Κοινωνία
Η συνείδηση από όλους τους Έλληνες της κοινής καταγωγής, εθίμων και γλώσσας ενισχύθηκε στην Αρχαϊκή περίοδο. Παράλληλα, ωστόσο, καλλιεργήθηκε και ένα αίσθημα ιδιαίτερης "τοπικής" υπερηφάνιας, που σχετιζόταν με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών. Στην Αθήνα οι κοινωνικές δομές προσδιορίζονται σαφέστερα μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.X. Ο δήμος, μια μορφή κοινωνικής συγκρότησης γνωστή από παλαιότερες εποχές, είναι ο τελευταίος που αποκτά θεσμοθετημένη υπόσταση στα τέλη του 6ου αιώνα π.X. Στη διάρκεια του ίδιου αιώνα γίνεται σαφής διαχωρισμός των τάξεων, ενώ παράλληλα αυξάνει -σε σχέση με το παρελθόν -η κοινωνική κινητικότητα.
Έχει υποστηριχτεί ότι η γεωμορφολογία του ελληνικού χώρου ήταν η κυριότερη αιτία αυτής της πολυμορφίας μέσα στην ευρύτερη ενότητα. Είναι φανερό, ωστόσο, από παρατηρήσεις σε άλλες εποχές και τόπους, ότι ο φυσικός καταμερισμός του εδάφους είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη γέννηση μίας ανταγωνιστικής ποικιλομορφίας. Θα πρέπει μάλλον να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στον τρόπο θεώρησης του κόσμου, όπως αυτός διαφαίνεται μέσα από την ελληνική μυθολογία. Η σχέση του ανθρώπου με το θείο, η προώθηση αξιών όπως η ατομική πρωτοβουλία, η εφευρετικότητα, η αναγωγή της ιδιαιτερότητας σε δικαίωμα και της ελευθερίας σε αγαθό, η ιδέα του μέτρου και του καιρού, φανερώνουν τις ανθρωποκεντρικές ανησυχίες της κοινωνίας την Αρχαϊκή περιόδο.
Οι πόλεις-κράτη, στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν καταρχάς και στη συνέχεια να επιβληθούν στις γειτονικές τους, επιστρατεύουν μια σειρά από ιδεολογικά-προπαγανδιστικά επιχειρήματα. Μεταξύ αυτών των επιχειρημάτων η ανωτερότητα της καταγωγής και ο συστηματικός εξωραϊσμός του παρελθόντος είναι ήδη πολύ αναπτυγμένα στα αρχαϊκά χρόνια. Οι πόλεις προβάλλουν μία ιδιαίτερη σχέση με κάποια θεότητα, κάποτε μάλιστα και την απευθείας καταγωγή τους από αυτήν. ’λλες, ωστόσο, αρκούνται σε μία ηρωϊκή καταγωγή. Mε θεούς και ήρωες συνδέονται και οι θεσμοί και κάθε πόλη με φιλοδοξίες είναι πεπεισμένη για την ανωτερότητα των δικαιοδοτικών και πολιτειακών της θεσμών.
Οικονομία
Όπου δεν επαρκούν οι πανελλήνιοι θεοί και ήρωες, αναλαμβάνουν το ρόλο του ιδρυτή τοπικές θεότητες οι οποίες απολαμβάνουν ιδιαίτερες τιμές. Στις αποικίες ο ρόλος αυτός ανήκει δικαιωματικά στους οικιστές, οι οποίοι μετά το θάνατό τους κατά κανόνα ηρωοποιούνται και αποκτούν την αίγλη και την αποδοχή του γενάρχη. Σε μία αμφίδρομη διαδικασία, όπου τα στοιχεία σχετικά με την ίδρυση κάποιας πόλης έχουν εκλείψει από τη συλλογική μνήμη, "εφευρίσκεται" ένας ήρωας στον οποίο δίνεται το όνομα της πόλης. Ο ήρωας αυτός αποκαλείται επώνυμος και στην κοινή συνείδηση καταγράφεται ως ο πρόγονος από τον οποίο ιδρύθηκε η πόλη και προήλθε το όνομά της.
