τα πρωτότοκα παιδιά της η Γαία. Η θεά τον γέννησε στη Λήμνο και μετά τον εμπιστεύτηκε σ' ένα Νάξιο σιδηρουργό, τον Κηδαλίωνα, που έμαθε στο νέο θεό να σφυρηλατεί και να δουλεύει τα μέταλλα.
                  Σχετικά με τα πρώτα χρόνια της ζωής του και την αναπηρία που αντιμετώπιζε στο πόδι του, δίνονται πολλές και ποικίλες εξηγήσεις. Μια παράδοση μας αναφέρει ότι η Ήρα μόλις γέννησε τον Ήφαιστο πάνω στον Όλυμπο, ζήτησε να δει το μωρό της. Μόλις όμως αντίκρισε το κουτσό και μαυριδερό βρέφος που της παρουσίασαν έγινε έξω φρενών. Πώς ήταν δυνατόν να γεννήσει αυτή, μια πανέμορφη θεά, ένα τόσο άσχημο μωρό; Σκέφτηκε ότι δε θα μπορούσε με κανένα τρόπο ν' αντιμετωπίσει τις κοροϊδίες των υπόλοιπων θεών και τα ειρωνικά τους γέλια. Έτσι λοιπόν άρπαξε μανιασμένη το μωρό και το πέταξε από τον Όλυμπο. Ο Ήφαιστος κατέληξε στον Ωκεανό. Εκεί τον βρήκαν και τον περιμάζεψαν η Θέτιδα και η Ευρυνόμη. Ο Ήφαιστος πέρασε μαζί τους τα εννιά πρώτα χρόνια της ζωής του, σε μια θαλάσσια σπηλιά, το παλάτι του Νηρέα. Με τα κοράλλια και τα μαργαριτάρια ο Ήφαιστος έφτιαχνε θαυμαστά κοσμήματα στις θεές που τον προστάτευαν. Έτσι τους έδειχνε την αγάπη και την ευγνωμοσύνη του.

                  Ένας άλλος μύθος διηγείται ότι ο Ήφαιστος έπαθε το ατυχές γεγονός σε μεγαλύτερη ηλικία. Ήταν μια μέρα, όπως πολλές άλλες, που το θεϊκό ζευγάρι ο Δίας και η Ήρα μάλωναν. Οι φωνές της πρώτης θεάς αντηχούσαν σ' ολόκληρο τον Όλυμπο και προκαλούσαν τα σχόλια των υπολοίπων. Δεν μπορούσε να διανοηθεί πώς κατάφερε ο σύζυγός της, παρόλες τις δικές της προσπάθειες να τον παρακολουθεί συνέχεια, να συνάψει ερωτικές σχέσεις με μια θνητή, την Αλκμήνη. Το χειρότερο απ' όλα ήταν ότι απέκτησε μαζί της κι ένα γιο, τον Ηρακλή. Ο Δίας άρχισε ν' αστράφτει και να βροντά από τα νεύρα του· δεν άντεχε άλλο την αρρωστημένη ζήλια της Ήρας. Ο καημένος ο Ήφαιστος σ' αυτόν τον τρικούβερτο καβγά πήρε το μέρος της μητέρας του. Ο πατέρας του τότε, θολωμένος καθώς ήταν από την οργή του, άρπαξε τον άσχημο γιο του, που ποτέ δεν τον συμπάθησε πραγματικά, και τον πέταξε μ' όλη του τη δύναμη κάτω από τον Όλυμπο. Ο Ήφαιστος μια ολόκληρη μέρα στροβιλιζόταν στην ατμόσφαιρα και τελικά κατέληξε με ορμή πάνω στη Λήμνο. Το σώμα του βρόντηξε σε κάποια βράχια του νησιού και από τότε ο Ήφαιστος κουτσάθηκε για όλη του τη ζωή.
                  Γενικά, τα πρώτα χρόνια της ζωής του ο Ήφαιστος έζησε μακριά από τον Όλυμπο και είτε από μόνος του, είτε με τη βοήθεια κάποιου δασκάλου έγινε ο πρώτος τεχνίτης ανάμεσα στους θεούς. Οι γονείς του δεν τον αντιμετώπισαν ποτέ ως ίσο με τα υπόλοιπα παιδιά τους. Ο Ήφαιστος ήταν καλόκαρδος και υπομονετικός, όμως πάντα σκεφτόταν τη συμπεριφορά των γονιών του και εκνευριζόταν· τον έπιανε το παράπονο και πολλές φορές έπαιρνε την εκδίκησή του.
                  Η συμπεριφορά του προς τη μητέρα του παρουσιάζεται με δυο διαφορετικές μορφές. Στην Ιλιάδα, σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, παρακολουθούμε μια ιδανική σχέση αγάπης μεταξύ μητέρας και γιου. Στη μια περίπτωση η Ήρα παρακαλεί τον Ήφαιστο να βοηθήσει τον Αχιλλέα στη μονομαχία του με τον ποταμό Σκάμανδρο. Είναι μάλιστα μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις όπου παρακολουθούμε το θεό σ' όλο του το μεγαλείο. Σκορπίζει σ' ολόκληρο το στρατόπεδο τις φλόγες του και καίγονται έτσι όλα τα νεκρά σώματα των πολεμιστών. Η πύρινη φλόγα στη συνέχεια κατατρώγει λαίμαργα τεράστιες εκτάσεις δάσους και αμέσως κάνει την τελική της επίθεση. Χυμάει ορμητικά πάνω στον ποταμό. Ο Σκάμανδρος παρόλη την υγρή του μορφή δεν μπορεί ν' αντισταθεί στην πύρινη λαίλαπα. Τα νερά του αρχίζουν να βράζουν και να εξατμίζονται, η κοίτη του να ξεραίνεται και με σπαρακτικά λόγια ζητά το έλεος του θεού.
                  Στη δεύτερη περίπτωση παρακολουθούμε τον Ήφαιστο να παρηγορεί τη μητέρα του με τα πιο γλυκά λόγια, μετά από έναν τρομερό καβγά της με τον Δία. Την παρακαλεί να δείξει υποταγή στο σύζυγό της, τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων, και να τον καλοπιάσει με όμορφες κουβέντες. Αντίθετα, υπάρχει ένας αστείος μύθος που δείχνει τον Ήφαιστο να εκδικείται τη μητέρα του για την αρχική της συμπεριφορά απέναντί του. Μια φορά που η Ήρα είχε τη γιορτή της και γινόταν μεγάλο γλέντι πάνω στον Όλυμπο, ο Ήφαιστος της χάρισε έναν ολόχρυσο θρόνο. Δυο ολόκληρους μήνες έβαλε όλη του την τέχνη για να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα. Σκάλισε επάνω εικόνες και παραστάσεις από τα γλέντια των θεών και από την καθημερινή τους ζωή. Η Ήρα πραγματικά ενθουσιάστηκε από το δώρο του γιου της και το δοκίμασε αμέσως. Κάθισε αρκετή ώρα καμαρώνοντας και συζητώντας με τους υπόλοιπους θεούς. Όταν όμως θέλησε να σηκωθεί, ανακάλυψε με μεγάλη έκπληξη ότι αυτό της ήταν αδύνατο. Ο Ήφαιστος είχε τοποθετήσει αόρατα δεσμά που την εμπόδιζαν να απομακρυνθεί από το θρόνο. - Αυτό, γλυκιά μου μανούλα, είναι το δώρο μου για να σου ξεπληρώσω την αγάπη που μου έδειξες όταν ήμουν μικρός. Μήπως έφταιγα εγώ που γεννήθηκα άσχημος και μαυριδερός κι εσύ με πέταξες από τον Όλυμπο;
                  Η Ήρα ζητούσε να τη συγχωρέσει και με κλάματα τον παρακαλούσε να λύσει τα αόρατα δεσμά. Όλοι οι θεοί πήραν το μέρος της και άρχισαν να μαλώνουν τον Ήφαιστο. Ο ’ρης, ο θεός του πολέμου, που ήταν και αυτός γιος της Ήρας, θύμωσε πάρα πολύ. Όρμησε στον Ήφαιστο για να τον πείσει με τη βία, όμως ο αδερφός του είχε κιόλας αρπάξει έναν αναμμένο δαυλό και τον είχε εκσφενδονίσει εναντίον του. Ο ’ρης φοβήθηκε πολύ και κούρνιασε ανάμεσα στις θεές. Κατόπιν ο Ήφαιστος αποχώρησε για τη Λήμνο, που ήταν το αγαπημένο του νησί, αφήνοντας σύξυλους τους υπόλοιπους θεούς που με το ζόρι συγκρατούσαν τα γέλια τους βλέποντας την Ήρα σ' αυτή την κωμική κατάσταση. Ο Διόνυσος, αγαπημένος φίλος του Ήφαιστου, ανέλαβε να σώσει την κατάσταση. Πήγε αμέσως στη Λήμνο, στο εργαστήρι του θεού, και τον πέτυχε την ώρα του δείπνου. Κάθισε μαζί του για φαγητό και έστειλε ένα Σάτυρο να του φέρει κρασί από τα αμπέλια του.

