Announcement

Collapse
No announcement yet.

Μουσεία

Collapse
X
 
  • Filter
  • Time
  • Show
Clear All
new posts

    Μουσεία

    Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο

    Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι το μεγαλύτερο μουσείο της Ελλάδας και ένα από τα σημαντικότερα του κόσμου. Με αρχικό προορισμό να δεχθεί το σύνολο των ευρημάτων από ανασκαφές του 19ου αιώνα, κυρίως από την Αττική, αλλά και από άλλες περιοχές της χώρας, σταδιακά πήρε τη μορφή ενός κεντρικού Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και εμπλουτίσθηκε με ευρήματα από όλα τα σημεία του ελληνικού κόσμου. Οι πλούσιες συλλογές του, που απαριθμούν περισότερα από 20.000 εκθέματα, προσφέρουν στον επισκέπτη ένα πανόραμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από τις αρχές της προϊστορίας έως την ύστερη αρχαιότητα.

    Το μουσείο στεγάζεται στο επιβλητικό νεοκλασικό κτήριο, που οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα σε σχέδια του L. Lange και τελικά διαμορφώθηκε από τον Ernst Ziller. Οι εκθεσιακοί χώροι του, δεκάδες αίθουσες σε κάθε όροφο, καλύπτουν έκταση 8.000 τ.μ. και στεγάζουν τις πέντε μεγάλες μόνιμες συλλογές: Τη Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, που περιλαμβάνει έργα των μεγάλων πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στο Αιγαίο από την 6η χιλιετία έως το 1050 π.Χ. (νεολιθικού, κυκλαδικού και μυκηναϊκού) και ευρήματα από τον προϊστορικό οικισμό της Θήρας. Τη Συλλογή Έργων Γλυπτικής, που παρουσιάζει την εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής από τον 7ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. μ.Χ., μέσα από μοναδικά έργα τέχνης. Τη Συλλογή Αγγείων και Μικροτεχνίας, που περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά έργα της αρχαίας ελληνικής κεραμικής από τον 11ο αι. π.Χ. έως και τη ρωμαϊκή εποχή, καθώς και και τη Συλλογή Σταθάτου, μια διαχρονική συλλογή μικροτεχνημάτων. Τη Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας με πολλά μοναδικά πρωτότυπα έργα, αγάλματα, ειδώλια και έργα μικροτεχνίας. Τέλος, τη μοναδική για την Ελλάδα Συλλογή Αιγυπτιακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων με έργα τέχνης, που χρονολογούνται από την προδυναστική περίοδο (5000 π.Χ.) έως και τους χρόνους της ρωμαϊκής κατάκτησης.

    Το μουσείο διαθέτει πλούσιο φωτογραφικό αρχείο και βιβλιοθήκη με πολλές σπάνιες εκδόσεις, η οποία εμπλουτίζεται διαρκώς για τις ανάγκες του επιστημονικού προσωπικού. Επίσης, διαθέτει σύγχρονα εργαστήρια συντήρησης μεταλλικών αντικειμένων, κεραμικής, λίθου, εργαστήρια εκμαγείων, οργανικών υλών, φωτογραφικό εργαστήριο και χημικό εργαστήριο. Στους χώρους του στεγάζονται, ακόμη, αίθουσες περιοδικών εκθέσεων, αμφιθέατρο διαλέξεων, καθώς και ένα από τα μεγαλύτερα πωλητήρια του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων.

    Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο δέχεται χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Παράλληλα με την προβολή των εκθεμάτων του διοργανώνει περιοδικές εκθέσεις και συμμετέχει με δανεισμό έργων του σε εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Επί πλέον, λειτουργεί ως κέντρο έρευνας για επιστήμονες από όλο τον κόσμο και συμμετέχει στην εκπόνηση ειδικών εκπαιδευτικών και άλλων προγραμμάτων. Στο αμφιθέατρό του διοργανώνονται αρχαιολογικές διαλέξεις, ενώ καινοτομία αποτελεί και η δυνατότητα ξενάγησης ατόμων με προβλήματα ακοής από το επιστημονικό προσωπικό. Το μουσείο λειτουργεί ως Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ οι πέντε μόνιμες συλλογές του, εκτός από εκθεσιακές ενότητες, αποτελούν και αυτόνομα διοικητικά τμήματα.

