Announcement

Collapse
No announcement yet.

Μετά την Απελευθέρωση

Collapse
X
 
  • Filter
  • Time
  • Show
Clear All
new posts

    Μετά την Απελευθέρωση



    Όπως φάνηκε από τις πρώτες εβδομάδες που ακολούθησαν την έλευση του Καποδίστρια, βασικός του στόχος υπήρξε η δημιουργία ενός ισχυρού κρατικού μηχανισμού.
    Η διοργάνωση αποτελεσματικής διοίκησης θα βοηθούσε την ανόρθωση της οικονομίας που είχε πληγεί από τις μακροχρόνιες πολεμικές επιχειρήσεις.
    Οι πόροι από τη φορολογία και τα εξωτερικά δάνεια θα τύγχαναν ορθολογικής διαχείρισης και δε θα χρησιμοποιούνταν για τον προσεταιρισμό πολιτικών συμμάχων από τις κάθε φορά πολιτικά κυρίαρχες φατρίες. Παράλληλα, μια συγκεντρωτική και κυρίαρχη εκτελεστική εξουσία θα προωθούσε αποτελεσματικότερα τις διεκδικήσεις της ελληνικής πλευράς τόσο στο ζήτημα των συνόρων όσο και της μορφής (ανεξαρτησία αντί αυτονομίας) του μελλοντικού ελληνικού κράτους.
    Για να τα πετύχει αυτά ο Καποδίστριας διεκδίκησε και πέτυχε τη συγκέντρωση της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας στο πρόσωπό του.
    Παράλληλα αποστασιοποιήθηκε, στην αρχή τουλάχιστον, από τις διάφορες φατρίες, ο πολιτικός ανταγωνισμός των οποίων είχε αποδιοργανώσει τα όργανα και τις λειτουργίες της κεντρικής διοίκησης.
    Οι αλλαγές που επιχείρησε στην οργάνωση και στη λειτουργία της επαρχιακής διοίκησης ήταν η πρώτη συστηματική παρέμβαση στην κατέυθυνση της δημιουργίας ενός σύγχρονου κράτους.
    Πρωταρχική του μέριμνα υπήρξε η κατάργηση της επαρχιακής αυτονομίας, από την οποία αντλούσαν την οικονομική τους δύναμη και την κοινωνικοπολιτική τους ισχύ οι παραδοσιακές αλλά και οι νεοπαγείς εξουσιαστικές ομάδες της ελληνικής κοινωνίας.
    Ο αριθμός των επαρχιών μειώθηκε, ενώ τα όργανα της επαρχιακής διοίκησης και τα πρόσωπα που τα στελέχωναν υπάχθηκαν στον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας.
    Τα μέτρα αυτά που περιλαμβάνονται στις αιτίες της ρήξης του Καποδίστρια με τις ηγετικές ομάδες της ελληνικής κοινωνίας υπήρξαν, τουλάχιστον στις βασικές τους γραμμές, παρόμοια με εκείνα που υιοθετήθηκαν από την Αντιβασιλεία και τον Όθωνα μερικά χρόνια αργότερα.
    Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκρότηση σύγχρονου κράτους ήταν η δημιουργία στρατού ελεγχόμενου από την κεντρική διοίκηση.
    Η αναδιοργάνωση των άτακτων σωμάτων της επαναστατικής περιόδου σε ημιτακτικούς σχηματισμούς προχώρησε παρά τις αντιδράσεις. Αυτές προέρχονταν από τους χώρους των ενόπλων που είχαν δει την οικονομική και πολιτική ισχύ τους να αυξάνεται στα χρόνια της επανάστασης.
    Τα ένοπλα σώματα οργανώθηκαν αρχικά σε Χιλιαρχίες και κατόπιν αναδιοργανώθηκαν σε Ελαφρά Τάγματα.
    Και στις δύο φάσεις περιορίστηκε δραστικά (στο 1/4 περίπου) ο αριθμός των ενόπλων και αποστρατεύτηκαν αρκετοί επιφανείς οπλαρχηγοί.
    Στον τομέα της οικονομίας, εμπόδιο στάθηκε η μη χορήγηση εξωτερικού δανείου.
    Έτσι, η ανασύνταξη της οικονομίας δεν επιτεύχθηκε, καθώς οι πενιχροί εγχώριοι πόροι δε στάθηκε δυνατό να στηρίξουν το φιλόδοξο πρόγραμμα του Kαποδίστρια. Σημαντική ωστόσο υπήρξε η καταπολέμηση της πειρατείας, γεγονός που απελευθέρωσε τους θαλάσσιους δρόμους και έκανε δυνατή την επαναδραστηριοποίηση του εμπορίου και της ναυτιλίας.