                  Έτσι κατάφερε να μεθύσει τον Ήφαιστο και τον έπεισε να γυρίσει μαζί του στον Όλυμπο και να λύσει την Ήρα από τα δεσμά της. Μετά από λίγη ώρα έφτασαν και οι δυο μπροστά στους υπόλοιπους θεούς καβάλα σ' ένα μουλάρι. Ο Δίας μόλις είδε το γιο του του είπε αγριεμένος.
                  -’ντε, λοιπόν, Ήφαιστε, παρατράβηξε το αστείο. Εμπρός, λύσε γρήγορα τη μητέρα του. Αυτός τραυλίζοντας από το μεθύσι είπε ότι θα έλυνε την Ήρα μόνο αν ο Δίας του υποσχόταν ότι θα πραγματοποιούσε οποιαδήποτε χάρη του ζητούσε. Ο βασιλιάς των θεών, μη μπορώντας κάνει κι αλλιώς, δέχτηκε. Ο Ήφαιστος έλυσε την Ήρα και αμέσως ζήτησε για γυναίκα του την Αφροδίτη. Όλοι οι θεοί σάστισαν· ο πιο άσχημος να παντρευτεί τη θεά της ομορφιάς! Ο Δίας όμως δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά, γιατί είχε δώσει όρκο. Το πρόσωπο της Αφροδίτης σκοτείνιασε, δεν μπορούσε όμως ν' αντισταθεί στη θέληση του πατέρα της. Γι' αυτό άπλωσε το χέρι της στον Ήφαιστο. Βέβαια, η θεά της ομορφιάς δεν ήταν και η πιο πιστή σύζυγος.
                  Οι σχέσεις του Ήφαιστου με τον Δία ήταν σχέσεις σεβασμού και υποταγής. Εκτελούσε πάντοτε με προθυμία τις εντολές του πατέρα του, που τον φοβόταν πολύ. Τον βοήθησε στη Γιγαντομαχία και του έκανε αμέτρητα δώρα. Με εντολή του έφτιαξε από χώμα την Πανδώρα και συνέβαλε στην τιμωρία του Προμηθέα, καρφώνοντάς τον πάνω στον Καύκασο ως λεία για ένα γύπα που του κατέτρωγε το στήθος.
                  Ο Όμηρος μας πληροφορεί ότι ο θεϊκός σιδηρουργός είχε στημένο το εργαστήρι του πάνω στον Όλυμπο. Εκεί μέσα περνούσε όλη του τη μέρα και με τα εργαλεία του, το σφυρί, το αμόνι και το φυσερό μαστόρευε συνέχεια. Το εργαστήρι του ήταν πλήρως εξοπλισμένο. Έκαιγαν συγχρόνως είκοσι καμίνια που με τη διαταγή του θεού δυνάμωναν τις φλόγες τους και σκορπούσαν τόση θερμότητα, όση χρειαζόταν ο μάστορας για να επεξεργαστεί το χαλκό, το ασήμι και το χρυσάφι.
                  Ο Ήφαιστος έκανε πάρα πολλές κατασκευές για τον εαυτό του μα και πάρα πολλά δώρα στους θεούς. Πρώτα απ' όλα, το παλάτι του ήταν περίλαμπρο. Ολόκληρο από ατόφιο χρυσάφι, σκαλισμένο και δουλεμένο τόσο πολύ, όσο δε θα μπορούσαν να δουλέψουν οι καλύτεροι τεχνίτες όλου του κόσμου, αν δούλευαν σ' όλη τους τη ζωή. Ήταν γεμάτο από διάφορα στολίδια καμωμένα από ζαφείρια και διαμάντια.
                  Τα πιο φανταστικά απ' όλα τα δημιουργήματά του ήταν τα χρυσά αγάλματα που κατασκεύασε για να τον υπηρετούν. Αυτά είχαν τη μορφή νεαρών κοριτσιών και ο Ήφαιστος τους είχε δώσει δύναμη, σκέψη και ζωή. Ήταν οι αχώριστοι συνοδοί του παντού και πάντα. Τον ακολουθούσαν στις συνελεύσεις των θεών και τον βοηθούσαν να στέκεται όρθιος, όταν κουραζόταν.
                  Ο Ήφαιστος κατασκεύασε όλα τα επιβλητικά παλάτια του Ολύμπου και χάρισε στους θεούς δώρα ανεκτίμητης αξίας. Στον Δία δώρισε την αιγίδα και το σκήπτρο, στη Δήμητρα το δρεπάνι και στον Απόλλωνα και την ’ρτεμη τα βέλη τους. Στον Ήλιο χάρισε το λαμπρό άρμα του με το οποίο διέσχιζε αδιάκοπα τον ουρανό και στον Διόνυσο ένα ολόχρυσο κύπελλο. Στη φιλάρεσκη Αφροδίτη, τη γυναίκα του, χάρισε εξαιρετικά περιδέραια και άλλα κοσμήματα από πολύτιμα πετράδια, όπως επίσης και ένα μαλαματένιο καθρεφτάκι που δεν το αποχωριζόταν ποτέ. Δική του έμπνευση ήταν και οι μαγικοί τρίποδες που χάρισε στους θεούς. Όταν συγκεντρώνονταν για να πάρουν μια σοβαρή απόφαση, οι τρίποδες αυτομάτως έπαιρναν θέση πίσω από κάθε θεό. Μόλις τελείωνε η συνεδρίαση, αμέσως ο κάθε τρίποδας πήγαινε στο παλάτι του κατόχου του.
                  Ο θεϊκός σιδηρουργός χάριζε απλόχερα τα δώρα του και στους θνητούς. Έτσι έδωσε στον Ηρακλή ένα χρυσό θώρακα, στην Αριάδνη ένα στεφάνι από πολύτιμα μέταλλα και πετράδια και στον Κάδμο ένα περιδέραιο για το γάμο του με την Αρμονία. Στον Αιήτη δώρισε δυο άγριους ταύρους που έβγαζαν φωτιές από τα ρουθούνια τους και είχαν χάλκινα πόδια και στον Αλκίνοο ασημένια σκυλιά που φρουρούσαν τα ανάκτορά του.Μια από τις πιο σημαντικές κατασκευές του είναι και τα όπλα του Αχιλλέα, μετά από παράκληση της Θέτιδας. Ο Όμηρος αφιερώνει μισή ραψωδία για να περιγράψει την περίλαμπρη ασπίδα που είχε τη μορφή πέντε ομόκεντρων κυκλικών δίσκων. Ο Ήφαιστος ζωγράφισε πάνω σ' αυτό το όπλο ολόκληρη τη ζωή των θεών και των ανθρώπων. Έφτιαξε πρώτα απ' όλα τα πρωταρχικά στοιχεία της φύσης: τη Γη, τον Ουρανό, τον Ήλιο και τον Ωκεανό που περικλείει τα πάντα. Έπειτα ζωγράφισε όλα τ' αστέρια τ' ουρανού, τις Πλειάδες, τις Υάδες, τον Ωρίωνα και την ’ρκτο. Αναπαράστησε σκηνές γάμου και γαμήλιου γλεντιού, δίκης στην αγορά και μάχες μπροστά στα τείχη πολιορκημένης πόλης. Αμέσως μετά ζωγράφισε σκηνές πιο ήπιες, πιο καθημερινές σε καιρό ειρήνης: το θερισμό και τον τρύγο, μα και λευκά πρόβατα να βόσκουν σε καταπράσινο λιβάδι και πλάι τους στάβλους και τις καλύβες των βοσκών. Δίπλα υπήρχε μια παράσταση χορού. Έφηβοι και νεαρές κοπέλες στεφανωμένοι με λουλούδια και ντυμένοι με αστραφτερά ρούχα και μακρείς χιτώνες. Και ο θεϊκός τραγουδιστής που έπαιζε τη λύρα του και ρύθμιζε τα βήματά τους.
                  Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθως φαντάζονταν τον Ήφαιστο σαν έναν απλό εργάτη μέσα στο εργαστήρι του με μουντζουρωμένο από καπνούς πρόσωπο και μουσκεμένο στον ιδρώτα. Φορούσε πάντοτε έναν κοντό αμάνικο χιτώνα για να μη δυσκολεύεται στις κινήσεις του. Όταν τέλειωνε τις δουλειές του ή έπρεπε επειγόντως να πάει στις συγκεντρώσεις των θεών, έσβηνε τις φωτιές από τα καμίνια, μάζευε σ' ένα ασημένιο κιβώτιο τα εργαλεία του, στράγγιζε μ' ένα σφουγγάρι τον ιδρώτα του και φορούσε ένα χρυσό χιτώνα.
                  Κάποιοι μύθοι λένε πως το εργαστήρι του ήταν όχι στον Όλυμπο, αλλά στη Λήμνο. Πίστευαν μάλιστα πως βρισκόταν μέσα στο ηφαίστειο του νησιού. Οι φλόγες και οι ατμοί που έβγαιναν από τον κρατήρα προέρχονταν από τα καμίνια του θεού και οι υπόκωφοι θόρυβοι που ακούγονταν ήταν τα χτυπήματα του σφυριού με τα οποία ο Ήφαιστος έδινε θαυμάσιες μορφές στα πολύτιμα μέταλλα που επεξεργαζόταν. Γενικά, η σύνδεση του Ήφαιστου με τη Λήμνο είναι διάχυτη σ' όλους τους σχετικούς μύθους και εκεί ήταν ιδιαίτερα διαδομένη η λατρεία του.
                  Οι ερωτικές περιπέτειες του θεού σε σύγκριση με των άλλων Ολύμπιων ήταν λιγοστές. Μολονότι ήταν ο πιο άσχημος θεός, η παράδοση τον θέλει να έχει τις ομορφότερες συζύγους. Η Ιλιάδα του αποδίδει ως γυναίκα τη Χάρη, που ήταν η προσωποποίηση της ομορφιάς. Ο Ησίοδος του δίνει ως γυναίκα την Αγλαΐα, την πιο νέα από τις Χάριτες. Μα η πιο γνωστή σύζυγός του ήταν η Αφροδίτη.Η Αφροδίτη βέβαια δεν άντεξε για πολύ να μείνει πιστή στον άντρα της. Πολύ σύντομα σαγηνεύτηκε από την ομορφιά και την τέλεια σωματική διάπλαση του φιλοπόλεμου ’ρη και έγινε ερωμένη του. Ο Ήλιος που παρακολουθεί τα πάντα πάνω από το άρμα του, όταν είδε κάποια φορά τον ’ρη και την Αφροδίτη να πλαγιάζουν πάνω στο κρεβάτι του Ήφαιστου μέσα στο ίδιο του το παλάτι, έτρεξε και του το φανέρωσε. Τότε ο θεός ζήτησε από τον Ήλιο να μη φανερώσει σε κανέναν άλλο το μυστικό και σκαρφίστηκε ένα σχέδιο. ’πλωσε πάνω στο κρεβάτι του ένα αόρατο δίχτυ. Έτσι την επόμενη φορά που συναντήθηκαν οι δυο εραστές και πλάγιασαν στο κρεβάτι, μπλέχτηκαν μέσα στο δίχτυ. Απεγνωσμένα προσπαθούσαν να ελευθερωθούν. Μάταια όμως, όσο περισσότερο προσπαθούσαν, τόσο περισσότερο μπλέκονταν. Ο Ήφαιστος μόλις γύρισε στο παλάτι του βρήκε τους παράνομους συντρόφους γυμνούς και ακινητοποιημένους πάνω στο κρεβάτι. Αυτοί ντροπιασμένοι δεν μπορούσαν να τον αντικρίσουν. Γεμάτος οργή μα και παράπονο ο Ήφαιστος τα έβαλε με τον ’ρη, που αν και ήταν αδερφός του δε δίστασε να τον προδώσει, αλλά και με τη γυναίκα του, που δεν εκτιμούσε καθόλου την αγάπη και τη φροντίδα που της έδειχνε. Για να πάρει την εκδίκησή του φώναξε τον Δία και τους υπόλοιπους θεούς και τους έδειξε τους αδιάντροπους εραστές που ήταν ακόμη μπλεγμένοι στα μαγικά δίχτυα. Οι θεοί όλοι κατηγορούσαν την άπιστη σύζυγο και τον άκαρδο αδερφό και τους έβριζαν για το αμάρτημά τους. Μόνο έτσι ξεθύμανε η οργή του Ήφαιστου και τους ελευθέρωσε. Η Αφροδίτη, κατακόκκινη από την ντροπή της, το έβαλε στα πόδια και όλοι οι θεοί γελούσαν ασταμάτητα.
                  Μετά από αυτή την απιστία και ο Ήφαιστος στράφηκε αλλού. Ποθούσε πολύ την Αθηνά που ο ίδιος είχε βοηθήσει στη γέννησή της. Κάποια μέρα που η πολεμική θεά πήγε στο εργαστήρι του για να του παραγγείλει καινούρια πανοπλία, ο θεϊκός μάστορας όρμησε επάνω της και προσπάθησε να τη βιάσει. Η Αθηνά, που συμβόλιζε την αιώνια αγνότητα, πάλεψε μαζί του και κατάφερε στο τέλος να του ξεφύγει. Μα μετά είδε πως πάνω στα γόνατά της είχε μείνει το σπέρμα του Ήφαιστου. Η Αθηνά μ' ένα κομμάτι ύφασμα σκούπισε το σπέρμα και το πέταξε πάνω στη Γη. Έτσι γεννήθηκε ο Εριχθόνιος, που η Αθηνά τον αντιμετώπιζε σαν να ήταν πραγματικός της γιος.Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, ο Ήφαιστος έσμιξε με την Καβειρώ, την κόρη του θαλασσινού θεού Πρωτέα. Απ' αυτή τη σχέση του απέκτησε τρεις γιους, τους Καβείρους. Ήταν επίσης πατέρας ενός από τους πιο γνωστούς ληστές της αρχαιότητας, του Περιφήτη. Αυτός σκότωνε τους περαστικούς μ' ένα τεράστιο ρόπαλο, ώσπου πολύ αργότερα τον εξόντωσε ο Θησέας. Ως γιος του Ήφαιστου αναφέρεται και ο Πύλιος, που στη Λήμνο θεράπευσε τον Φιλοκτήτη. Ακόμη ο Αργοναύτης Παλαίμονας ή και ο ’ρδαλος, ένας μυθικός γλύπτης, που όπως και ο Παλαίμονας είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του την επιδεξιότητα στα χέρια.
                  Ο Ήφαιστος ήταν ο θεός των ηφαιστείων. Γι' αυτό συνδέθηκε και μ' όλες τις ηφαιστειογενείς περιοχές της Μεσογείου. Υπήρχε μάλιστα ένας μύθος που αναφερόταν στη διαμάχη του με τη Δήμητρα για την κατοχή της Σικελίας. Η διαμάχη αυτή λύθηκε με τη μεσολάβηση της Αίτνας, της κόρης του Βριάρεου, από την οποία πήρε το όνομά του το βουνό.
                  Εξάλλου κάτω από το βουνό αυτό θάφτηκε ο τελευταίος αντίπαλος του Δία, ο φοβερός Τυφώνας, και για να μη δραπετεύσει, ο Ήφαιστος κάθησε πάνω στο βουνό. ’λλοι πάλι διηγούνται ότι ο θεός της φωτιάς για να ακινητοποιήσει τον Τυφώνα κρέμασε στο λαιμό του τον άκμονα (το αμόνι). Ο Ήφαιστος ήταν για τους αρχαίους Έλληνες η προσωποποίηση της φωτιάς, που τόσο βοήθησε το ανθρώπινο γένος στα πρώτα του στάδια, με τη μεσολάβηση βέβαια του Προμηθέα. Σπάνια παρουσιάζεται να χρησιμοποιεί τη φωτιά ως μέσο καταστροφικό. Συνήθως τη χρησιμοποιεί ως μέσο για την επεξεργασία πολύτιμων μετάλλων. Γι' αυτό όλοι οι τεχνίτες και ιδιαίτερα οι σιδηρουργοί τον θεωρούσαν προστάτη τους.
                  Ο θεϊκός σιδηρουργός ήταν ίσως λίγο παραπεταμένος πάνω στον Όλυμπο μα τιμημένος ανάμεσα στους ανθρώπους. Συμβόλιζε την εκπολιτιστική δύναμη της φωτιάς και προστάτευε τη μεταλλουργία και τους τεχνίτες της. Σύμβολά του ήταν το σφυρί, το αμόνι και η λαβίδα.