    Ιστορικό

    Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με σκοπό να φιλοξενήσει και να διαφυλάξει αρχαιότητες από όλη την Ελλάδα, προβάλλοντας παγκοσμίως την ιστορική, πνευματική και καλλιτεχνική τους αξία. Το πρώτο αρχαιολογικό μουσείο στην Ελλάδα είχε ήδη ιδρυθεί το 1829, από τον Ι. Καποδίστρια και στεγάσθηκε στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας. Στις επόμενες δεκαετίες, όμως, η μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα και ο μεγάλος αριθμός ευρημάτων, που ερχόταν στο φως από τις ανασκαφές, έκαναν επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης ενός οργανωμένου εθνικού μουσείου στην πόλη. Για πολλά χρόνια διατυπώνονταν προτάσεις σχετικά με τη θέση και τα σχέδια του κτηρίου, τόσο από Έλληνες όσο και από ξένους αρχιτέκτονες, που εργάζονταν για την ανοικοδόμηση της Αθήνας.

    Το οικόπεδο, στο οποίο τελικά οικοδομήθηκε το μουσείο, είναι δωρεά της Ελένης Τοσίτσα, ενώ τα σχέδια κατασκευής του κτηρίου, των αρχιτεκτόνων L. Lange και Π. Κάλκου, επιμελήθηκε για την τελική διαμόρφωση του χώρου ο αρχιτέκτων E. Ziller. Τη χρηματοδότηση προσέφεραν το ελληνικό δημόσιο, η Αρχαιολογική Εταιρεία και ο Νικόλαος Βερναρδάκης, πλούσιος ομογενής από τη Ρωσία. Το οικοδόμημα περατώθηκε το 1889 με την παράδοση της κεντρικής πτέρυγας και την πρόσοψη, ενώ κατά τα έτη 1903-1906 προστέθηκε μία ακόμα πτέρυγα στα ανατολικά. Τέλος, στο διάστημα 1932-1939 πραγματοποιήθηκε η κατασκευή ενός διώροφου κτίσματος στην ανατολική πλευρά από τον αρχιτέκτονα Γ. Νομικό.

    Η μεταφορά αρχαιοτήτων στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ξεκίνησε το 1874, όταν ολοκληρώθηκε η ανέγερση της δυτικής πτέρυγας και ενώ συνεχίζονταν οι εργασίες αποπεράτωσης. Έως το 1889, χρονολογία περάτωσης της κεντρικής πτέρυγας, είχαν μεταφερθεί στο μουσείο τα σημαντικότερα αρχαία ευρήματα από την επαρχία και το 1893 ολοκληρώθηκε η σταδιακή παράδοση όλων των αρχαιοτήτων της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Επί πλέον, οι συλλογές του μουσείου εμπλουτίσθηκαν με δωρεές ιδιωτικών αρχαιολογικών συλλογών, όπως της Αιγυπτιακής Συλλογής του Ιωάννου Δημητρίου (1890).

    Με Προεδρικό Διάταγμα της 9ης Αυγούστου 1893 (ΦΕΚ Α΄ αρ. 152, «Περί διοργανισμού του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου») ιδρύθηκε επισήμως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο με σκοπό «την σπουδήν και διδασκαλίαν της αρχαιολογικής επιστήμης, την διάδοσιν αρχαιολογικών γνώσεων παρ' ημίν και την ανάπτυξιν έρωτος προς τας καλάς τέχνας». Οι Συλλογές του καθορίσθηκαν ως εξής: Συλλογή Γλυπτών (Γλυπτοθήκη), Συλλογή Αγγείων (Αγγειοθήκη), Συλλογή Πήλινων και Χαλκών Αγαλματίων και λοιπών διαφόρου ύλης αρχαίων (Αγαλματιοθήκη), Συλλογή Επιγραφών (Επιγραφικό Μουσείο), Συλλογή Έργων Προελληνικών Χρόνων (Μυκηναία Συλλογή), Συλλογή Έργων Αιγυπτιακής Τέχνης (Αιγυπτιακή Συλλογή). Επιπλέον, λειτουργούσαν εργαστήρια συντήρησης και μουσείο εκμαγείων.