    Κατά την πενταετία 1823-27 οι διάφορες πολιτικές ομάδες και φατρίες είχαν επιδοθεί σ' έναν ατέρμονο πολιτικό ανταγωνισμό, ο οποίος έπαιρνε κάποτε και τη μορφή της ένοπλης σύγκρουσης.
    Το κατακερματισμένο πολιτικό πεδίο και ο συγκυριακός χαρακτήρας των πολιτικών συμμαχιών δεν επέτρεπαν στους εκάστοτε νικητές να επιβάλουν την κυριαρχία τους με όρους σταθερότητας.
    Η πολιτική ρευστότητα ευνοούσε τις αλλεπάλληλες ανατροπές των συσχετισμών δύναμης.
    Εκτός των άλλων η κατάσταση αυτή έπληττε τη διαπραγματευτική ικανότητα της ελληνικής πλευράς σε μια εποχή (1827) που η Αγγλία και η Ρωσία φαίνονταν να αναζητούν, καθεμιά για τους δικούς της λόγους, μια ευνοϊκή ρύθμιση για τους επαναστατημένους Έλληνες.
    Στις συνθήκες αυτές η ομόφωνη επιλογή του Καποδίστρια ως Κυβερνήτη στη διάρκεια των εργασιών της Γ' Εθνοσυνέλευσης είχε να κάνει με την εμπειρία του ως διπλωμάτη.
    Η θητεία του στην κορυφή του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, και μάλιστα σε μια εποχή (1815-22) που η "τέχνη της διπλωματίας" έφτασε σε υψηλά επίπεδα, φανέρωνε ότι διέθετε τα προσόντα για να διεκπεραιώσει με επιτυχία τους σύνθετους και λεπτούς διπλωματικούς χειρισμούς που απαιτούσε η προώθηση των ελληνικών διεκδικήσεων. Οι πολιτικές ομάδες και φατρίες που τον επέλεξαν είχαν ανάγκη από το διπλωμάτη Καποδίστρια. Έτσι, κατά τη διαμόρφωση του συντάγματος της Τροιζήνας φρόντισαν, ώστε το έργο του Κυβερνήτη να υπόκειται στον έλεγχο της Βουλής, η οποία με τη σειρά της ελεγχόταν από τους ίδιους.
    Χρησιμοποιώντας το κύρος και τη φήμη που τον περιέβαλαν και αιφνιδιάζοντας ίσως τις πολιτικές ομάδες και φατρίες, ο Καποδίστριας πέτυχε από τις πρώτες εβδομάδες την αναστολή του συντάγματος, την αυτοδιάλυση της Βουλής και τη συγκέντρωση όλης της εξουσίας στο πρόσωπο του Κυβερνήτη. Πέτυχε δηλαδή να περιθωριοποιήσει όλους τους πολιτικούς παράγοντες, τοποθετώντας τους συνήθως σε θέσεις με συμβουλευτικό χαρακτήρα.
    Ταυτόχρονα, προώθησε ανθρώπους της εμπιστοσύνης του, ορισμένους συγγενείς και πρόσωπα επτανησιακής και μάλιστα κερκυραϊκής καταγωγής. Ωστόσο, η πραγματική εξουδετέρωση των πολιτικών παραγόντων δε θα πραγματοποιούνταν, αν δεν πλήττονταν οι αιτίες τις πολιτικής τους ενδυνάμωσης.
    Στην κατεύθυνση αυτή προχώρησε σε μια ευρεία διοικητική ανασυγκρότηση καταργώντας τα προνόμια και την αυτοδιοίκηση των επαρχιών και θέτοντας τα όργανα της επαρχιακής διοίκησης υπό τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας.
    Τέθηκαν έτσι οι βάσεις για τη συγκρότηση ενός ισχυρού συγκεντρωτικού κρατικού μηχανισμού, κατά τα πρότυπα των σύγχρονων δυτικών κρατών.
    Η πολιτική του ωστόσο προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των προεπαναστατικών (μοραΐτες και νησιώτες προύχοντες, οπλαρχηγοί) και των νεοπαγών (Κωλέττης, Μαυροκορδάτος) πολιτικών παραγόντων που σταδιακά συσπειρώθηκαν με στόχο την ανατροπή της.

    #2
    Η Δολοφονία του Ι.Καποδίστρια



    Η δυσαρέσκεια των πολιτικών παραγόντων από την πολιτική του Καποδίστρια άρχισε να μορφοποιείται σε οργανωμένη αντιπολιτευτική δράση ιδίως μετά τη Δ' Εθνοσυνέλευση (καλοκαίρι 1829). Στην εθνοσυνέλευση αυτή επιβεβαιώθηκαν η αναστολή του συντάγματος, η κατάργηση της Βουλής και η συγκέντρωση όλων των εξουσιών στον Κυβερνήτη.
    Με άλλα λόγια, επιβεβαιώθηκε η περιθωριοποίηση των πολιτικών φατριών που έως τότε κυριαρχούσαν διαδοχικά στην πολιτική ζωή. Παρότι ο Καποδίστριας φάνηκε στην αρχή να τηρεί προς όλους ουδέτερη και δύσπιστη στάση, σταδιακά προσέγγισε τον Κολοκοτρώνη και τη φατρία του, που πλαισίωσαν την ηγετική ομάδα η οποία είχε ήδη συγκροτηθεί από συγγενείς και ανθρώπους της εμπιστοσύνης του Κυβερνήτη. Η προσέγγιση αυτή οδήγησε σταδιακά στη δημιουργία ενός "καποδιστριακού" ή, αλλιώς "κυβερνητικού" πολιτικού σχηματισμού, ενόσο οι κατακερματισμένες ομάδες της αντιπολίτευσης συσπειρώνονταν και συντόνιζαν τη δράση τους. Παρόμοια, αν και αρχικά προσπάθησε να αποτινάξει τη φήμη του ρωσόφιλου, η πρόσδεσή του στη Ρωσία γινόταν ολοένα και ισχυρότερη, ενόσω οι πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γαλλίας τηρούσαν ουδέτερη στάση ή προσέγγιζαν την αντιπολίτευση.
    Η Ύδρα και η Μάνη αποτέλεσαν τα σημαντικότερα κέντρα της αντιπολίτευσης και από τις αρχές του 1830 η εξουσία του Κυβερνήτη ήταν εκεί μάλλον τυπική.
    Περιοχές με προνομιακό οικονομικό και διοικητικό καθεστώς τόσο κατά την Οθωμανική περίοδο όσο και στη διάρκεια της επανάστασης αποτέλεσαν πηγή έντασης και στασιαστικών κινημάτων.
    Η Μάνη, προπύργιο της οικογένειας Μαυρομιχάλη, βρισκόταν διαρκώς σε κατάσταση αναταραχής από την άνοιξη του 1830.
    Σημειώθηκαν αρκετές εξεγέρσεις, με σημαντικότερη εκείνη του καλοκαιριού του 1831, οπότε καταλήφθηκε η Καλαμάτα.
    Το κίνημά τους ήταν μάλλον "παραδοσιακό", με την έννοια ότι στόχευε στη διατήρηση των ιδιαίτερων προνομίων της περιοχής. Παρόμοιες αιτίες θα οδηγήσουν τους Μανιάτες στην πρώτη ένοπλη εξέγερση που σημειώθηκε στη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνα (1834). Στην Ύδρα, όπου κυριαρχούσε η οικογένεια Κουντουριώτη, είχαν συγκεντρωθεί οι μοραΐτες και οι νησιώτες πρόκριτοι καθώς και ο Αλ. Μαυροκορδάτος.
    H αντιπολιτευτική τους κίνηση προσανατολιζόταν, στην αρχή τουλάχιστον, στην ανατροπή της καποδιστριακής πολιτικής με την περιστολή των εξουσιών του Κυβερνήτη και την υπαγωγή του σε συνταγματικό έλεγχο. Ακραία εκδήλωση των "συνταγματικών" υπήρξε η κατάληψη του ναύσταθμου στον Πόρο από το Μιαούλη και η πυρπόληση μέρους του ελληνικού στόλου το καλοκαίρι του 1831.
    Με τους "συνταγματικούς" συμπορευόταν και ο Ι. Κωλέττης, στον οποίο αποδίδεται το περιορισμένης έκτασης στρατιωτικό κίνημα του Τσάμη Καρατάσου στην Α. Στερεά το καλοκαίρι του 1830.
    Η δολοφονία του Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 στο Νάυπλιο από δυο μέλη της οικογένειας Μαυρομιχάλη επέτεινε την ένταση και κλιμάκωσε την αντιπαράθεση.
    Οι δύο πλευρές επιδόθηκαν σ' ένα νέο γύρο ένοπλων συγκρούσεων που τερματίστηκαν τις παραμονές της άφιξης του Όθωνα και των μελών της Αντιβασιλείας τον Ιανουάριο του 1833.