                  Comment


                    #10
                    ΔΗΜΗΤΡΑ

                    ΔΗΜΗΤΡΑ

                    H Δήμητρα είναι μια από τις μεγαλύτερες και παλαιότερες θεές του αρχαίου ελληνικού πανθέου. Κόρη του Κρόνου και της Ρέας, αδερφή του Δία, του Ποσειδώνα, του Πλούτωνα, της Ήρας και της Εστίας. Θεά της γονιμότητας και της βλάστησης του εδάφους, προστάτιδα της γης και των προϊόντων της, μάνα των δημητριακών (απ' όπου και το όνομά της) και κυρίως των σιτηρών. Η γέννηση της Δήμητρας -όπως και των αδελφών της- ανάγεται στα πρώτα χρόνια της θεογονίας και ακριβέστερα στην εποχή που ο Κρόνος, γιος του Ουρανού, διεκδίκησε και κατέλαβε με τη βία την εξουσία του κόσμου. Η τύχη της ξανθιάς και όμορφης κόρης της Ρέας, με το που ήρθε στο φως, ήταν σκληρή. Η μικρή Δήμητρα -όπως και τα αδέλφια της- κατέληξε στο στομάχι του άκαρδου πατέρα της κι απελευθερώθηκε μόνο όταν ο μικρότερος αδερφός της Δίας μ' ένα του τέχνασμα κατόρθωσε να τον ξεγελάσει. Η Δήμητρα ως θεά διέφερε σημαντικά από τις άλλες γυναικείες θεότητες. Έξυπνη κι ελκυστική, είχε από την αρχή απαρνηθεί τη θεϊκή κατοικία. Δεν κατοικούσε ποτέ στον Όλυμπο, αλλά στους ειδικά γι' αυτήν αφιερωμένους ναούς, κοντά σ' αυτούς που την πίστευαν και τη λάτρευαν.
                    Η θεά της γεωργίας, διακριτική έως απόμακρη, σεμνή και αρκετά συνεσταλμένη, είχε από πολύ νωρίς κερδίσει τη συμπάθεια και την εύνοια των υπόλοιπων Ολυμπίων θεών. Οι δυνατότητες, τα προσόντα και η αξία της είχαν απ' όλους αναγνωριστεί, ενώ η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας της απαιτούσαν ιδιαίτερη προσέγγιση-αντιμετώπιση, ξεχωριστή διάθεση κατανόησης και σεβασμό. Η Δήμητρα, στον αισθηματικό τομέα, ήταν μια από τις κατεξοχήν σκληρές και ακατάδεκτες θεές. Αν και δεν ήταν ιδιαίτερα κλεισμένη και αυστηρή στα "πιστεύω" της, ωστόσο στις ερωτικές κρούσεις δεν υπέκυπτε με ευκολία, ακόμη κι όταν οι υποψήφιοι εραστές ήταν πολύ αξιόλογοι. Ποσειδώνας και Δίας ήταν δύο από τους ολιγάριθμους γνωστούς κι επίδοξους πολιορκητές της. Και οι δυο την καταδίωξαν επίμονα και κατόρθωσαν τελικά να την αποπλανήσουν εφαρμόζοντας διάφορα παραπλανητικά τεχνάσματα
                    Ο Δίας ήταν ο πρώτος από τους δυο αδερφούς που επιχείρησε να την κερδίσει. Αν και ερωτεύτηκε τη Δήμητρα ξαφνικά, δεν την πόθησε και δεν την πολιόρκησε τόσο όσο την Ήρα. Η συνειδητή και σταθερή αντίσταση της αδερφής του τον έκανε να σκεφτεί τεχνάσματα για να την εξαπατήσει. Μεταμορφωμένος σε ταύρο κατόρθωσε να την ξεγελάσει κι από την ένωσή τους προέκυψε η Περσεφόνη, η μονάκριβη και πολυαγαπημένη κόρη της Δήμητρας.
                    ’λλος μύθος λέει ότι η απόκρουση από πλευράς Δήμητρας τον ανάγκασε να την αρπάξει και να τη βιάσει κι έπειτα σαν δείγμα μεταμέλειας να της πετάξει στον κόρφο της τα γεννητικά όργανα ενός κριαριού που στο μεταξύ είχε ευνουχίσει. Η Δήμητρα δέχτηκε, ύστερα από την πράξη αυτή, τη μεταμέλεια του αδερφού της και μετά από δέκα μήνες έφερε στο φως την Περσεφόνη, "προϊόν" της ένωσής της με τον πατέρα των θεών.
                    Ο Ποσειδώνας ήταν ο δεύτερος από τους δυο αδερφούς που επιτέθηκε στη Δήμητρα με ερωτικούς σκοπούς. Η θεά προκειμένου να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε στα κοπάδια του γιου του Απόλλωνα Όνκιου. Ο Ποσειδώνας, πανέξυπνος καθώς ήταν, δεν άργησε να αντιληφθεί το τέχνασμά της. Χωρίς να χάσει καθόλου χρόνο μεταμορφώθηκε σε ίππο, την κυνήγησε κι έσμιξε μαζί της. Μια κόρη (που δεν επιτρεπόταν να προφερθεί το όνομά της) κι ένα άλογο με μαύρη χαίτη (ο Αρίωνας) ήταν οι καρποί του ερωτικού τους σμιξίματος.
                    Η Δήμητρα ύστερα από τη συμπεριφορά του αδερφού της ένιωσε προδομένη κι εξαπατημένη. Μη μπορώντας να πνίξει την οργή της, έγινε θεά εκδικητική μέχρι που ξεπλύθηκε από το μίσος και τη μανία στα νερά του ποταμού Λάδωνα και μετονομάστηκε σε Λουσία. Η Ολύμπια θεά, πέρα από το ερωτικό σμίξιμό της με τους δύο αδερφούς της, δέχτηκε και τον έρωτα ενός νεαρού θνητού, τον οποίο και αγάπησε παράφορα.
                    Στο γάμο του Κάδμου και της Αρμονίας η Δήμητρα γνώρισε τον όμορφο Ιάσονα και αμέσως τον ερωτεύτηκε. Χωρίς αναστολές και ντροπές εγκατέλειψε μαζί του το γάμο και στις αυλακιές ενός τρεις φορές καλά οργωμένου χωραφιού παραδόθηκε στην αγκαλιά του. Μετά την ερωτική τους ένωση, Δήμητρα και Ιάσονας επέστρεψαν στην κοσμική συγκέντρωση με εμφανή τα σημάδια της πράξης τους. Λάσπες στα μπράτσα και στα πόδια έκαναν όλους ν' αντιληφθούν το περιστατικό και να θυμώσουν πολύ. Ιδιαίτερα ο Δίας, που δεν του άρεσε οι θεές να σμίγουν με θνητούς, αντέδρασε βίαια στην ένωση αυτή· κεραυνοβόλησε τον Ιάσονα, ενώ μετά από λίγο χρονικό διάστημα ερχόταν στο φως ο σπόρος του Ιάσονα από την ένωσή του με τη Δήμητρα, ο μικρός Πλούτος.Ο θάνατος του Ιάσονα δεν ήταν το μοναδικό κακό που γνώρισε η Δήμητρα από τον Δία. Μεγαλύτερη ακόμα συμφορά της ήρθε όταν έχασε τη μονάκριβή της κόρη, την Περσεφόνη, ύστερα από μυστική συνεννόηση μεταξύ Δία και Πλούτωνα.