    Η κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατέστησε επιτακτική την ανάγκη αποθήκευσης και φύλαξης των αρχαιοτήτων του μουσείου σε ασφαλείς χώρους του ίδιου του κτηρίου, της Τραπέζης της Ελλάδος και σε φυσικά κρησφύγετα. Αμέσως μετά τον πόλεμο, το 1945, άρχισαν οι εργασίες επανέκθεσης των αρχαίων, υπό την επίβλεψη του τότε διευθυντή Χ. Καρούζου, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκαν οικοδομικές εργασίες από τον αρχιτέκτονα Π. Καραντινό, με σκοπό τη διαμόρφωση των χώρων του μουσείου για την καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτών, η προσωρινή έκθεση του μουσείου περιορίσθηκε σε δέκα αίθουσες της ανατολικής πτέρυγας. Το 1964 ολοκληρώθηκε το έργο της επανέκθεσης από το Χρήστο και τη Σέμνη Καρούζου, με την υποδειγματική παρουσίαση της πορείας της αρχαίας ελληνικής τέχνης από την προϊστορία έως τους ρωμαϊκούς χρόνους. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1994, εκτέθηκε για πρώτη φορά και η μοναδική στην Ελλάδα συλλογή αιγυπτιακών αρχαιοτήτων.

    Μόνιμες εκθέσεις

    Νεολιθική Συλλογή

    Η Νεολιθική Συλλογή αποτελεί μέρος της Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και περιλαμβάνει τα αρχαιότερα εκθέματα του μουσείου, αντιπροσωπευτικά του νεολιθικού πολιτισμού και των πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στο Αιγαίο πριν από το μυκηναϊκό. Πρόκειται για αντικείμενα που προέρχονται από οικισμούς και ταφικά μνημεία της νεολιθικής εποχής, της Πρώιμης και Μέσης Εποχής του Χαλκού, τόσο από την ηπειρωτική Ελλάδα όσο και από τα νησιά του Αιγαίου.

    Μυκηναϊκή Συλλογή

    Το μεγαλύτερο μέρος της Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου αποτελούν τα ευρήματα, που χρονολογούνται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, περίοδο του λαμπρού μυκηναϊκού πολιτισμού. Στην έκθεση παρουσιάζονται αντικείμενα κυρίως από τα μεγάλα κέντρα της Αργολίδας και ιδιαίτερα από τις Μυκήνες, από τη Μεσσηνία, τη Λακωνία, την Αττική και άλλες περιοχές της Ελλάδας. Πρόκειται για ευρήματα κάθε είδους, που προέρχονται κυρίως από τάφους και σπανιότερα από οικιστικά σύνολα.

    Κυκλαδική Συλλογή

    Η Κυκλαδική Συλλογή, μέρος της Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, προσφέρει μια αντιπροσωπευτική εικόνα του πολιτισμού που άκμασε στα νησιά των Κυκλάδων κατά την Εποχή του Χαλκού (3η-2η χιλιετία π.Χ.) και χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη ανάπτυξη της μεταλλουργίας, της ναυσιπλοϊας και της ειδωλοπλαστικής. Περιλαμβάνει κυρίως τα ευρήματα των παλαιών ανασκαφών του Χ. Τσούντα και του Κ. Στεφάνου σε διάφορα νησιά, καθώς και των ανασκαφών της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής .

    Έκθεση Θήρας

    Στην έκθεση, που αποτελεί μέρος της Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, περιλαμβάνονται ευρήματα από το σημαντικό οικισμό του Ακρωτηρίου, ο οποίος τον 16ο αι. π.Χ. καταστράφηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του προϊστορικού Αιγαίου, που έχει αποδώσει σημαντικά και μοναδικά ευρήματα, τα περισσότερα από τα οποία εκτίθενται στο Μουσείο Προϊστορικής Θήρας.

    Συλλογή Έργων Γλυπτικής

    Η συλλογή γλυπτών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου θεωρείται από τις σημαντικότερες στον κόσμο. Βασικός άξονας της έκθεσης είναι η παρουσίαση της εξέλιξης της γλυπτικής στον ελλαδικό χώρο από τη γένεση της μνημειακής γλυπτικής (7ος αι. π.Χ.) μέχρι και την ύστερη ρωμαιοκρατία (4ος αι. μ.Χ.). Τα γλυπτά που εκτίθενται είναι μοναδικά έργα τέχνης από την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου: περίοπτα αγάλματα, ανάγλυφα (επιτύμβια, αναθηματικά, ψηφισματικά), αρχιτεκτονικά σύνολα, σαρκοφάγοι, προτομές κ.λ.π.

    Συλλογή Αγγείων και Μικροτεχνίας

    Η Συλλογή Αγγείων και Μικροτεχνίας του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, η οποία καλύπτει την εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής κεραμικής από τον 11ο αι. π.Χ. έως και τη ρωμαϊκή εποχή, κατατάσσεται ανάμεσα στις πλουσιότερες του κόσμου, με την πληθώρα και την ποιότητα των αγγείων της γεωμετρικής εποχής, των πρώιμων μελανόμορφων, και των ερυθρόμορφων αγγείων του 4ου αι. π.Χ. Ο κύριος κορμός της συλλογής είναι τα αττικά αγγεία, συμπεριλαμβάνονται όμως και τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα των επαρχιακών εργαστηρίων.

    Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας

    Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο κατέχει μία από τις πλουσιότερες και σπουδαιότερες συλλογές χάλκινων έργων, που υπάρχει ως ξεχωριστή μόνιμη συλλογή από το 1893. Περιλαμβάνει τόσο ειδώλια και έργα μικροτεχνίας όσο και μεγάλα αγάλματα, τα οποία είναι μοναδικά πρωτότυπα έργα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο Δίας ή Ποσειδώνας και ο «Τζόκεϋ του Αρτεμισίου», ο «Έφηβος Αντικυθήρων» και το «Παιδί του Μαραθώνα». Τα μεγάλα αγάλματα είναι εκτεθειμένα στις αίθουσες της Συλλογής Έργων Γλυπτικής.

    Συλλογή Αιγυπτιακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων

    Η Συλλογή Αιγυπτιακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου είναι μοναδική για την Ελλάδα και από τις πιο εντυπωσιακές στον κόσμο, λόγω της σπανιότητας και της σπουδαιότητας των έργων της. Η έκθεσή της, που άνοιξε για το κοινό τον Ιούνιο του 1994, περιλαμβάνει τα σημαντικότερα και τα πλέον αξιόλογα αντικείμενα της συλλογής. Αυτά προέρχονται κυρίως από τις δύο μεγάλες δωρεές δύο φιλότεχνων και πλουσίων Ελλήνων της Αιγύπτου: του Λήμνιου Ιωάννου Δημητρίου από την Αλεξάνδρεια .

    Συλλογή Ελένης και Αντωνίου Σταθάτου

    Η Συλλογή Σταθάτου περιλαμβάνει περίπου 970 αντικείμενα, που καλύπτουν όλες τις περιόδους του ελληνικού πολιτισμού, από τους προϊστορικούς χρόνους (5η χιλιετία π.Χ.) μέχρι και τους νεότερους (18ος αιώνας). Δωρήθηκε στο ελληνικό κράτος το 1957, από την ίδια τη συλλέκτρια, Ελένη Σταθάτου και σήμερα αποτελεί μέρος της Συλλογής Αγγείων και Μικροτεχνίας του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
    Η έκθεση στεγάζεται στην αίθουσα 42, στο ισόγειο του μουσείου.

    Πληροφορίες

    Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
    Πατησίων 44, Αθήνα (Νομός Αττικής)
    Τηλέφωνο: +30 210 8217724
    Φαξ: +30 210 8213573, 8230800
    Email: eam@culture.gr

    Ώρες Λειτουργίας

    Χειμερινό:
    Δευτέρα: 13.00-19.30
    Τρίτη, Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή & Αργίες: 08.30-15.00
    Πέμπτη: 08.30 - 19.30

    Θερινό:
    Δευτέρα: 13.00-19.30
    Τρίτη-Κυριακή :08.00-19.30

    Ημέρες Ελευθέρας Εισόδου

    * 6 Μαρτίου - Μνήμη Μελίνας Μερκούρη
    * 5 Ιουνίου - Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος
    * 18 Απριλίου - Διεθνής Ημέρα Μνημείων
    * 18 Μαΐου - Διεθνής Ημέρα Μουσείων
    * Tο τελευταίο Σαββατοκύριακο Σεπτεμβρίου κάθε έτους (Ευρωπαϊκές Ημέρες Πολιτιστικής Κληρονομιάς)
    * Οι Κυριακές κατά το διάστημα από 1 Νοεμβρίου έως 31 Μαρτίου
    * Οι επίσημες αργίες του Κράτους
    * Η πρώτη Κυριακή κάθε μήνα, πλην των μηνών Ιουλίου, Αυγούστου και Σεπτεμβρίου (όταν η πρώτη Κυριακή είναι αργία, ως ημέρα εισόδου καθορίζεται η δεύτερη Κυριακή.)
    * 27 Σεπτεμβριου, Παγκοσμια μερα τουρισμου

    #2
    Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού

    Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, από τα πιο σύγχρονα μουσεία στην Ελλάδα, προσφέρει μια ολοκληρωμένη εικόνα του Βυζαντινού πολιτισμού μέσα από τις πρωτότυπες εκθέσεις και την πολυσχιδή δραστηριότητά του. Σκοπός του είναι η συγκέντρωση, προστασία, μελέτη και προβολή έργων τέχνης και αντικειμένων, που καλύπτουν χρονολογικά την παλαιοχριστιανική, βυζαντινή, μεσαιωνική και μεταβυζαντινή περίοδο. Τα έργα που φυλάσσονται και προβάλλονται στους χώρους του προέρχονται από το γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας και ιδιαίτερα από τη Θεσσαλονίκη, το πιο σημαντικό κέντρο στο ευρωπαϊκό τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας μετά την Κωνσταντινούπολη.