    Comment


      #3
      Τοπικοί Οργανισμοί και Κεντρική Διοίκηση



      Η συγκρότηση κεντρικών πολιτικών θεσμών και μάλιστα σύγχρονου, δυτικού τύπου στάθηκε το μεγαλύτερο ίσως διακύβευμα της Επανάστασης, όπως βέβαια και αυτό της πολιτικής ανεξαρτησίας. Η διαμόρφωση κεντρικής πολιτικής σκηνής -η Προσωρινή Διοίκηση ή Διοίκηση όπως συνήθως αναφέρεται- και η συγκέντρωση των πολιτικών διεργασιών σε αυτήν σήμαινε, πρωταρχικά και κύρια, την αποδιοργάνωση των τοπικών και περιφερειακών κέντρων εξουσίας και των πολιτικοδιοικητικών οργανισμών που συστήθηκαν σ' όλες τις επαναστατημένες περιοχές κατά τους πρώτους μήνες της έναρξης της επανάστασης. Τέτοιοι οργανισμοί λειτούργησαν στην Πελοπόννησο (Αχαϊκό Διευθυντήριο, Μεσσηνιακή Γερουσία ή Σύγκλητος, Καγκελαρία της Αργολίδος κ.ά. που σύντομα ενοποιήθηκαν σε Πελοποννησιακή Γερουσία), τη Δυτική (Οργανισμός Δυτικής Χέρσου Ελλάδος) και την Α. Στερεά (Νομική Διάταξη της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος-’ρειος Πάγος) και την Κρήτη (Πολίτευμα της Νήσου Κρήτης). Στα νησιά, που προεπαναστατικά απολάμβαναν ένα καθεστώς λιγότερο ή περισσότερο διευρυμένης κοινοτικής αυτοδιοίκησης, ακολουθήθηκαν οι προϋπάρχουσες μορφές κοινοτικής οργάνωσης. Εξαίρεση αποτέλεσε η Σάμος, με το τοπικό πολίτευμα που εγκαθίδρυσε εκεί ο Λυκούργος Λογοθέτης.
      Ορισμένα από τα περιφερειακά πολιτικά μορφώματα που λειτούργησαν στα πρώτα χρόνια της επανάστασης θυμίζουν κοινοτικούς θεσμούς διαμορφωμένους από την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας. Η Πελοποννησιακή Γερουσία για παράδειγμα ανακαλούσε την τακτική συγκέντρωση των σημαντικότερων μοραϊτών προκρίτων στους ύστερους χρόνους της οθωμανικής κατάκτησης. Στη Ρούμελη πάλι, όπου η ισχυρή προεπαναστατικά παρουσία των αρματολών στάθηκε φραγμός σε μια ανάλογη θεσμική εξέλιξη των κοινοτικών θεσμών, οι πολιτικοδιοικητικοί οργανισμοί που συστήθηκαν μετά την επανάσταση ήταν έργο Φαναριωτών και άλλων επιφανών ετεροχθόνων. Συστήνοντας και ελέγχοντας τους οργανισμούς αυτούς άνθρωποι σαν τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και το Θεόδωρο Νέγρη επιχείρησαν και σε μεγάλο βαθμό πέτυχαν να στηρίξουν την πολιτική τους παρουσία στους κόλπους των επαναστατών. Παρά τη σύσταση κεντρικών πολιτικών οργάνων από τον πρώτο χρόνο της επανάστασης (’ Εθνοσυνέλευση: Το Πολίτευμα της Επιδαύρου) οι τοπικοί οργανισμοί δεν καταργήθηκαν ούτε υπάχθηκαν στη Διοίκηση. Αντίθετα, τα αδύναμα όργανα της κεντρικής διοίκησης δεν κατάφεραν να επιβάλουν τη δική τους εξουσία στις διάφορες περιοχές. Οι κεντρικοί πολιτικοί θεσμοί φαίνεται να κατισχύουν μόνο μετά το 1824 κι αφού έχουν προηγηθεί αρκετοί μήνες σφοδρών εμφύλιων συγκρούσεων. Κι ενώ η επανάσταση έφθινε διαρκώς από το 1825 και μετά στα πεδία των μαχών, η κατίσχυση των θεσμών της κεντρικής διοίκησης έναντι των τοπικών κέντρων εξουσίας ήταν αντιστρόφως ανάλογη. Η δολοφονία του Καποδίστρια, κατά τη διακυβέρνηση του οποίου (1828-31) τέθηκαν για πρώτη φορά με συστηματικό τρόπο οι βάσεις για τη συγκρότηση ενός σύγχρονου συγκεντρωτικού κράτους, δε στάθηκε ικανή να ανατρέψει τη δυναμική των εξελίξεων. Η διαδικασία ενοποίησης του πολιτικού πεδίου με βασικό άξονα αναφοράς μια ισχυρή κεντρική εξουσία ολοκληρώθηκε στις πρώτες δεκαετίες της βασιλείας του Όθωνα (1833-62).