                    Η Περσεφόνη ήταν μια κοπέλα γλυκιά, λαμπερή και προπάντων πολύ όμορφη. Τα νιάτα της, η λάμψη και η δροσιά της μάγευαν όλους όσους την αντίκριζαν και πολλοί ήταν εκείνοι που επιθυμούσαν να την κατακτήσουν. Ασυγκίνητος από τα ξεχωριστά εμφανισιακά της προσόντα δεν μπορούσε να μείνει ούτε ο θεός του Κάτω Κόσμου, ο οποίος από την πρώτη στιγμή θέλησε να την κάνει γυναίκα του. Σεβόμενος μάλιστα τους στενούς συγγενικούς δεσμούς που τον έδεναν με τη Δήμητρα, ήρθε πρώτα σε επαφή με τον Δία προκειμένου να τον συμβουλευτεί κι έπειτα αποφάσισε να την απαγάγει. Κάποτε η Περσεφόνη είχε βγει να παίξει μαζί με τις κόρες του Ουρανού σ' ένα λιβάδι γεμάτο λουλούδια.
                    Καθώς έτρεχε γεμάτη χαρά από εδώ και από εκεί, μαζεύοντας μενεξέδες, κρίνους και υάκινθους, ξαφνικά αντίκρισε ένα πανέμορφο λουλούδι που πραγματικά της τράβηξε την προσοχή· ήταν ένας νάρκισσος, που έφερε εκατό άνθη και που το άρωμά του απλωνόταν σ' όλο το λιβάδι. Η ύπαρξη του εκθαμβωτικού αυτού λουλουδιού δεν ήταν καθόλου τυχαία για εκείνη τη μέρα. Η παρουσία του στο συγκεκριμένο λιβάδι ήταν προϊόν της πονηριάς της θεάς Γαίας που θέλησε να βοηθήσει τον Πλούτωνα να πλανέψει την όμορφη ανιψιά του.
                    Η μικρή κόρη της Δήμητρας εξυπηρετώντας τους σκοπούς της Γαίας δεν έμεινε καθόλου αδιάφορη απέναντι στο ξεχωριστό αυτό θέαμα· γοητευμένη από την ιδιαίτερη λάμψη του λουλουδιού, θέλησε να το αποκτήσει και για το λόγο αυτόν κίνησε με τα δυο της χέρια να το αγγίξει προκειμένου να το ξεριζώσει. Αμέσως μετά την ενέργειά της αυτή, η γη άνοιξε κι από μέσα της ξεπετάχτηκε ο Πλούτωνας με το χρυσό του άρμα και τα αθάνατά του άλογα. Μάταια η κόρη προσπάθησε ν' αντισταθεί στην απαγωγή. Ο θεός του Κάτω Κόσμου, σκληρός καθώς ήταν, δε συγκινήθηκε μπροστά στα κλάματα και τις παρακλήσεις της. Την άρπαξε με τη βία, την επιβίβασε στο άρμα του και την οδήγησε στο απέραντο σκοτεινό του βασίλειο. Σ' όλη τη διαδρομή η Περσεφόνη έκλαιγε και με σπαρακτική φωνή προσπαθούσε να κάνει αντιληπτή την απαγωγή της, ήταν όμως πολύ δύσκολο. Η ταχύτητα των αλόγων όπως και η τεράστια απόσταση και το χάος που χώριζαν τους δυο κόσμους δε διευκόλυναν στην αποκάλυψη του περιστατικού. Μόνο στη Δήμητρα κατόρθωσε να φτάσει ο απόηχος της φωνής της κόρης της κι αυτός όχι έγκαιρα.
                    Η Δήμητρα ήταν μια πιστή και αφοσιωμένη στην κόρη της μητέρα. Τρυφερή και γλυκιά, έτρεφε για την Περσεφόνη μια ιδιαίτερη αδυναμία που αντικατοπτριζόταν στη μεταξύ τους σχέση. Όταν ο Πλούτωνας απήγαγε την Περσεφόνη, η Δήμητρα πραγματικά αναστατώθηκε. Η σπαρακτική φωνή της κόρης της που έφτασε στα αυτιά της την έκανε ν' ανησυχήσει, να δραστηριοποιηθεί. Ξέσκισε το κάλυμμα του κεφαλιού της, αφαίρεσε τα στολίδια της, έβαλε ένα μαύρο πέπλο σε ένδειξη πένθους και ξεχύθηκε να την ψάξει. Μέρες ολόκληρες έτρεχε σε στεριές και θάλασσες αναζητώντάς την. Για μια περίπου εβδομάδα κανείς δεν της αποκάλυψε την αλήθεια και κανένας οιωνός δεν της είχε φανερωθεί. Είχε αρχίσει να απογοητεύεται...
                    Βαστώντας αναμμένα δαδιά, η Δήμητρα συνέχιζε τις περιπλανήσεις της άγρυπνη, άλουστη και θεονήστικη. Αν και φανερά αποκαμωμένη, δεν εγκατέλειπε τις προσπάθειές της, αλλά αντίθετα συνέχιζε τις αναζητήσεις της αποφασισμένη.
                    Την ένατη μέρα συναντά στο δρόμο της την Εκάτη. Αυτή την πληροφορεί ότι και η ίδια πρόλαβε να ακούσει τις σπαρακτικές φωνές της Περσεφόνης, αλλά ότι δε γνωρίζει το λόγο ή το δράστη. Ερχόμενη σε επαφή με την απελπισμένη μητέρα η Εκάτη ευαισθητοποιείται και προθυμοποιείται να τη βοηθήσει· της προτείνει, μάλιστα, να απευθυνθούν στον Ήλιο μια και ήταν ο μόνος, που σαν κατάσκοπος των θεών και των ανθρώπων, θα μπορούσε να τους αποκαλύψει την αλήθεια.
                    Ο Ήλιος μπροστά στην επίσκεψη της καταβεβλημένης μάνας δε μένει ασυγκίνητος. Ερχόμενος αντιμέτωπος με την αγωνία της, τη συμπονά κι αποφασίζει να της φανερώσει το δράστη της αρπαγής. Κατονομάζει ως δράστη τον Πλούτωνα και κατηγορεί συνάμα ως υπεύθυνο τον Δία γιατί του έδωσε την άδεια και τη συγκατάθεσή του, να πάρει για γυναίκα του την όμορφη Περσεφόνη. Επιπλέον της αποκαλύπτει ότι η διευκόλυνση που παρείχε ο Δίας στο θεό του Κάτω Κόσμου πήγαζε κυρίως από τη θέση του Πλούτωνα και την υπόστασή του καθώς δεν τον θεωρούσε καθόλου αξιοκαταφρόνητο γαμπρό. Η Δήμητρα ακούγοντας τα λεγόμενα του Ήλιου αγανακτά κι αποφασίζει να μην επιστρέψει στον Όλυμπο για να ζητήσει εξηγήσεις. Τα παρηγορητικά λόγια του λαμπερού θεού την πεισμώνουν περισσότερο κι ανένδοτη ετοιμάζεται να συνεχίσει τις αναζητήσεις.
                    Κατά τις περιπλανήσεις της κανείς δεν μπορεί να την αναγνωρίσει. Η κούραση και η εξάντληση είχαν αλλοιώσει τη θεϊκή της υπόσταση έτσι ώστε κανείς και τίποτα να μην μπορεί να την αντιληφθεί. Κάποτε και μετά από πολύ δρόμο η πληγωμένη μητέρα φτάνει στην Ελευσίνα, κοντά στο παλάτι του έξυπνου βασιλιά της Κελεού. Η θεά κατάκοπη κάθεται δίπλα στο πηγάδι της Παρθένου, κάτω από μια ελιά, λίγο να ξεκουραστεί. Εκεί έρχεται αντιμέτωπη με τις τέσσερις κόρες του Κελεού (την Καλλιδίκη, την Κλεισιδίκη, τη Δημώ και την Καλλιθόη) που είχαν πάει στο πηγάδι με τις στάμνες τους για να πάρουν νερό. Για να μη γίνει αντιληπτή η Δήμητρα μεταμορφώνεται σε σεβάσμια γερόντισσα και ζητά τη βοήθεια των τεσσάρων κοριτσιών. Οι κοπέλες βλέποντας την άθλια κατάσταση της γριούλας τη λυπούνται και προθυμοποιούνται να τη βοηθήσουν· την καλούν στο παλάτι αλλά της ζητούν προηγουμένως κάποιες πληροφορίες για την καταγωγή της. Η Δήμητρα δεν αρνιέται την πρόταση - παράκληση των κοριτσιών, αλλά αποφασισμένη να μην αποκαλύψει τον πραγματικό της εαυτό, σκαρφίζεται ένα παραμύθι: τους λέει ότι το όνομά της είναι Διδώ κι ότι κατάγεται από την Κρήτη. Τους φανερώνει επίσης ότι κάποτε την άρπαξαν πειρατές για να την πουλήσουν αλλά δεν το κατόρθωσαν· κοντά στο Θορικό τους ξέφυγε και παίρνοντας έναν άγνωστο γι' αυτή δρόμο εξαφανίστηκε· έτσι κάπως περιπλανώμενη έφτασε στα μέρη αυτά χωρίς στον ήλιο μοίρα κι έχοντας απόλυτη ανάγκη από συμπαράσταση και βοήθεια...
                    Οι τέσσερις κόρες του Κελεού συγκινήθηκαν με την ιστορία της γερόντισσας κι έχοντας ήδη πάρει από την ίδια και επιπλέον πληροφορίες για τα προσόντα της γύρω από τις δουλειές του σπιτιού και την ανατροφή των παιδιών, αποφασίζουν να την πάρουν μαζί τους και να της συμπαρασταθούν. Κατά τη διαδρομή, η ομορφότερη κόρη του Κελεού, η Καλλιδίκη, αναλαμβάνει να κατατοπίσει την ξένη γύρω από την περιοχή. Της παρουσιάζει την πόλη, τα μεγάλα σπίτια της χώρας και τη διαβεβαιώνει για την χωρίς άλλο εύκολη ανεύρεση καταλύματος και δουλειάς σ' ένα από αυτά. Επίσης της δηλώνει ότι οι γονείς της, τώρα στα γεράματά τους, έχουν αποκτήσει ένα αγόρι που σίγουρα χρειάζεται επιπλέον φροντίδα από κάποια γυναίκα ειδική.