Οι οικονομικές δομές του ελληνικού κόσμου υπέστησαν μεγάλες αλλαγές, στους τρεις αιώνες της Αρχαϊκής περιόδου (800-περίπου 480 π.Χ.). Το τέλος της βρίσκει τα ελληνικά φύλα να κατοικούν σε μία έκταση από την αναπτυγμένη Eγγύς Aνατολή μέχρι και τις πιο απόμακρες ακτές της Mεσογείου και να εκμεταλλεύονται τις φυσικές πηγές χρησιμοποιώντας όλο και περισσότερο εξειδικευμένες μεθόδους. Με αυτόν τον τρόπο ήταν σε θέση πλέον να καλύπτουν τις ανάγκες τους, να αυξάνουν τον αριθμό τους σταδιακά και να παράγουν ένα σεβαστό πλεόνασμα αγαθών.
Ενώ όμως είναι δυνατό να καθοριστεί ο γενικός χαρακτήρας και ο ρυθμός αυτής της εξέλιξης, τα αίτια που οδήγησαν σε αυτήν παρουσιάζουν δυσκολίες αναφορικά με τον ακριβή εντοπισμό τους.
Ένας σημαντικός λόγος για την κατάσταση αυτή είναι η ανεπάρκεια γραπτών πηγών, σύγχρονων με τα γεγονότα. Το έργο του Ησιόδου "Έργα και Ημέραι" , όσα από τα συγγραφικά έργα του Θέογνη έχουν διασωθεί, καθώς και αυτά του Ηροδότου -που αναφέρονται στο τέλος της Αρχαϊκής περιόδου- είναι οι μόνες πηγές αυτής της εποχής που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Τόσο ο Όμηρος, ο οποίος περιγράφει προγενέστερες περιόδους από την Αρχαϊκή, όσο και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς Αριστοτέλης, Θουκυδίδης και όσοι ακόμη περιλαμβάνουν στα έργα τους πληροφορίες σχετικές με οικονομικής φύσης θέματα, πρέπει να μελετιούνται με μεγάλη προσοχή.
Ωστόσο, μπορεί κανείς να απομονώσει και να μελετήσει ορισμένα στοιχεία που καθορίζουν τον οικονομικό χαρακτήρα των αρχαϊκών ελληνικών κοινοτήτων. Βασικά είναι η ιδιοκτησία και η καλλιέργεια της γης που αποτελούν κύριες προϋποθέσεις για την απόκτηση εξουσίας. Η περιουσία που βασιζόταν στη γεωργία ήταν πρωταρχικής σημασίας τόσο για την πολιτική όσο και για την κοινωνική θέση ενός έλληνα πολίτη. H σχέση της γαιοκτησίας με την πολιτικο-οικονομική ανεξαρτησία ενός οίκου ή μιας οικογένειας υπήρξε πάντα αλληλένδετη στη ζωή των Eλλήνων και δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αρχαϊκή περίοδο (Αριστοτέλης, Πολιτικά 1266β14-1266β24).
Προκειμένου δε να εξηγηθεί η οικονομική επέκταση εκτός του ελλαδικού χώρου την εποχή αυτή, έχει συνδεθεί με την εμφάνιση αστικών κέντρων και την εξέλιξη των πόλεων, καθώς και με τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στα χέρια των τυράννων από τον 6ο αιώνα π.Χ. και ύστερα.
Με τις διαδικασίες οικονομικής ανάπτυξης των ελληνικών κοινωνιών έχουν επίσης συσχετιστεί, το αποικιακό ρεύμα, η ανάπτυξη του εμπορίου και προς το τέλος των αρχαϊκών χρόνων η εμφάνιση του νομίσματος.