      Comment


        #4
        A' - Β' Εθνοσυνέλευση



        Στις 20 Δεκεμβρίου 1821 ξεκίνησε τις εργασίες της η A' Εθνοσυνέλευση στην Πιάδα (αρχαία Eπίδαυρος).
        Σε αυτήν παραβρέθηκαν αντιπρόσωποι από τις περισσότερες επαναστατημένες περιοχές.
        Σε ό,τι αφορά τη γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των "παραστατών", όπως αποκαλούνταν, η συντριπτική πλειονότητά τους αποτελούνταν από μοραΐτες, ρουμελιώτες και νησιώτες πρόκριτους και κληρικούς. Πρόκειται για τις προεπαναστατικές ηγετικές ομάδες στις οποίες προστέθηκαν Φαναριώτες και λόγιοι που είχαν καταφτάσει στις επαναστατημένες περιοχές κατά τους πρώτους μήνες της επανάστασης.
        Αντίθετα, ο Δημήτριος Υψηλάντης και οι επιφανέστεροι ρουμελιώτες και πελοποννήσιοι οπλαρχηγοί απουσίαζαν.
        H σημαντικότερη πράξη της εθνοσυνέλευσης υπήρξε το Προσωρινό Πολίτευμα της Eπιδαύρου, το πρώτο δηλαδή σύνταγμα των επαναστατημένων Ελλήνων, στο οποίο προτασσόταν η Διακήρυξη της Aνεξαρτησίας.
        Tο Προσωρινό Πολίτευμα που αποτελεί έργο του Ιταλού B. Γκαλλίνα αποπνέει τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αρχές των γαλλικών επαναστατικών συνταγμάτων (1793 και 1795), καθώς και του συντάγματος των H.Π.A. (1787). Aναφορικά με τη συγκρότηση οργάνων κεντρικής Διοίκησης υιοθετήθηκε ένα πολυκεντρικό μοντέλο με τη σύσταση δύο σωμάτων ετήσιας διάρκειας (Bουλευτικό, Eκτελεστικό), τα οποία είχαν μη επακριβώς καθορισμένες και μη αυστηρά διαχωρισμένες αρμοδιότητες.
        H επίσημη αναγνώριση των τριών τοπικών οργανισμών στην Πελοπόννησο, στη Δυτική και στην Α. Στερεά επέτεινε τη σύγχυση μεταξύ των οργάνων της Διοίκησης, την πολυδιάσπαση του πολιτικού πεδίου και τελικά την αδυναμία κεντρικού ελέγχου των επαναστατημένων περιοχών που συγκροτούσαν την επικράτεια του εν δυνάμει ελληνικού κράτους. Αξιοσημείωτη για την Α' Εθνοσυνέλευση είναι η απουσία οιασδήποτε αναφοράς στη Φιλική Eταιρεία.
        H οργάνωση που είχε προπαρασκευάσει την επανάσταση είχε τεθεί οριστικά στο περιθώριο.
        Δύο χρόνια μετά την κήρυξη της επανάστασης στην Πελοπόννησο και συγκεκριμένα το Μάρτιο του 1823 ξεκίνησαν στο ’Αστρος της Κυνουρίας οι εργασίες της Β' Εθνοσυνέλευσης.
        Στο χρόνο που μεσολάβησε μεταξύ της πρώτης και της Β' Εθνοσυνέλευσης οι στρατιωτικές επιτυχίες συμβάδιζαν με την όξυνση των πολιτικών αντιπαραθέσεων.
        H κατάργηση των περιφερειακών τοπικοδιοικητικών οργανισμών προσέδωσε ισχύ στα όργανα της Διοίκησης καθιστώντας τα κατεξοχήν αντικείμενο πολιτικής διαπάλης.
        Στο περιθώριο των πολιτικών φατριασμών οι "παραστάτες" της εθνοσυνέλευσης προχώρησαν σε μια περιορισμένης έκτασης συνταγματική αναθεώρηση, με την οποία επιβεβαιώνονταν οι βασικές αρχές του Προσωρινού Πολιτεύματος της Eπιδαύρου.