                    Φτάνοντας στο παλάτι τα τέσσερα κορίτσια αφήνουν για λίγο τη θεά και τρέχουν να ενημερώσουν τη μητέρα τους για το συμβάν. Εκείνη ακούγοντας με μεγάλη προσοχή τις ιστορίες γύρω από τον ποιόν της γερόντισσας δέχεται πρόθυμα να τη βοηθήσει και στέλνει τις κόρες της να τη φωνάξουν. Οι κόρες τρέχουν χαρούμενες έξω στη Δήμητρα, την παίρνουν και τη συνοδεύουν στο παλάτι. Η Δήμητρα σκυμμένη, με καλυμμένο το πρόσωπο και μαυροφορεμένη, περνά το κατώφλι κι έρχεται αντιμέτωπη με τη βασίλισσα και το μικρό της γιο που καθόταν απέναντι της σε θρονί. Με την είσοδό της ο χώρος γεμίζει φως ενώ το κεφάλι της ακουμπά στο ταβάνι. Η βασίλισσα αρχικά ταράζεται, τρομάζει, όμως στη συνέχεια το δέος την αναγκάζει να σηκωθεί και να προσφέρει το θρονί της στην άγνωστη εκθαμβωτική ξένη. Η Δήμητρα μη θέλοντας ακόμη να αποκαλυφθεί αλλά ούτε και να παραβεί το εθιμοτυπικό που απαιτεί ευλάβεια και σεβασμό του οποιουδήποτε απέναντι σε μια βασίλισσα, αρνείται την τιμητική θέση που της προσφέρει η βασίλισσα και κάθεται σ' ένα χαμηλό σκαμνί σκεπασμένο από προβιά που της δίνεται από την υπηρέτρια Ιάμβη. Η δύσκολη αποστολή που έχει αναλάβει και η απόγνωση στην οποία βρίσκεται δεν την αφήνουν να εκφραστεί ελεύθερα. Σιωπηλή και ήσυχη, φανερά δυστυχισμένη και απελπισμένη, στέκεται ακίνητη με τα μάτια ριγμένα στο έδαφος.
                    Η ατμόσφαιρα γίνεται ιδιαίτερα βαριά και η υπηρέτρια Ιάμβη προκειμένου να την ελαφρύνει και να της δώσει έναν πιο χαρούμενο τόνο αρχίζει να κάνει αστεία. Τα χαριτωμένα της πειράγματα κανένα δεν άφησαν αδιάφορο. Ακόμη και η Δήμητρα παρασύρεται από το γενικότερο διασκεδαστικό κλίμα κι αρχίζει να γελά. Η βασίλισσα Μετάνειρα χαίρεται με την έστω πρόσκαιρη αλλαγή της διάθεσης της γερόντισσας. Γεμάτη καλοσύνη και συμπάθεια της προσφέρει μια κούπα κρασί αλλά η Δήμητρα, εξαιτίας του πένθους της, δεν το δέχεται. Αντίθετα λόγω της εξάντλησης και της πολυήμερης αφαγίας της προτιμά να ζητήσει από τη βασίλισσα έναν κυκεώνα, δηλαδή χυλό από κριθάρι, νερό και δυόσμο. Η μητέρα των τεσσάρων πανέμορφων κοριτσιών δεν της το αρνείται κι αμέσως προστάζει κάποιον να της τον παρασκευάσει και να της τον φέρει.
                    Η Δήμητρα με βουλιμία τρώει το παρασκεύασμα και τελειώνοντάς το ανακοινώνει την πρόθεσή της να αναλάβει την ανατροφή και διαπαιδαγώγηση του μικρού γιου της βασιλικής οικογένειας, του Δημοφώντα.
                    Με μεγάλη χαρά και αντιλαμβανόμενη την ιδιαιτερότητα της ξένης, η βασίλισσα Μετάνειρα δέχεται να εμπιστευτεί το μονάκριβο γιο της στα χέρια της. Η Δήμητρα, με τη μορφή της δυστυχισμένης γερόντισσας, παίρνει από την πλευρά της μεγάλες δεσμεύσεις γύρω από το μεγάλωμα και την περιποίηση του παιδιού. Υπόσχεται ενώπιον όλων ότι τίποτε δεν πρόκειται να λείψει από το παιδί, ότι ποτέ και σε τίποτα δε θα υστερήσει, ούτε και ποτέ θα αρρωστήσει. Οι δηλώσεις της ξένης αφήνουν τους πάντες έκπληκτους. Κανείς ως αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να φανταστεί ότι πίσω απ' αυτά τα σοβαροφανή και πολύ δεσμευτικά λόγια κρύβεται μια θεά. Όλοι τους είναι μαγεμένοι απ' αυτό το ιδιαίτερο που εκπέμπει η ξένη, κανείς όμως δεν μπορεί να καταλάβει το γιατί. Το μεγάλωμα του Δημοφώντα και η ειδική μεταχείριση από μέρους της γερόντισσας θα τους ερμηνεύσει αυτό που ως τώρα θεωρούν καταπληκτικό και ανεξήγητο.
                    Η Δήμητρα αναλαμβάνει ευθύς αμέσως το μεγάλωμα του παιδιού με τρόπο πραγματικά ιδιαίτερο και ξεχωριστό. Χωρίς να το θηλάζει και χωρίς να το ταΐζει, το αλείφει καθημερινά με αμβροσία, το φυσά με την ανάσα της και τη νύχτα το βάζει πάνω σε μια δυνατή φωτιά για να γίνει ανθεκτικό κι αθάνατο. Η προσφορά από μέρους της ενός τέτοιου δώρου είναι γι' αυτήν η καλύτερη ένδειξη ευγνωμοσύνης και η καλύτερη ανταμοιβή προς το βασιλικό ζεύγος για τα καλά που της δόθηκαν. Η ανατροφή του Δημοφώντα συνεχιζόταν με την ίδια τακτική ώσπου κάποια μέρα, εντελώς ξαφνικά, εμφανίζεται η Μετάνειρα και αντιλαμβάνεται την περίεργη μέθοδο της ξένης. Η βασίλισσα ταράζεται από το θέαμα και διαμαρτύρεται έντονα. Μη γνωρίζοντας τη θεϊκή καταγωγή της άγνωστης γερόντισσας, θυμώνει με τη συμπεριφορά της κι αρχίζει να εκτοξεύει απειλές με πολύ άσχημο τρόπο. Η Δήμητρα μπροστά στις αντιδράσεις της βασίλισσας εξοργίζεται και αποφασίζει να αποκαλύψει την ταυτότητά της. Δε δέχεται κανέναν συμβιβασμό και φανερώνει την από εδώ και στο εξής πορεία της μοίρας του Δημοφώντα. Επιπλέον, απαιτεί την κατασκευή ενός μεγάλου ναού με βωμό προς τιμή της, που θα χτιστεί, σύμφωνα με τις επιθυμίες της, κάτω από τα τείχη της πόλης και πάνω στο λόφο που βρίσκεται κοντά στο Καλλίχορο πηγάδι. Τέλος, ανακοινώνει την παρουσία συγκεκριμένων γιορτών προς τιμή της προκειμένου μελλοντικά να καθιερωθεί και στο χώρο τους η λατρεία της. Αυτές τις δηλώσεις κάνει η Δήμητρα και παίρνοντας την πραγματική της μορφή σηκώνεται και φεύγει. Η βασίλισσα, όπως και το γύρω πλήθος, μένει έκθαμβη και σαστισμένη.
                    Το μικρό αγόρι καταλαβαίνοντας ίσως την ουσιαστική απώλεια της παραμάνας του απαρηγόρητα κλαίει. Η πραγματοποίηση των επιθυμιών της θεάς γίνεται τώρα πρωταρχική μέριμνα της βασιλικής οικογένειας. Το πρωί της επόμενης μέρας ενημερώνεται ο Κελεός και συγκεντρώνει όλο το λαό για να του ανακοινώσει τις προθέσεις του. Χωρίς καθυστερήσεις προστάζει το χτίσιμο του αφιερωμένου προς τη θεά Δήμητρα ναού και ζητά την όσο το δυνατόν γρηγορότερη ολοκλήρωσή του. Η Δήμητρα απογοητευμένη και απελπισμένη κλείνεται στον πανέτοιμο πια ναό της κι αρνείται να επιστρέψει στον Όλυμπο. Αγανακτισμένη από τις συμφορές που τη βρήκαν κι από τις αντίξοες καταστάσεις που μέχρι τώρα βίωσε και βιώνει στέλνει σ' ολόκληρο τον κόσμο τη μεγαλύτερη δυστυχία που θα μπορούσε ποτέ να του έρθει. Αναγκάζει τους σπόρους να μείνουν κρυμμένοι μέσα στο χώμα και καθιστά τη γη άγονη κι ανίκανη να βλαστήσει.
                    Ο Δίας βλέποντας την ανθρωπότητα να κινδυνεύει με αφανισμό, αναγκάζεται να ευαισθητοποιηθεί. Στέλνει πρωταρχικά τη χαριτωμένη Ίριδα στην Ελευσίνα για να πείσει τη Δήμητρα να επιστρέψει στον Όλυμπο, αλλά μάταια. Η θεά αποφασισμένη να μην αλλάξει στάση και συμπεριφορά, τη στέλνει πίσω άπραγη κι αυτήν όπως κι όλους τους υπόλοιπους μακάριους θεούς που πήγαν με τα δώρα τους για να την επισκεφτούν και να τη μεταπείσουν. Ο πατέρας των θεών βλέποντας τις προσπάθειές του να αποβαίνουν άκαρπες βρίσκεται σε πραγματικό αδιέξοδο. Μην μπορώντας να σκεφτεί τίποτε άλλο αποτελεσματικότερο αποφασίζει ο ίδιος να μεσολαβήσει· στέλνει τον Ερμή στον Πλούτωνα και καταφέρνει να τον πείσει ν' αφήσει την Περσεφόνη ελεύθερη να επιστρέψει στη μητέρα της. Ο Πλούτωνας υπακούει στα λόγια του μικρότερου αδερφού του και δέχεται να απελευθερώσει την όμορφη γυναίκα του, δεν αποκαλύπτει όμως τις ειλικρινείς του προθέσεις. Αποχαιρετώντας την Περσεφόνη ο αδίστακτος θεός του Κάτω Κόσμου της προσφέρει να φάει το γλυκό σπόρο κάποιου ροδιού έτσι ώστε να μη θελήσει ποτέ να επιστρέψει μόνιμα στη μητέρα της. Μετά τα αποχαιρετιστήρια, ο Ερμής παίρνει την όμορφη κόρη, ζεύει το άρμα του και την πηγαίνει στη μητέρα της στην Ελευσίνα. Η Δήμητρα αντικρίζοντας τη χαμένη της κόρη πέφτει στην αγκαλιά της πλημμυρισμένη από χαρά. Δεν μπορεί να πιστέψει τον ερχομό της κόρης της, όπως και δεν μπορεί να φανταστεί κάποια τίμια συναλλαγή μεταξύ των δύο αδερφών της. Γνωρίζοντας την εμμονή του Πλούτωνα κι έχοντας συναίσθηση του εγωισμού και του πείσματος που τον διακρίνει, ρωτά την κόρη της αν ο αδερφός της φεύγοντας της έδωσε τίποτα να φάει. Η Περσεφόνη, αθώα καθώς ήταν, περιγράφει στη μητέρα της με λεπτομέρειες το περιστατικό με το ρόδι.
                    Η Δήμητρα στενοχωρημένη καταλαβαίνει τη σημασία του γεγονότος και δηλώνει στην κόρη της ότι τώρα πια θα είναι υποχρεωμένη να μένει το ένα τρίτο του χρόνου κοντά στον άντρα της και τα υπόλοιπα δύο τρίτα κοντά της. Το αποτέλεσμα χωρίς να είναι το αναμενόμενο για μάνα και κόρη δεν τις αφήνει δυσαρεστημένες. Χαρούμενες που βρίσκουν μετά από τόση περιπέτεια και δυστυχία η μια την άλλη, δέχονται στο μεταξύ την επίσκεψη της Ρέας ύστερα από αίτημα του Δία. Η μητέρα των θεών ευχαριστημένη και ικανοποιημένη από το τελικό αντάμωμα, προτείνει ως μεσολαβητής του γιου της την επιστροφή και των δύο (Δήμητρας και Περσεφόνης) στον Όλυμπο. Κανείς τελικά δεν αρνιέται το συμβιβασμό. Η Δήμητρα δέχεται την πρόσκληση και εισακούει την παράκληση του Δία να θέσει τέρμα στις συμφορές που βρήκαν τη γη. Με την επιστροφή τους τα πάντα γίνονται όπως πριν και η φύση στο σύνολό της ανθίζει και καρποφορεί. Η Δήμητρα ευτυχισμένη πια δε στέκεται μόνο στο επίπεδο της φύσης και της ευφορίας της, αλλά επιπλέον αναλαμβάνει να διδάξει στους βασιλιάδες τις ιερές τελετές και να τους μυήσει στις μυστηριακές λατρείες.
                    Σύμφωνα με το μύθο, τον καιρό που η Δήμητρα έψαχνε την κόρη της Περσεφόνη ήρθε σε επαφή με ορισμένα άτομα.
                    Πρώτος ήταν ο Φύταλος, ο οποίος στην περιοχή του Κηφισού είχε δεχτεί να τη φιλοξενήσει όταν αυτή καταπονημένη από τις περιπέτειες έψαχνε κατάλυμα για να ξαποστάσει. Δεύτερος ήταν ο Ασκάλαβος, ο γιος μιας χωριάτισσας, της Μίσμης, που βλέποντας τη Δήμητρα να τρώει με λαιμαργία αυτό (αλεύρι με νερό) που η μητέρα του της πρόσφερε, σ' ένα διάλειμμα της κοπιαστικής της πεζοπορίας, άρχισε να γελά με ειρωνεία. Η θεά παρεξηγήθηκε με την αντίδραση του μικρού αγοριού και το μεταμόρφωσε σε σαύρα.
                    Τελευταίος ήταν ο Τάνταλος, ο οποίος χωρίς να έχει σχέση με τις ταλαιπωρίες που υπέστη η Δήμητρα, συνδέεται μ' αυτήν μ' ένα περιστατικό της συγκεκριμένης περιόδου. Όταν, λοιπόν, ο Τάνταλος πρόσφερε στους θεούς το κρέας του γιου του για να τους δοκιμάσει, όλοι το κατάλαβαν και το αρνήθηκαν, εκτός της Δήμητρας, που αφηρημένη καθώς ήταν για το χαμό της κόρης της έφαγε ένα κομμάτι.Πολλοί ήταν εκείνοι που απευθύνονταν στη θεά Δήμητρα για να τους βοηθήσει. Η καλοσύνη της και η ευσπλαχνία της ήταν στοιχεία που βεβαίωναν την καλοπροαίρετη επιτυχία ενός οποιουδήποτε αιτήματος - εγχειρήματος.
                    Ο Ηρακλής προτού κατέβει στον ’δη, για να φέρει τον Κέρβερο, ζήτησε τη βοήθεια της Δήμητρας για να τον εξαγνίσει από το φόνο των Κενταύρων. Η θεά έκανε τον καθαρμό του Ηρακλή, αφού ίδρυσε τα μικρά ελευσίνια μυστήρια προκειμένου αργότερα να μπορέσει να μυηθεί σ' αυτά. Η Μήδεια, εξάλλου, φτάνοντας στην Κόρινθο είχε σώσει τους πολίτες από το λοιμό καθιερώνοντας θυσίες στη Δήμητρα κι εξευμενίζοντας κατ' εξακολούθηση τη θεά. Η Δήμητρα ως θεά απαιτούσε κι αυτή το σεβασμό των πιστών της.
                    Η εκδικητική της μανία έφτανε ανελέητη σ' αυτόν που δεν την τιμούσε και δεν τη λάτρευε όπως της άξιζε. Αν και δεν υπάρχουν πολλά παραδείγματα παρόμοιας συμπεριφοράς της, ένα είναι κυρίως γνωστό και αρκετά χαρακτηριστικό.
                    Κάποτε ζούσε στη Θεσσαλία ο Ερυσίχθονας, ο γιος του Τριόπου, άνδρας ιδιαίτερα άξεστος και ασεβής. Στον κάμπο του Δωτίου, όπου βασίλευε, οι Πελασγοί, από τα παλιά χρόνια, είχαν αφιερώσει στη Δήμητρα ένα πυκνό δάσος από πεύκα, αχλαδιές, μηλιές κ.λ.π. Κάποια στιγμή ο νεαρός βασιλιάς θέλησε να μεγαλώσει το παλάτι του χτίζοντας μια αίθουσα για τα συμπόσιά του. Την απαραίτητη για το σκοπό αυτόν ξυλεία σκέφτηκε να την προμηθευτεί από το άλσος που ήταν αφιερωμένο στη θεά. Συγκέντρωσε λοιπόν 20 δαυλούς και ξεκίνησε για το άλσος. Φτάνοντας εκεί διάλεξε μια λεύκα και διέταξε κάποιον δούλο να την κάψει. Η Δήμητρα παίρνοντας τη μορφή μιας ηλικιωμένης γυναίκας προσπάθησε να τον αποτρέψει θυμίζοντάς του την αγιότητα των δέντρων. Ο Ερυσίχθονας δεν την άκουσε· έκοψε το δέντρο και αποκεφάλισε, μάλιστα, κι έναν από τους δούλους του που αρνήθηκε να υπακούσει στη διαταγή του. Η Δήμητρα ύστερα από την πράξη του αυτή δεν τον άφησε ατιμώρητο· τον καταδίκασε σε μια πείνα που με τίποτα δεν μπορούσε να χορτάσει.
                    Για μια άπρεπη πράξη του η Δήμητρα τιμώρησε και τον Ασκάλαφο, το γιο του Αχέροντα ποταμού του Κάτω Κόσμου και της Γοργύρας. Όταν αυτός είδε και διέδωσε ότι η Περσεφόνη έφαγε το ρόδι από τον Πλούτωνα, η Δήμητρα οργίστηκε· του έριξε μια τεράστια πέτρα από πάνω του, η οποία τον πλάκωνε μέχρι που τον απελευθέρωσε ο Ηρακλής. Η θεά ακόμα κι ύστερα από την ενέργεια αυτή του Ηρακλή, μην μπορώντας να συγχωρήσει ποτέ την πράξη του, τον μεταμόρφωσε σε κουκουβάγια.
                    Η Δήμητρα τέλος βρισκόταν σε απόλυτη σύμπνοια με τις υπόλοιπες γυναικείες θεότητες. Πάντα τις υπολόγιζε και τις σεβόταν και ποτέ δεν έκανε πράγματα αντίθετα προς τη θέλησή τους. Στην περίπτωση της Ψυχής, προκειμένου να μην έρθει σε σύγκρουση με την Αφροδίτη, αρνήθηκε (όπως και η Ήρα) να της προσφέρει τη βοήθειά της στην προσπάθεια ανεύρεσης του γιου της Αφροδίτης, Έρωτα.Τέλος η Δήμητρα ήταν μια θεότητα αγροτική που λατρευόταν κυρίως από τους Έλληνες χωρικούς. Σύμφωνα μ' αυτά που πίστευαν, με τη βοήθεια και συμπαράστασή της γινόταν το όργωμα, η σπορά, ο θερισμός, το αλώνισμα και γενικά όλες οι αγροτικές γεωργικές εργασίες.