Η συνείδηση από όλους τους Έλληνες της κοινής καταγωγής, εθίμων και γλώσσας ενισχύθηκε στην Αρχαϊκή περίοδο. Παράλληλα, ωστόσο, καλλιεργήθηκε και ένα αίσθημα ιδιαίτερης "τοπικής" υπερηφάνιας, που σχετιζόταν με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών. Στην Αθήνα οι κοινωνικές δομές προσδιορίζονται σαφέστερα μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.X. Ο δήμος, μια μορφή κοινωνικής συγκρότησης γνωστή από παλαιότερες εποχές, είναι ο τελευταίος που αποκτά θεσμοθετημένη υπόσταση στα τέλη του 6ου αιώνα π.X. Στη διάρκεια του ίδιου αιώνα γίνεται σαφής διαχωρισμός των τάξεων, ενώ παράλληλα αυξάνει -σε σχέση με το παρελθόν -η κοινωνική κινητικότητα.
Έχει υποστηριχτεί ότι η γεωμορφολογία του ελληνικού χώρου ήταν η κυριότερη αιτία αυτής της πολυμορφίας μέσα στην ευρύτερη ενότητα. Είναι φανερό, ωστόσο, από παρατηρήσεις σε άλλες εποχές και τόπους, ότι ο φυσικός καταμερισμός του εδάφους είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη γέννηση μίας ανταγωνιστικής ποικιλομορφίας. Θα πρέπει μάλλον να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στον τρόπο θεώρησης του κόσμου, όπως αυτός διαφαίνεται μέσα από την ελληνική μυθολογία. Η σχέση του ανθρώπου με το θείο, η προώθηση αξιών όπως η ατομική πρωτοβουλία, η εφευρετικότητα, η αναγωγή της ιδιαιτερότητας σε δικαίωμα και της ελευθερίας σε αγαθό, η ιδέα του μέτρου και του καιρού, φανερώνουν τις ανθρωποκεντρικές ανησυχίες της κοινωνίας την Αρχαϊκή περιόδο.
Οι πόλεις-κράτη, στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν καταρχάς και στη συνέχεια να επιβληθούν στις γειτονικές τους, επιστρατεύουν μια σειρά από ιδεολογικά-προπαγανδιστικά επιχειρήματα. Μεταξύ αυτών των επιχειρημάτων η ανωτερότητα της καταγωγής και ο συστηματικός εξωραϊσμός του παρελθόντος είναι ήδη πολύ αναπτυγμένα στα αρχαϊκά χρόνια. Οι πόλεις προβάλλουν μία ιδιαίτερη σχέση με κάποια θεότητα, κάποτε μάλιστα και την απευθείας καταγωγή τους από αυτήν. ’λλες, ωστόσο, αρκούνται σε μία ηρωϊκή καταγωγή. Mε θεούς και ήρωες συνδέονται και οι θεσμοί και κάθε πόλη με φιλοδοξίες είναι πεπεισμένη για την ανωτερότητα των δικαιοδοτικών και πολιτειακών της θεσμών.
Οικονομία
Όπου δεν επαρκούν οι πανελλήνιοι θεοί και ήρωες, αναλαμβάνουν το ρόλο του ιδρυτή τοπικές θεότητες οι οποίες απολαμβάνουν ιδιαίτερες τιμές. Στις αποικίες ο ρόλος αυτός ανήκει δικαιωματικά στους οικιστές, οι οποίοι μετά το θάνατό τους κατά κανόνα ηρωοποιούνται και αποκτούν την αίγλη και την αποδοχή του γενάρχη. Σε μία αμφίδρομη διαδικασία, όπου τα στοιχεία σχετικά με την ίδρυση κάποιας πόλης έχουν εκλείψει από τη συλλογική μνήμη, "εφευρίσκεται" ένας ήρωας στον οποίο δίνεται το όνομα της πόλης. Ο ήρωας αυτός αποκαλείται επώνυμος και στην κοινή συνείδηση καταγράφεται ως ο πρόγονος από τον οποίο ιδρύθηκε η πόλη και προήλθε το όνομά της.