        Comment


          #5
          Γ' - Δ' Εθνοσυνέλευση



          Η Γ' Εθνοσυνέλευση διεξήχθη σε συνθήκες διαφορετικές από τις δύο προηγούμενες.
          Οι εμφύλιες συγκρούσεις του 1824 είχαν λήξει, δίχως ωστόσο να δοθεί λύση στις οργανωτικές αδυναμίες της Διοίκησης, ενώ οι διώξεις των ηττημένων συνεχίζονταν ακόμη και όταν ο Ιμπραήμ είχε ήδη αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο (αρχές 1825).
          Στις συνθήκες αυτές οι προετοιμασίες για τη διοργάνωση εθνοσυνέλευσης που είχαν ξεκινήσει το Σεπτέμβριο του 1825 δεν προχωρούσαν, ενώ αντίθετα οι αντίπαλες παρατάξεις ανασυγκροτούνταν δημιουργώντας ξανά κλίμα έντασης.
          Τελικά η Γ' Εθνοσυνέλευση ξεκίνησε τις εργασίες τις στις 6 Απριλίου 1826 στην Πιάδα, σύντομα όμως διακόπηκε εξαιτίας της πτώσης του Mεσολογγίου. Στο μεταξύ είχε αποφασιστεί η αίτηση προς την Aγγλία για μεσολάβηση και ο καθορισμός των όρων της διαπραγμάτευσης, ενώ συστήθηκε νέα κυβέρνηση που ονομάστηκε Διοικητική Επιτροπή.
          Tο φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς (1826) επιχειρήθηκε να συγκληθεί και πάλι η εθνοσυνέλευση, χωρίς ωστόσο επιτυχία.
          Aντίθετα μικρής κλίμακας εμφύλιες συγκρούσεις πραγματοποιήθηκαν στην Kορινθία και την πόλη του Nαυπλίου, ενώ στις αρχές του 1827 οι αντίπαλες φατρίες διοργάνωσαν χωριστές συνελεύσεις στην Aίγινα και στην Ερμιόνη. Tελικά οι συνελεύσεις συνενώθηκαν στην Tροιζήνα στα τέλη Mαρτίου 1827, εκφράζοντας έτσι τη διάθεση των δυο πλευρών να πετύχουν μια κοινή πολιτική συμφωνία.
          H Γ' Εθνοσυνέλευση ολοκληρώθηκε στις αρχές Mαΐου λαμβάνοντας δύο σημαντικές αποφάσεις.
          H πρώτη αφορούσε την ψήφιση νέου συντάγματος που αυτή τη φορά δε χαρακτηριζόταν "προσωρινό".
          Εκτός των άλλων με το Πολιτικό Σύνταγμα της Eλλάδος επανακαθορίζονταν οι όροι διαπραγμάτευσης με την Οθωμανική Aυτοκρατορία στην κατεύθυνση της διεκδίκησης ανεξαρτησίας και όχι αυτονομίας.
          Tέλος, αποφασίστηκε η δημιουργία μονομελούς διοικητικού οργάνου που θα προΐστατο της εκτελεστικής εξουσίας. Θεσπίστηκε λοιπόν το αξίωμα του Κυβερνήτη.
          Για τη θέση αυτή και με διάρκεια θητείας τα επτά χρόνια επιλέχτηκε ο Iωάννης Kαποδίστριας, ο οποίος τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς (1827) αποδέχτηκε την πρόταση της εθνοσυνέλευσης. Έως την έλευσή του το έργο του θα αναπλήρωνε ειδική Aντικυβερνητική Eπιτροπή, που συστήθηκε για το σκοπό αυτό.
          Ο Καποδίστριας πέτυχε γρήγορα την αναστολή του Συντάγματος της Τροιζήνας, το οποίο είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε να περιορίζεται η εξουσία και να ελέγχονται οι πράξεις του.
          Αντί της Βουλής δημιουργήθηκε ένα νέο όργανο, το Πανελλήνιο, που είχε μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα. Ενάμισυ περίπου χρόνο μετά την έλευση του Καποδίστρια η Δ' Εθνοσυνέλευση (’Αργος, 11 Ιουλίου-6 Αυγούστου 1829) επικύρωσε τις εξουσίες που συγκεντρώθηκαν στο πρόσωπο του Κυβερνήτη. Επιπλέον, αντί του Πανελληνίου που καταργήθηκε συστήθηκε η ολιγομελέστερη Γερουσία, που επίσης δεν είχε αποφασιστικές αρμοδιότητες. Τέλος, τέθηκαν οι βασικές αρχές για μια μελλοντική συνταγματική αναθεώρηση. Kάτι τέτοιο ωστόσο δεν έγινε ποτέ.
          Η όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης και η δολοφονία του Καποδίστρια κατά τις προετοιμασίες για τη διοργάνωση της E' Εθνοσυνέλευσης οδήγησαν σ' ένα νέο γύρο εμφύλιων συγκρούσεων.
          Oι δυο αντίμαχοι μάλιστα προχώρησαν στη σύγκλιση ξεχωριστών εθνοσυνελεύσεων, οι πράξεις των οποίων ωστόσο δεν είχαν άλλη σημασία πέρα από αυτή της στήριξης των δύο πλευρών στη διάρκεια των συγκρούσεων.

          Comment


            #6
            Οι Εμφύλιες Συγκρούσεις 1824



            Στις μάχες που διεξήχθησαν την άνοιξη του 1824 οι ένοπλοι της Διοίκησης του Κρανιδίου αντιμετώπισαν με επιτυχία τους ενόπλους του Κολοκοτρώνη και επέβαλλαν την κυριαρχία των νησιωτών και πελοποννήσιων προυχόντων.
            Η παράδοση του Ναυπλίου στους νικητές, τους λεγόμενους κυβερνητικούς, στα τέλη Μαΐου με αντάλλαγμα ένα μέρος του δανείου φάνηκε ότι θα ακολουθούνταν από εκτόνωση της έντασης.
            Δε συνέβη όμως κάτι τέτοιο. Αυτή τη φορά η ένταση προκλήθηκε από τη δυσαρέσκεια στους κόλπους των κυβερνητικών.
            Η Διοίκηση ελεγχόταν από την οικογένεια Κουντουριώτη, τον Κωλέττη και το Μαυροκορδάτο που διέθεταν χρήματα, αξιόμαχο στράτευμα και φαινόταν ότι αναγνωριζόταν, έστω και ανεπίσημα, ως νόμιμη Διοίκηση.
            Οι μοραΐτες προύχοντες τοποθετούνταν στο περιθώριο.
            Η αντίδρασή τους ήταν να συμμαχήσουν με τον Κολοκοτρώνη, το μοναδικό πελοποννήσιο που μπορούσε να κινητοποιήσει και να ελέγξει έναν ικανό αριθμό ενόπλων.
            Έτσι, σύντομα η Πελοπόννησος μετατράπηκε ξανά σε πεδίο σφοδρών συγκρούσεων.
            Τα ρουμελιώτικα στρατεύματα που εισέβαλαν στο Μοριά νίκησαν εύκολα τους πελοποννήσιους επιβάλλοντας οριστικά την κυριαρχία του Κουντουριώτη και των συμμάχων του.
            Οι ηττημένοι φυλακίστηκαν στην Ύδρα (Kολοκοτρώνης, Δεληγιάννης, Σισίνης) ή κατέφυγαν σε άλλες περιοχές (Λόντος, Ζαΐμης), ενώ οι ρουμελιώτες ένοπλοι επιδώθηκαν σε λεηλασίες, αρπαγές και καταστροφές σε αρκετές επαρχίες της Πελοποννήσου.
            Την ίδια εποχή, στις αρχές του 1825, ο Ιμπραήμ-πασάς επιβιβάστηκε ανενόχλητος στο Μοριά κι από την άνοιξη άρχισε να καταλαμβάνει τη μια επαρχία μετά την άλλη χωρίς να αντιμετωπίζει ιδιαίτερη αντίσταση. ’Αλλωστε, οι ρουμελιώτες οπλαρχηγοί είχαν επιστρέψει στις δικές τους επαρχίες, καθώς αναμενόταν νέα οθωμανική εκστρατεία και στη Pούμελη. Κάτω από το βάρος των δυσμενών για την επανάσταση εξελίξεων η Διοίκηση υποχρεώθηκε να απελευθερώσει τον Κολοκοτρώνη και τους πελοποννήσιους προύχοντες, καθώς ήταν οι μόνοι που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν τους ντόπιους, ώστε να εμποδιστεί η προέλαση του Ιμπραήμ.
            Σύντομα μάλιστα απέκτησαν και πάλι αξιώματα.
            Οι παλιές συμμαχίες διασπάστηκαν για μια ακόμη φορά και συγκροτήθηκαν νέες, συχνά από ανθρώπους που είχαν υπάρξει αντίπαλοι στη διάρκεια των εμφύλιων συγκρούσεων.