                    Comment


                      #11
                      ΕΡΜΗΣ

                      ΕΡΜΗΣ

                      OΕρμής είναι ένας από τους πιο περίεργους, πιο προικισμένους, αλλά και πιο λαοφιλείς Ολύμπιους θεούς. Γιος του Δία και της Μαίας, οδηγός και συνοδηγός ζωντανών και νεκρών, κήρυκας και αγγελιοφόρος των θεών, προστάτης των νέων, των βοσκών, των αθλητών και των κλεπτών. Η γέννηση του ικανού και επινοητικότατου θεού τοποθετείται στην Αρκαδία και πιο συγκεκριμένα στο βουνό Κυλλήνη. Εκεί, μέσα σε μια σπηλιά, κατοικούσε απομονωμένη μια από τις επτά κόρες του ’τλαντα και της Πληιόνης, η ντροπαλή Πλειάδα Μαία. Σ' αυτή τη σπηλιά την εντόπισε ο ερωτιάρης Δίας και ενώθηκε μαζί της. Εκεί δέκα μήνες μετά έφερε η αθάνατη νύμφη στον κόσμο τον καρπό του έρωτά της με τον Δία, το μικρό και θαυματουργό Ερμή. Από την πρώτη κιόλας μέρα της γέννησής του ο Ερμής άρχισε να μεγαλουργεί. Εκμεταλλευόμενος την απουσία της μητέρας του πηδά από την κούνια του και βγαίνει από τη σπηλιά για να παίξει. Στην έξοδό του σκοντάφτει σε μια χελώνα. Εντυπωσιασμένος από το μικρό ζωάκι, το παίρνει, το αναποδογυρίζει, του αδειάζει το κέλυφος και μ' ένα τεντωμένο δέρμα βοδιού του καλύπτει το επάνω κι ανοιχτό μέρος του οστράκου.
                      Πάνω σε δύο καλά προσαρμοσμένα στο όστρακο καλάμια στερεώνει επτά (από προβατίσια έντερα) χορδές και κατασκευάζει ένα θαυμάσιο μουσικό όργανο. Ο μικρός Ερμής δε μένει άπραγος απέναντι στην εκπληκτική του αυτή επινόηση. Παίρνει ένα ξυλάκι κι αυτοσχεδιάζοντας αρχίζει να τραγουδά τους έρωτες του πατέρα του και της μητέρας του. Η καινούρια του όμως αυτή ενασχόληση γρήγορα σταματά να τον γεμίζει. Κουρασμένος και με έντονο το αίσθημα της πείνας ο Ερμής προσπαθεί να σκαρφιστεί τρόπους που θα του γεμίσουν το άδειο του στομάχι. Αποφασίζει να εγκαταλείψει την Αρκαδία και να ανηφορίσει προς το βορρά. Έχοντας καλύψει μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μια τεράστια απόσταση, ο μικρός θεός φτάνει με το ηλιοβασίλεμα κοντά στην Πιερία.
                      Εκεί έβοσκε το κοπάδι του Απόλλωνα, το οποίο ο Ερμής θέλησε να το κλέψει. Έχοντας γρήγορα ξεχωρίσει 50 δαμάλια, βάζει ο παμπόνηρος και πανούργος θεός το σχέδιό του σε εφαρμογή: προκειμένου να μην αποκαλυφθούν τα αχνάρια των ζώων, τα μπερδεύει με επιτηδειότητα και μεταφέρει το καινούριο του κοπάδι με ασφάλεια στην Πελοπόννησο. Τόσο το τέχνασμα με τα αναποδογυρισμένα ίχνη, όσο και το σκοτάδι της νύχτας ευνόησαν το σχέδιο του Ερμή.
                      Κατηφορίζοντας προς τα νότια, κοντά στη Βοιωτία, έτυχε ο μικρός θεός να γίνει αντιληπτός από ένα γέροντα την ώρα που καλλιεργούσε το αμπέλι του. Η συνάντησή του αυτή με τον ηλικιωμένο γεωργό κάθε άλλο παρά τον πτόησε. Με αυστηρότητα και στόμφο μεγάλου άντρα απαίτησε τη σιωπή του και συνέχισε ανέμελα το ταξίδι του προς τα κάτω.
                      Με το ξημέρωμα έφτασε στην Πύλο. Αφού διάλεξε δυο δαμάλια για να ικανοποιήσει την πείνα του, έκρυψε το υπόλοιπο κοπάδι σ' ένα στάβλο και έσφαξε τα δαμάλια που είχε ξεχωρίσει. Κόβοντας το κρέας τους σε δώδεκα κομμάτια (ένα για κάθε Ολύμπιο θεό) κι ανάβοντας με κάποιο τέχνασμα μια φωτιά (τρίβοντας συγκεκριμένα ένα κλαδί δάφνης) ετοιμάστηκε για θυσία. Γρήγορα ο ευφυής θεός ολοκλήρωσε αυτά που είχε προετοιμάσει και σχεδιάσει. Κουρασμένος από την ένταση της ημέρας, γύρισε στη σπηλιά, πέρασε σαν τον άνεμο μέσα από την κλειδαρότρυπα κι επέστρεψε στην κούνια του. Την επόμενη κιόλας μέρα ο Απόλλωνας ανακάλυψε την απώλεια και κατάλαβε την κλεψιά. Ως θεός της μαντικής μάντεψε τον κλέφτη κι αποφάσισε να τον βρει και να τον εκδικηθεί. Κατηφορίζει προς τα νότια και για καλή του τύχη συναντά στο δρόμο το γέρο που την προηγούμενη μέρα είχε απαντηθεί με τον Ερμή. Η επιβεβαίωση των υποψιών του είναι πλέον γεγονός. Εξοργισμένος φτάνει στην Κυλλήνη και αρχίζει να κατηγορεί στη μητέρα του το μικρό του αδερφό.
                      Ο Ερμής μπροστά στον καταιγισμό των προσβολών από τον αδερφό του δε μένει σιωπηλός. Παίρνει αρνητική θέση στις κατηγορίες και διαμαρτύρεται έντονα· προτείνει μάλιστα να ανεβούν κι οι δυο τους στον Όλυμπο και να τους λύσει τη διαφορά ο πατέρας τους ο Δίας. Στον Όλυμπο ο Δίας μένει έκπληκτος απέναντι στην πονηριά και την αναίδεια του μικρού του γιου. Θαυμάζει την ευστροφία του και διασκεδάζει με τα καμώματά του. Ακούγοντας τα παράπονα και των δυο του παιδιών, τα συμβουλεύει και κατορθώνει να τα συμφιλιώσει.
                      Ο ζαβολιάρης, αρχικά, Ερμής πείθεται στα λόγια του πατέρα του κι αποφασίζει να επιστρέψει τα δαμάλια στον Απόλλωνα. Επιπλέον, για να τον γαληνέψει, του παίζει με τη λύρα του αυτοσχέδια μουσική.
                      Ο Απόλλωνας ενθουσιάζεται με την εφεύρεση του αδερφού του και μαγεμένος του τη ζητά ως δώρο. Ο Ερμής δεν του την αρνείται. Χαρίζει στον αδερφό του τη λύρα αλλά του ζητά σαν αντάλλαγμα το κοπάδι με τα δαμάλια που του είχε ήδη κλέψει.
                      Ο Απόλλωνας δέχεται ευχαρίστως την πρόταση του Ερμή και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης του χαρίζει το κοπάδι, έπειτα το ραβδί του πλούτου και της ευτυχίας και τέλος το προνόμιο της "δια ψήφων" μαντείας (που μέχρι τότε το κατείχαν οι Θρίες, τρεις φτερωτές παρθένες). Η διαμάχη των δυο αδερφών καταλήγει αίσια με τη δέσμευσή τους για αιώνια υποστήριξη, αγάπη και φιλία.
                      Ο δόλιος και εύστροφος Ερμής γρήγορα κερδίζει την εύνοια και των υπόλοιπων θεών. Πρώτος απ' όλους ο Δίας τον ορίζει κήρυκα και διαπραγματευτή του. Εμπιστευόμενος την εξυπνάδα του και την πονηριά του, προσφέροντάς του συνάμα το κηρύκειο, τον πέτασσο και τα φτερωτά σανδάλια του αναθέτει εμπιστευτικές και καίριας σημασίας αποστολές.
                      Ο Ερμής, πετώντας πάνω από στεριές και θάλασσες από τη μια μεταφέρει τις βουλήσεις του κι από την άλλη του αναγγέλλει ειδήσεις και περιστατικά. Σαν ακούραστος δρομέας και σαν γρήγορος αγγελιοφόρος προθυμοποιείται πάντα να προσφέρει τις υπηρεσίες του μεταφέροντας κυρίως επιθυμίες θεών.
                      Ο ’Αδης, όπως και ο Δίας, σύντομα αντιλαμβάνεται τις ικανότητές του. Τον προσλαμβάνει στο βασίλειό του και του αναθέτει το κάλεσμα και τη μεταφορά των νεκρών στη νέα τους κατοικία. Ο Ερμής με τις δικαιοδοσίες που του προσφέρει ο ’Αδης γίνεται ο μοναδικός θεός που διασχίζει και δρα σε τρεις κόσμους: σ' αυτόν του ουρανού, σ' αυτόν της γης και σ' αυτόν του Κάτω Κόσμου. Στα περισσότερα μυθολογικά θέματα και περιστατικά, ο Ερμής παίρνει μέρος με τις τρεις πιο βασικές του ιδιότητες:
                      1) του αγγελιοφόρου,
                      2) του ψυχοπομπού και
                      3) του συνοδού και προστάτη. Πολλοί είναι οι μύθοι που πιστοποιούν την ικανότητα, την επιτηδειότητα και την τεράστια δύναμη και προσφορά του.