Οι οικονομικές δομές του ελληνικού κόσμου υπέστησαν μεγάλες αλλαγές, στους τρεις αιώνες της Αρχαϊκής περιόδου (800-περίπου 480 π.Χ.). Το τέλος της βρίσκει τα ελληνικά φύλα να κατοικούν σε μία έκταση από την αναπτυγμένη Eγγύς Aνατολή μέχρι και τις πιο απόμακρες ακτές της Mεσογείου και να εκμεταλλεύονται τις φυσικές πηγές χρησιμοποιώντας όλο και περισσότερο εξειδικευμένες μεθόδους. Με αυτόν τον τρόπο ήταν σε θέση πλέον να καλύπτουν τις ανάγκες τους, να αυξάνουν τον αριθμό τους σταδιακά και να παράγουν ένα σεβαστό πλεόνασμα αγαθών.
Ενώ όμως είναι δυνατό να καθοριστεί ο γενικός χαρακτήρας και ο ρυθμός αυτής της εξέλιξης, τα αίτια που οδήγησαν σε αυτήν παρουσιάζουν δυσκολίες αναφορικά με τον ακριβή εντοπισμό τους.
Ένας σημαντικός λόγος για την κατάσταση αυτή είναι η ανεπάρκεια γραπτών πηγών, σύγχρονων με τα γεγονότα. Το έργο του Ησιόδου "Έργα και Ημέραι" , όσα από τα συγγραφικά έργα του Θέογνη έχουν διασωθεί, καθώς και αυτά του Ηροδότου -που αναφέρονται στο τέλος της Αρχαϊκής περιόδου- είναι οι μόνες πηγές αυτής της εποχής που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Τόσο ο Όμηρος, ο οποίος περιγράφει προγενέστερες περιόδους από την Αρχαϊκή, όσο και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς Αριστοτέλης, Θουκυδίδης και όσοι ακόμη περιλαμβάνουν στα έργα τους πληροφορίες σχετικές με οικονομικής φύσης θέματα, πρέπει να μελετιούνται με μεγάλη προσοχή.
Ωστόσο, μπορεί κανείς να απομονώσει και να μελετήσει ορισμένα στοιχεία που καθορίζουν τον οικονομικό χαρακτήρα των αρχαϊκών ελληνικών κοινοτήτων. Βασικά είναι η ιδιοκτησία και η καλλιέργεια της γης που αποτελούν κύριες προϋποθέσεις για την απόκτηση εξουσίας. Η περιουσία που βασιζόταν στη γεωργία ήταν πρωταρχικής σημασίας τόσο για την πολιτική όσο και για την κοινωνική θέση ενός έλληνα πολίτη. H σχέση της γαιοκτησίας με την πολιτικο-οικονομική ανεξαρτησία ενός οίκου ή μιας οικογένειας υπήρξε πάντα αλληλένδετη στη ζωή των Eλλήνων και δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αρχαϊκή περίοδο (Αριστοτέλης, Πολιτικά 1266β14-1266β24).
Προκειμένου δε να εξηγηθεί η οικονομική επέκταση εκτός του ελλαδικού χώρου την εποχή αυτή, έχει συνδεθεί με την εμφάνιση αστικών κέντρων και την εξέλιξη των πόλεων, καθώς και με τη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στα χέρια των τυράννων από τον 6ο αιώνα π.Χ. και ύστερα.
Με τις διαδικασίες οικονομικής ανάπτυξης των ελληνικών κοινωνιών έχουν επίσης συσχετιστεί, το αποικιακό ρεύμα, η ανάπτυξη του εμπορίου και προς το τέλος των αρχαϊκών χρόνων η εμφάνιση του νομίσματος.
Comment