            Comment


              #7
              Η Οικονομία

              Τα οικονομικά της Επανάστασης 1821-1827

              H οργάνωση και ο συντονισμός των πολεμικών επιχειρήσεων επέβαλαν από τις απαρχές της Επανάστασης την ανάγκη συγκρότησης επιμελητείας, ώστε να εξασφαλίζονται όπλα, πολεμοφόδια, τρόφιμα και μισθοί για τους ενόπλους. Αρχικά οι ανάγκες αυτές καλύπτονταν σε επαρχιακό επίπεδο, σύντομα όμως κινήθηκαν οι διαδικασίες για την οργάνωση των οικονομικών της κεντρικής Διοίκησης μέσα από τυπικές λειτουργίες (προϋπολογισμός εσόδων-εξόδων, λογιστικό σύστημα, μηχανισμοί εισπράξεων και διαχείρησης των πόρων κτλ.). Η αρχή έγινε στην Α' Εθνοσυνέλευση (1822), ωστόσο ο κεντρικός έλεγχος των οικονομικών πόρων και η διαχείρισή τους με ορθολογικό τρόπο δε φαίνεται να συμβαίνει παρά μόνο κατά την καποδιστριακή περίοδο (1828-31).
              Τα χρηματικά ποσά που είχαν συγκεντρωθεί αρχικά από τη Φιλική Εταιρεία, οι σποραδικές εισφορές των φιλελληνικών κομιτάτων καθώς και χρήματα που συγκεντρώνονταν στις ελληνικές παροικίες ήταν ασφαλώς σημαντικά, δεν μπορούσαν ωστόσο να καλύψουν παρά ένα μικρό μέρος των χρημάτων που χρειάζονταν για τη συνέχιση της επανάστασης. Έτσι, οι οικονομικές ανάγκες καλύφθηκαν ιδίως με πόρους από τις επαναστατημένες περιοχές. Οι εισφορές των προυχοντικών οικογενειών στην Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου ήταν σημαντικές. Οι ίδιες οικογένειες που στην Οθωμανική περίοδο ήταν υπεύθυνες για τη συγκέντρωση των φόρων στις περιοχές τους και την επίδοσή τους στις οθωμανικές αρχές και επιπλέον εμπλέκονταν στους μηχανισμούς υπενοικίασης των φόρων αυτών συνέχισαν και στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της επανάστασης τη δραστηριότητά τους αυτή.
              Έτσι, οικονομικοί θεσμοί και μηχανισμοί της Οθωμανικής περιόδου διατηρήθηκαν στα χρόνια της επανάστασης, όπως ο φόρος της δεκάτης και το σύστημα υπενοικίασης των φόρων. Παράλληλα έγινε προσπάθεια για τη συγκέντρωση των τελωνειακών φόρων. Τα έσοδα αυτά, τα οποία προέρχονταν από την Πελοπόννησο κατά πρώτο λόγο και δευτερευόντως από τα νησιά του Αιγαίου, αποτέλεσαν τη βασικότερη πηγή για τη χρηματοδότηση της επανάστασης, ιδίως μέχρι το 1824. Ωστόσο, οι πόροι από την άμεση και την έμμεση φορολογία ήταν χαμηλοί, αφού ο πόλεμος δεν επέτρεπε ιδιαίτερη ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και του εμπορίου. Ταυτόχρονα, η συγκέντρωση και η επίδοση των φόρων αυτών στηρίζονταν μάλλον στην καλή διάθεση των ενοικιαστών και των υπενοικιαστών παρά στην αποτελεσματικότητα των μηχανισμών είσπραξης της κεντρικής διοίκησης. Συμπληρωματικό έσοδο αποτέλεσε και ένα ποσοστό από τα πολεμικά λάφυρα, το μοίρασμα των οποίων αποτέλεσε συχνά αντικείμενο σύγκρουσης μεταξύ των διάφορων αρχηγών.
              Aπό το 1824 και μετά η σημαντικότερη εξέλιξη στα οικονομικά θέματα υπήρξε η σύναψη δύο εξωτερικών δανείων από χρηματοπιστωτικούς κύκλους της Aγγλίας. Oι όροι της αποπληρωμής τους ήταν εξαιρετικά αρνητικοί, ενώ παράλληλα υποθηκεύτηκαν τα Eθνικά Kτήματα, οι οθωμανικές δηλαδή ιδιοκτησίες που πέρασαν στα χέρια των επαναστατών, περιορίζοντας έτσι τη δυνατότητα να αποκατασταθούν οι αγωνιστές και γενικότερα οι ακτήμονες αγρότες. Tο σημαντικότερο όμως σημείο αναφορικά με τα εξωτερικά δάνεια δε συνδέεται τόσο με τα οικονομικά θέματα αλλά με την εξωτερική πολιτική. Η ανεπίσημη συγκατάβαση της αγγλικής κυβέρνησης στη χορήγηση των δανείων σήμαινε την εκ των πραγμάτων αναγνώριση της πολιτικής ύπαρξης των Ελλήνων και της δυνατότητάς τους να συγκροτήσουν μελλοντικά κράτος, το οποίο θα μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνεια αυτά.