                      Κατά τη Γιγαντομαχία φορώντας τη σκούφια που τον έκανε αόρατο σκοτώνει τον Ιππόλυτο. Την ίδια περίοδο βοηθά τον πατέρα του Δία στη σύγκρουσή του με τον Τυφωέα. Αφού κατορθώνει να τον εξοντώσει, του αποσπά τα κλεμμένα νεύρα του πατέρα του και τα επανατοποθετεί στις σωστές τους, στα πόδια και στα χέρια, θέσεις.
                      Την πανέμορφη Ιώ, που η Ήρα την είχε μεταμορφώσει σε δαμάλα, ο Ερμής -και μετά από εντολή του πατέρα του- κατορθώνει να την κλέψει, αφού πρώτα έχει πετύχει να κοιμίσει με το παραπλανητικό παίξιμο του αυλού του το φύλακά της ’ργο, στη συνέχεια έχει καταφέρει να τον τυφλώσει και τέλος να του κόψει το κεφάλι.
                      Τον ’ρη, που για ένα περίπου χρόνο βρισκόταν φυλακισμένος από τους δίδυμους γίγαντες Αλωάδες μέσα σ' ένα χάλκινο καζάνι, ο επινοητικότατος θεός κατόρθωσε να τον απελευθερώσει και να τον επαναφέρει στον Όλυμπο. Όταν ο Δίας έκαψε τη Σεμέλη, στον Ερμή ανατέθηκε η μεταφορά του μικρού Διόνυσου από την Εύβοια στις Νύμφες του βουνού Νύσα. .
                      Ο Απόλλωνας στα χέρια του Ερμή εμπιστεύτηκε το μικρό Ασκληπιό, παιδί της άπιστης ερωμένης του Κορωνίδας. Ο εγκαταλειμμένος στο βράχο της Ακρόπολης (από τη μητέρα του Κρέουσα) Ίωνας, από τον Ερμή μεταφέρθηκε στο μαντείο των Δελφών για να βρίσκεται κοντά στον πατέρα του Απόλλωνα
                      Η μεταφορά επίσης του Φρίξου και της Έλλης πάνω στο Αιγαίο γίνεται πάλι χάρη στον Ερμή και στο χρυσό κριάρι που αυτός είχε χαρίσει στη Νεφέλη. Ο Οδυσσέας, την περίοδο που βρίσκεται στο νησί της Κίρκης, δέχεται κι αυτός τη βοήθεια του Ερμή. Ο νεαρός θεός, μεταμορφωμένος, του αποκαλύπτει τα σχέδια της μάγισσας και του χαρίζει το αντίδοτο στις μαγείες της.
                      Για άλλη μια φορά, στο νησί της Καλυψώς τώρα, ο Ερμής επιχειρεί να σώσει πάλι τον Οδυσσέα. Με παρακίνηση του Δία επεμβαίνει και γνωστοποιεί στην Καλυψώ τη σχετική με την τύχη του Οδυσσέα απόφαση των θεών.
                      Ο Περσέας, όπως κι όλοι οι υπόλοιποι ήρωες, δέχεται επίσης τη συμπαράσταση του Ερμή. Δεσμευμένος να αποκτήσει το κεφάλι της Γοργώς και απελπισμένος από τον τεράστιο άθλο που έχει να αναλάβει, απευθύνεται στον Ερμή. Ο θεός χαρίζοντάς του ένα διαμαντένιο δρεπάνι τον βοηθά να εξοντώσει τη Μέδουσα και να της κόψει το κεφάλι. Στα περιστατικά που προηγούνται, συμβαδίζουν και ακολουθούν τον τον Τρωικό πόλεμο ο Ερμής παίζει επίσης έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Αρχικά, ο Ερμής ήταν αυτός που οδήγησε τις τρεις θεές στο όρος Ίδη, για να επιλέξει ο Πάρης την ομορφότερη.
                      Στη συνέχεια, ο Ερμής ήταν πάλι αυτός που έκλεψε την πραγματική Ελένη και την έκρυψε στην Αίγυπτο. Ο Ερμής επίσης ήταν εκείνος που στάλθηκε από τους θεούς στον Πάρη και τον ενημέρωσε για τις αποφάσεις τους. Κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου ο ίδιος προτάθηκε από τους θεούς να κλέψει το κακοποιημένο από τον Αχιλλέα σώμα του Έκτορα. Λίγο αργότερα αυτός πάλι, μεταμορφωμένος σε θνητό, συνόδευσε το γέρο Πρίαμο ως τη σκηνή του Αχιλλέα για να του ζητήσει το νεκρό σώμα του γιου του Έκτορα.
                      Τέλος, με τη λήξη του Τρωικού πολέμου ο Ερμής πάλι κατέβηκε στις Μυκήνες, για να προειδοποιήσει τον Αίγισθο γι' αυτά που έμελλε να πάθει εάν αποφάσιζε το γάμο του με την Κλυταιμνήστρα. Η δράση του Ερμή στον Κάτω Κόσμο και με την ιδιότητα του μεσάζοντα και σωτήρα δεν είναι υποδεέστερη αυτής του αγγελιοφόρου.
                      Τη νεκρή Αλκμήνη, τη μητέρα του Ηρακλή, ο Ερμής την έκλεψε και την οδήγησε στο νησί των Μακάρων. Τον Ηρακλή, που ήθελε να ανεβάσει τον Κέρβερο στη γη, ο Ερμής πάλι τον βοήθησε. Την Περσεφόνη, την κόρη της Δήμητρας, που ο θεός του Κάτω Κόσμου την είχε αρπάξει, ο Ερμής πάλι την ξανάφερε στον Επάνω Κόσμο, αφού πρώτα έπεισε τον ’δη να την αφήσει. Τις ψυχές των μνηστήρων της Πηνελόπης που κείτονταν στο παλάτι του Οδυσσέα, ο Ερμής τις κάλεσε με το ραβδί του έξω και τις οδήγησε στον Κάτω Κόσμο. Οι μύθοι γύρω από τη ζωή και τη δράση του Ερμή όπως και τα περιστατικά στα οποία συμμετείχε, συγκλίνουν ως προς τη σκιαγράφηση ενός ενιαίου χαρακτήρα. Το εύρος και ο πλούτος των στοιχείων που η προσωπικότητά του παρουσιάζει, πολλές φορές, τον προσγειώνει και τον υποβιβάζει· τον κάνει με άλλα λόγια να ενσαρκώνει αρετές και ελαττώματα άντρα θνητού.
                      Πονηρός και έξυπνος, εύστροφος και πανούργος, επινοητικός και δόλιος, ονειροπαρμένος, κλέφτης και κόλακας, ενεργητικός και αεικίνητος, είναι μερικά από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του. Πέρα από τις υπεύθυνες και σοβαρές υπηρεσίες και αποστολές που πρόσφερε ο νόθος γιος του Δία ήταν και αδιόρθωτος φαρσέρ.
                      Κάποτε για να διασκεδάσει είχε αρπάξει τα ρούχα της μητέρας του και κάποιων άλλων Νυμφών την ώρα που έκαναν το λουτρό τους. Επίσης πολύ παλιά είχε κατορθώσει να ξεγελάσει την Ήρα κάνοντάς την να θηλάσει τον άλλο νόθο γιο του Δία, τον Ηρακλή.
                      Στον Ερμή οι αρχαίοι Έλληνες είχαν αποδώσει πάρα πολλές επινοήσεις. Σ' αυτόν είχαν αποδώσει την ανακάλυψη της φωτιάς, την κατασκευή της πρώτης λύρας, του αυλού και του σουραυλιού.
                      Για τους Έλληνες της αρχαίας Ελλάδας ο Ερμής ήταν ο θεός του λόγου, της ευγλωττίας, ο εφευρέτης των γραμμάτων και των αριθμών. Αυτός εξάλλου ήταν εκείνος που είχε δώσει στην πρώτη γυναίκα, την Πανδώρα, ανθρώπινη φωνή και την είχε κάνει να μιλά με λόγια ψεύτικα, δόλια και κακά. Ως γιος μιας από τις Πλειάδες ο Ερμής, συνδεόταν επίσης με την αστρονομία, ενώ θεωρούνταν ο εμπνευστής των μέτρων και των σταθμών και κατ' αναλογία προστάτης του εμπορίου. Ως ιδεώδης δρομέας ο Ερμής, μαζί με τον Έρωτα και τον Ηρακλή, χαρακτηρίζονταν ως θεοί της αθλούμενης νεολαίας, των γυμνασίων και των παλαιστρών.
                      Από το περιστατικό αρχικά της κλοπής και στη συνέχεια της εκτροφής και περιποίησης των 50 δαμαλιών του Απόλλωνα, ο γιος του Δία συνδέθηκε με τη δολιότητα, την καπηλεία και την κτηνοτροφία και θεωρήθηκε προστάτης των κλεφτών και των βοσκών.
                      Ο Ερμής ήταν θεός ερωτιάρης και αρκετά ζωηρός. Πολλές γυναίκες τόσο θεές όσο και θνητές ικανοποίησαν τις ερωτικές του επιθυμίες και του χάρισαν πολλά παιδιά. Από την ένωσή του με τη νύμφη Δριόπη γεννήθηκε ο τραγοπόδαρος γιος του Πάνας, ενώ από κάποια άλλη νύμφη απέκτησε τον Δάφνη.
                      Επίσης είχε γιο τον Αυτόλυκο από την ένωσή του με τη Χιόνη (ή τη Φιλωνίδα) και τον Μυρτίλο από την Κλυμένη (ή τη Φαέθουσα).
                      Από την Ακαλλία (κόρη του Μίνωα) απόκτησε τον Κύδωνα και από την Αλκιδάμεια τον Βούνο. Ακόμη είχε γιους: τον Αρπάλυκο (στον οποίο είχε μάλιστα διδάξει την τέχνη του κλεψίματος) και τον ’Αβδηρο. Με την ’Αγλαυρο (κόρη του Κέκροπα) είχε αποκτήσει τον Κήρυκα, ενώ επίσης είχε ενωθεί και με την Απημοσύνη. Τέλος, ήταν πάντα ερωτευμένος με την Αφροδίτη (το 'χε μάλιστα εκμυστηρευτεί στον Ήφαιστο όταν την είχε πιάσει στο κρεβάτι με τον ’Αρη) αλλά ποτέ δεν την απέκτησε.