              Η οικονομική πολιτική του Καποδίστρια

              Όταν ο Καποδίστριας αποβιβαζόταν στο Ναύπλιο στις αρχές του 1828, έφτανε σε μια ερειπωμένη χώρα.
              Η Πελοπόννησος, στην αγροτική παραγωγή της οποίας στηρίζονταν σε μεγάλο βαθμό τα δημόσια έσοδα ήταν σχεδόν κατεστραμμένη από τον επτάχρονο πόλεμο και τις εμφύλιες συγκρούσεις.
              Ειδικά οι καταστροφές που προξενήθηκαν από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ την περίοδο 1825-28 είχαν αποδιαρθρώσει κάθε παραγωγική βάση.
              Τα ερείπια των γκρεμισμένων σπιτιών ήταν συνηθισμένο θέαμα στις πόλεις και στα χωριά και η ανάγκη για άμεση ανοικοδόμηση ήταν επιτακτική τώρα που ο πόλεμος είχε τελειώσει, τουλάχιστον για την Πελοπόννησο. Eπιπρόσθετα, τα χρήματα των εξωτερικών δανείων (1824 και 1825) είχαν σπαταληθεί και το ταμείο της κεντρικής διοίκησης δεν μπορούσε να καλύψει ούτε τις απαραίτητες κρατικές δαπάνες.
              Αντιμέτωπος με την κατάσταση αυτή ο Καποδίστριας προσπάθησε από την αρχή να εξασφαλίσει δάνειο από τη γαλλική κυβέρνηση ύψους 60.000.000 φράγκων.
              Με τα χρήματα αυτά θα στήριζε την ανασυγκρότηση και τη λειτουργία της κρατικής διοίκησης καθώς και το πρόγραμμα της οικονομκής ανασυγκρότησης.
              Το δάνειο ωστόσο δε δόθηκε και έτσι ο Κυβερνήτης αναγκάστηκε να στηριχτεί σε μικρά ποσά που δίνονταν σε μηνιαία βάση από τη Ρωσία και τη Γαλλία μεταξύ του 1828 και του 1830.
              Με τα χρήματα αυτά καλύπτονταν η στοιχειώδης λειτουργία του κρατικού μηχανισμού και κυρίως οι μισθοί των δημόσιων υπαλλήλων και των ενόπλων, απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκρότηση μιας ισχυρής και λειτουργικής κεντρικής διοίκησης.
              Ταυτόχρονα τέθηκαν για πρώτη φορά οι βάσεις μιας σύγχρονης δημοσιονομικής πολιτικής.
              Στην κατεύθυνση αυτή μπορούμε να αναφέρουμε την κυκλοφορία του πρώτου ελληνικού νομίσματος στα 1829, του Φοίνικα, του ξεχασμένου συμβόλου της Φιλικής Εταιρείας.
              Την ίδια χρονιά δημιουργήθηκε η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα, στην οποία θα επενδύονταν με σχετικά επωφελές επιτόκιο κεφάλαια από το εσωτερικό αλλά και από τους Έλληνες του εξωτερικού.
              Tο εγχείρημα δεν πέτυχε εξαιτίας της αντιπολιτευτικής στάσης των εύπορων προυχοντικών οικογενειών προς το καποδιστριακό σύστημα εξουσίας αλλά και λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης προς το νέο θεσμό.
              Eπίσης, δόθηκε βάρος στην ανάπτυξη του εμπορίου και της ναυτιλίας, γεγονός στο οποίο συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό και η καταπολέμηση της πειρατείας στο Aιγαίο.
              Βασικός τομέας όπου εφαρμόστηκε η καποδιστριακή οικονομική πολιτική υπήρξε η γεωργία.
              Η αναδιάρθρωση του πρωτογεννούς τομέα και η σταδιακή επανάκαμψη στα προεπαναστατικά επίπεδα παραγωγής ήταν κάτι περισσότερο από επιτακτική. Για το σκοπό αυτό επιδιώχθηκε η ποιοτική βελτίωση των καλλιεργειών με την εισαγωγή νέων ειδών (π.χ. πατάτα) και τη χρήση νέων γεωργικών μεθόδων και εργαλείων.
              Έγιναν ακόμη ορισμένα αρχικά βήματα στην αγροτική εκπαίδευση με την ίδρυση του Πρότυπου Αγροτικού Αγροκηπίου στην Τύρινθα.
              Ωστόσο, το φιλόδοξο πρόγραμμα του Καποδίστρια δεν απέδωσε, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της έλλειψης των απαραίτητων πόρων για τη στήριξή του. Τέλος, σε ό,τι αφορά στο ζήτημα της διανομής των Εθνικών Κτημάτων δεν υπήρξε καμία εξέλιξη, καθώς αυτά είχαν ήδη υποθηκευτεί ως εγγύηση για τη χορήγηση των εξωτερικών δανείων.
              Tο ζήτημα αυτό αποτέλεσε μόνιμο θέμα συζητήσεων και πηγή πολιτικών αντιπαράθεσεων και εντάσεων για αρκετές δεκαετίες μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, έως την Aγροτική Mεταρρύθμιση του Aλέξανδρου Kουμουνδούρου το 1871.



              Comment


                #8
                Oθων ο A΄

                Στις 6 Φεβρουαρίου 1833 η αγγλική φρεγάτα Μαδαγασκάρη αποβίβασε στο λιμάνι του Ναυπλίου, πρωτεύουσας ακόμη του νεοσύστατου βασιλείου, το δεκαεπτάχρονο Όθωνα, τα μέλη της αντιβασιλείας και τη βασιλική συνοδεία. Τα πλήθη κόσμου που συγκεντρώθηκαν κατά την υποδοχή έβλεπαν στο πρόσωπο του νεαρού βασιλιά να ενσαρκώνεται η προοπτική της οριστικής ειρήνευσης μετά το δεκαετή σχεδόν πόλεμο αλλά και τις εσωτερικές διαμάχες και συγκρούσεις. Βέβαια, έως την ενηλικίωση του Όθωνα (1835) τη διακυβέρνηση της χώρας θα αναλάμβαναν τα μέλη της αντιβασιλείας, όπως οριζόταν από τις διεθνείς συμφωνίες. Kατά την πρώτη δεκαετία η εσωτερική πολιτική χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια της αντιβασιλείας αρχικά και του Όθωνα μετέπειτα να μειώσει την ισχύ των παραδοσιακών ηγετικών ομάδων της ελληνικής κοινωνίας που την εποχή εκείνη εκφραζόταν μέσω των τριών πολιτικών σχηματισμών που έμειναν γνωστοί ως γαλλικό, ρωσικό (Ναπαίοι) και αγγλικό κόμμα. Η πολιτική αυτή, που επιχειρήθηκε μέσω της προώθησης ενός κόμματος κάθε φορά και της περιθωριοποίησης των υπολοίπων, φανερώνει και τις διαθέσεις του παλατιού απέναντι στις Δυνάμεις, οι οποίες άλλωστε πριμοδοτούσαν τα κόμματα. Η αντίδραση τώρα των παραδοσιακών ηγετικών στρωμάτων στην περιθωριοποίησή τους εκφράστηκε αρχικά με τοπικού χαρακτήρα εξεγέρσεις και επικεντρώθηκε στη διεκδίκηση συντάγματος, κάτι που έγινε πραγματικότητα με το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843.
                Οι αυλικές κυβερνήσεις συνιστούν σταθερή όψη της οθωνικής περιόδου, με εξαιρέσεις την τριετία της κυριαρχίας του Ιωάννη Κωλέττη (1843-47) και το λεγόμενο Yπουργείο Κατοχής (1854-57). H ασφυκτική παρέμβαση του παλατιού στην πολιτική ζωή θα αποτελέσει το σημείο ρήξης του Όθωνα με το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου της χώρας. Η κρίση θα κορυφωθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1860 και θα οδηγήσει στην εκθρόνιση του Όθωνα (1862). Νέος βασιλιάς θα είναι ο Γεώργιος A', που θα συνδέσει τη βασιλεία του με ένα νέο σύνταγμα. Στα μέσα της επόμενης δεκαετίας μάλιστα, κάτω από την πίεση μιας νέας γενιάς πολιτικών που αναδείχθηκαν στη διάρκεια του αντιοθωνικού αγώνα και της μεταπολίτευσης (Aλ. Kουμουνδούρος, X. Τρικούπης), ο Γεώργιος αποδέχθηκε την εισαγωγή της αρχής της δεδηλωμένης, του σχηματισμού δηλαδή κυβερνήσεων που διαθέτουν εκφρασμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το τελευταίο τέταρτο του αιώνα κεντρικά διακυβεύματα στην εσωτερική πολιτική υπήρξαν η ανασυγκρότηση του κρατικού μηχανισμού, ο εκσυγχρονισμός των θεσμών και η αναδιοργάνωση της οικονομίας. Eίναι η εποχή όπου η εσωτερική πολιτική αλλά και ευρύτερα η ελληνική κοινωνία πολώνεται ανάμεσα σε τρικουπικούς και δηλιγιαννικούς.
                --------------------------------------------------------

                OΘΩN O A΄
                EΛEΩ ΘEOY BAΣIΛEYΣ THΣ EΛΛΑΔΟΣ
                Προς τους Έλληνας

                EΛΛHNEΣ!
                Προσκεκλημένος από την εμπιστοσύνην των ενδόξων και μεγαλοψύχων μεσιτών, δια της κραταιάς βοηθείας των οποίων απεπερατώσατε ενδόξως τον της καταστροφής πόλεμον τον υπέρ το δέον παρεκταθέντα, προσκεκλημένος προσέτι και από την ιδίαν σας ελευθέραν εκλογήν, αναβαίνω εις τον θρόνον της Ελλάδος δια να εκπληρώσω όσας υποχρεώσεις ανέλαβα δεχθείς το προσφερθέν μοι βασιλικόν στέμμα, τόσον προς εσάς, όσον και προς τας μεσιτευούσας μεγάλας Δυνάμεις. (...)
                Δια μακρού και φονικού πολέμου θυσιάζοντες εκουσίως τα μέγιστα και πολυτιμότατα αγαθά σας, ανεκτήσατε την πολιτικήν σας ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν, τον θεμελιώδη όρον της ευτυχίας και ευημερίας παντός έθνους (...)
                Αναβαίνων εις τον θρόνον της Ελλάδος δίδω την πάνδημον βεβαίωσιν του να προστατεύσω ευσυνειδήτως την θρησκείαν σας, να διατηρώ πιστώς τους νόμους, να διανέμεται η δικαιοσύνη προς ένα έκαστον και να διαφυλάττω ακέραια δια της θείας βοηθείας, εναντίον οποιουδήποτε την ανεξαρτησίαν σας, τας ελευθερίας σας και τα δικαιώματά σας. (...)
                Eν Nαυπλίω τη 25 Ιανουαρίου (6 Φεβρ.) 1833
                Eν ονόματι του Βασιλέως, η Αντιβασιλεία
                Ο κόμης APMANΣΠEPΓ, πρόεδρος
                MAOYEP, EYΔEK
                (Το διάγγελμα που απηύθυνε ο Όθων την ημέρα της άφιξης του στο Ναύπλιο. Δημοσιεύθηκε στο υπ' αριθμόν 1 φύλλο της Εφημερίδος της Kυβερνήσεως της Ελλάδος στις 16/28 Φεβρουαρίου 1833)

                Comment

                Working...
                X