                      Comment


                        #12
                        ΕΣΤΙΑ

                        ΕΣΤΙΑ

                        Η Εστία είναι μια από τις πιο αξιόλογες, σεβαστές και σεμνές μορφές του αρχαίου ελληνικού Δωδεκάθεου. Κόρη του Κρόνου και της Ρέας, αδερφή της Ήρας, της Δήμητρας, του Ποσειδώνα, του Δία και του Πλούτωνα, προστάτιδα της οικογενειακής ζωής, αρμονίας και ευτυχίας, προσωποποίηση της εντιμότητας και της σταθερότητας στο συζυγικό και οικογενειακό βίο. Ως πρωτότοκη κόρη του εξουσιαστή και κυρίαρχου των πάντων, η Εστία είχε από την αρχή τεθεί επικεφαλής όλων των μεγάλων θεοτήτων.
                        Η γέννηση της Εστίας, της αρχαιότερης των θεών, ανάγεται στα πρώτα σχεδόν χρόνια της θεογονίας και ακριβέστερα στην εποχή της εκθρόνισης του Ουρανού από το γιο του -και μετέπειτα πατέρα της Εστίας- Κρόνο. Ο Κρόνος, θέλοντας να διασφαλίσει την εξουσία του, αποφασίζει να εξολοθρεύσει τη μοναδική για το θρόνο του (και σύμφωνα με τη μοίρα) απειλή, τα παιδιά του. Παρά τις παρακλήσεις της Ρέας, τα καταπίνει όλα εκτός από τον Δία, που αργότερα με τέχνασμα της μητέρας του κατορθώνει να τον ξεγελάσει και να επαναφέρει τα αδέρφια του στη ζωή.
                        H Eστία γρήγορα ανταπέδωσε το καλό που της έκανε ο αδερφός της. Από τη στιγμή που ο Δίας ανέλαβε τη βασιλεία του ουρανού, τον βοήθησε ουσιαστικά στην εξολόθρευση των Γιγάντων και στην οριστική εγκαθίδρυση της εξουσίας του.
                        Ο Δίας εκτιμώντας την προσφορά της την ανακήρυξε θεά του Ολύμπου και της χάρισε το μοναδικό προνόμιο να μπορεί να έχει και να αποκτά οτιδήποτε θέλει και επιθυμεί με ή χωρίς τη μεσολάβησή του. Επιπλέον της παραχώρησε το δικαίωμα να τιμάται σ' όλους τους ναούς των θεών ανεξαιρέτως κι ακόμη ο κάθε της βωμός να αποτελεί "κοινή εστία" για όλους τους Έλληνες. Η Εστία ήταν η πραότερη και δικαιότερη απ' όλους τους Ολύμπιους θεούς.
                        Ντροπαλή και σεμνή, συνεσταλμένη και κλειστή στις επαφές της με τους άλλους θεούς, διέθετε ένα πραγματικά ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: εμφανιζόταν από την αρχή αρνητική τόσο στην ιδέα του γάμου, όσο και στην ερωτική της ένωση με οποιονδήποτε την επιθυμούσε. Πολλοί αξιόλογοι εραστές και ανάμεσά τους αντάξιοί της θεοί είχαν από πολύ νωρίς γευτεί την κατηγορηματική της άρνηση - απόρριψη. Κάθε ερωτική προσέγγιση την απομάκρυνε και οποιαδήποτε εμμονή σε παρόμοια θέματα δεν έβρισκε την παραμικρή ανταπόκριση στο πρόσωπό της. Προβάλλοντας μόνιμη αντίσταση σ' όλες τις ερωτικές προκλήσεις (όπως ακριβώς έκαναν η ’Αρτεμη και η Αθηνά) αρνούνταν παγερά και με επιμονή το παιχνίδι μιας τρυφερής περιπέτειας.
                        Πιστή και αμετάκλητη στις αποφάσεις και τις αρχές της, δε δίστασε να αποκρούσει τον Απόλλωνα και τον Ποσειδώνα που ένθερμα είχαν εκδηλώσει το θαυμασμό και το ενδιαφέρον τους γι' αυτήν. Δεσμευμένη με τον όρκο της αιώνιας παρθένας και ταγμένη στην υπηρεσία του σπιτιού και της οικογένειας, είχε συνειδητά αποβάλει κάθε ερωτική σκέψη και διάθεση που θα μπορούσε να προδώσει τον όρκο της.
                        Η Εστία ήταν μια θεά με σταθερές ιδέες, "πιστεύω" και ιδανικά. Καμιά ερωτική πολιορκία δεν μπορούσε να την κάνει να υποκύψει και καμιά κατάσταση δεν μπορούσε να την εξαπατήσει, να την ξεγελάσει ή και να την απομακρύνει από τον κυριότερό της στόχο: την εξολοκλήρου αφιέρωσή της στην προστασία της οικογενειακής ευημερίας και θαλπωρής, στη διαφύλαξη και προάσπιση της σταθερότητας και της ιερότητας του γάμου, της οικογένειας, του σπιτιού.
                        Το μοναδικό, ίσως, επεισόδιο που σώζεται με θέμα την αποπλάνηση της θεάς έχει σαν πρωταγωνιστή τον Πρίαπο. Αυτός σε κάποια γιορτή των θεών ύστερα από το πολύ φαγοπότι κι αφού όλοι τους (μαζί και η Εστία) εξαντλημένοι κοιμήθηκαν, επιχείρησε να τη βιάσει. Κανείς (ούτε και η ίδια) δεν πρόλαβε να αντιληφθεί τίποτα μέχρι που το γκάρισμα ενός γαϊδάρου την ξύπνησε και την έσωσε.Η Εστία ως θεά διέφερε σημαντικά απ' όλες τις άλλες γυναικείες θεότητες.Αφοσιωμένη στο σπίτι και στους συνοίκους της, έμενε πάντοτε στον Όλυμπο, χωρίς ποτέ να μετακινείται, ούτε καν να πηγαινοέρχεται, όπως έκαναν όλοι οι υπόλοιποι.
                        Εξαιτίας της γαλήνης, της πραότητας και της ηρεμίας που τη διέκρινε δε συμμετείχε ποτέ σε πολέμους ή διαμάχες.
                        Ήταν δίκαιη και φιλάνθρωπη και για το λόγο αυτόν αφιερωμένη σ' αυτό που πρέσβευε. Η Εστία αποτελούσε την προσωποποίηση του σπιτιού, το σύμβολο της οικίας και κατ' επέκταση της πιστής και γερά δεμένης οικογένειας.
                        Σ' αυτήν οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν την επινόηση της τέχνης για το χτίσιμο του πρώτου σπιτιού. Σ' αυτήν επίσης και στην ενότητα που η ίδια αντιπροσώπευε είχαν αφιερώσει το κυριότερο μέρος της οικίας: εκεί δηλαδή που έκαιγε η φωτιά και συγκεντρώνονταν όλα τα μέλη της οικογένειας τριγύρω της.
                        Η Εστία δεν ήταν η θεά που κλεινόταν και οριοθετούνταν μέσα στα στενά πλαίσια του σπιτιού. Η εύνοια και οι διαστάσεις της, οι δικαιοδοσίες και οι αρμοδιότητές της πολύ γρήγορα επεκτάθηκαν, με αποτέλεσμα σταδιακά ως θεά να αντιπροσωπεύει όχι μόνο το κέντρο του σπιτιού, αλλά και της γης, και ολόκληρου του σύμπαντος.

                        Comment

                        Working...
                        X