    Οι συλλογές του μουσείου περιλαμβάνουν γλυπτά, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, εικόνες, νομίσματα, επιγραφές, κεραμική, χειρόγραφα, αντικείμενα μικροτεχνίας και υαλουργίας. Το υλικό αυτό προέρχεται από ανασκαφές στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας, από αγορές, δωρεές και παραδόσεις αρχαιοτήτων, καθώς και από την επιστροφή των αρχαιοτήτων της Μακεδονίας, που είχαν μεταφερθεί το 1916, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών, όπου φυλάσσονταν μέχρι τη δεκαετία του 1990. Στο μουσείο έχουν δωρηθεί και δύο μεγάλες ιδιωτικές συλλογές, της Ντόρης Παπαστράτου, που αποτελείται από ορθόδοξα θρησκευτικά χαρακτικά, και του Δημητρίου Οικονομόπουλου, που περιλαμβάνει κυρίως εικόνες αλλά και κεραμική, νομίσματα και έργα μικροτεχνίας. Σήμερα, οι συλλογές του μουσείου εξακολουθούν συνεχώς να εμπλουτίζονται και με αγορές αντικειμένων, που πραγματοποιούνται από το Υπουργείο Πολιτισμού ή από δωρεές ιδιωτών και ιδρυμάτων.

    Το μουσείο στεγάζεται σε ένα από τα σημαντικότερα κτήρια της σύγχρονης δημόσιας αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, έργο του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου, ενώ σε αυτό υπάγεται και το μνημείο-λογότυπο της Θεσσαλονίκης, ο Λευκός Πύργος. Η μόνιμη έκθεσή του αναπτύσσεται σε ένδεκα αίθουσες, που αντιστοιχούν σε ισάριθμες αυτοτελείς εκθεσιακές ενότητες. Όλες καλύπτουν διαφορετικές πτυχές και περιόδους του βυζαντινού πολιτισμού και έχουν οργανωθεί σύμφωνα με τις σύγχρονες μουσειολογικές αντιλήψεις, έτσι ώστε κάθε αντικείμενο να μην αντιμετωπίζεται ως ανεξάρτητο έργο τέχνης, αλλά ενταγμένο σε ένα σύνολο αντικειμένων να εικονογραφεί όψεις της κοινωνίας που το δημιούργησε. Οι 3 πρώτες αίθουσες είναι αφιερωμένες στην παλαιοχριστιανική εποχή (4ος-7ος αι.). Οι 3 επόμενες στην μεσοβυζαντινή (8ος-12ος ), η έβδομη στην υστεροβυζαντινή (13ος-1453), η 8η και η 9η στις συλλογές Παπαστράτου και Οικονομόπουλου αντίστοιχα, η 10η στη μεταβυζαντινή εποχή (1453-19ος αι.) και η 11η στη διαδικασία από την ανακάλυψη του αρχαίου αντικειμένου μέχρι την έκθεσή του στο μουσείο.

    Το μουσείο διαθέτει εξειδικευμένα και πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια συντήρησης ξύλινων εικόνων, κεραμικής, γυαλιού, οστού, μετάλλου, χαρτιού, τοιχογραφίας, ψηφιδωτού, λίθου και μαρμάρου. Οι αποθήκες του είναι ευρύχωρες και λειτουργικές, διαμορφωμένες σύμφωνα με τις σύγχρονες διεθνείς προδιαγραφές, ενώ υπάρχει και ειδικός χώρος υποδοχής των ανασκαφικών ευρημάτων. Οι αποθηκευτικοί και εργαστηριακοί χώροι στεγάζονται στο υπόγειο και στο πρώτο επίπεδο του κτηρίου και καταλαμβάνουν έκταση περίπου 5.000 τ.μ., σχεδόν τη διπλάσια από αυτή της έκθεσης. Το μουσείο διαθέτει, ακόμη αμφιθέατρο, χώρους περιοδικών εκθέσεων και άλλων δραστηριοτήτων και πωλητήριο.

    Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού είναι Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και λειτουργεί ως επιστημονικός οργανισμός, ανοικτός στο κοινό, με ευρύτερο πολιτιστικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Οι δραστηριότητες του περιλαμβάνουν τη διοργάνωση περιοδικών εκθέσεων με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τη συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, τη διοργάνωση διαλέξεων, επιστημονικών ημερίδων, εκθέσεων σύγχρονης τέχνης και ποικίλων άλλων πολιτιστικών εκδηλώσεων. Το μουσείο ενθαρρύνει την ψυχαγωγική και παιδευτική επαφή του κοινού με τις εκθέσεις του μέσω των εκπαιδευτικών και ενημερωτικών προγραμμάτων και εκδίδει ετησίως περιοδικό, στο οποίο παρουσιάζονται η δραστηριότητά του, καθώς και σύντομα, αλλά περιεκτικά άρθρα, που αφορούν έργα από τις συλλογές του.

    Ιστορικό

    Η πρώτη απόφαση για την ίδρυση Βυζαντινού Μουσείου στη Θεσσαλονίκη περιέχεται σε διάταγμα που εκδόθηκε το 1913, ένα χρόνο, δηλαδή, μετά την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους. Ωστόσο, μόλις το 1977 προκηρύχθηκε ο πανελλήνιος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για το κτήριο που θα στέγαζε το μουσείο. Τότε βραβεύθηκε η μελέτη του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου, στον οποίο και ανατέθηκε η σύνταξη των οριστικών μελετών.

    Το οικόπεδο για την ανέγερση του μουσείου, που αποτελούσε τμήμα του πρώην στρατοπέδου Τσιρογιάννη, παραχωρήθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Πολιτισμού, το 1984. Το έργο της ανέγερσης του μουσείου εντάχθηκε το 1988 στα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το κτήριο θεμελιώθηκε το 1989. Η οικοδόμησή του ολοκληρώθηκε το 1993 και την ίδια χρονιά εγκρίθηκαν από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο η τελική ονομασία και η μουσειολογική μελέτη του νέου μουσείου, το οποίο εγκαινιάσθηκε το Σεπτέμβριο του 1994.

    Τον πυρήνα των συλλογών του αποτέλεσαν οι αρχαιότητες που είχαν μεταφερθεί το 1916 στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας. Το μεγαλύτερο μέρος τους επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και μία επιλογή από αυτές παρουσιάσθηκε στην πρώτη περιοδική έκθεση με τίτλο ''Βυζαντινοί θησαυροί της Θεσσαλονίκης - Το ταξίδι της επιστροφής'', που οργανώθηκε παράλληλα με τα εγκαίνια του μουσείου, το 1994. Τότε το μουσείο υπαγόταν στην 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, ενώ το 1997 συγκροτήθηκε ως αυτοτελής υπηρεσιακή μονάδα του Υπουργείου Πολιτισμού, με δική του διεύθυνση.

    Από το 1997 άρχισαν να ανοίγουν σταδιακά στο κοινό και οι αίθουσες με τις μόνιμες εκθέσεις του μουσείου. Τότε εγκαινιάσθηκαν οι δύο πρώτες εκθέσεις, με τίτλο ''Από τα Ηλύσια Πεδία στο Χριστιανικό Παράδεισο'' και ''Ο παλαιοχριστιανικός ναός''. Το 1998 εγκαινιάσθηκε η έκθεση ''Παλαιοχριστιανική πόλη και κατοικία'', το 2000 οι εκθέσεις ''Από την Εικονομαχία στη λάμψη των Μακεδόνων και των Κομνηνών'', ''Οι δυναστείες των βυζαντινών αυτοκρατόρων''και ''Το βυζαντινό κάστρο'', το 2001 άνοιξαν στο κοινό οι εκθέσεις των δύο ιδιωτικών συλλογών, της Ντόρης Παπαστράτου και του Δημήτριου Οικονομόπουλου, ενώ το 2002 εγκαινιάσθηκε η έκθεση ''Το λυκόφως του Βυζαντίου''. Οι δύο τελευταίες εκθέσεις ''Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο'' και ''Ανακαλύπτοντας το παρελθόν'' εγκαινιάσθηκαν το 2004.

    Μόνιμες εκθέσεις

    Ο Παλαιοχριστιανικός ναός

    Η έκθεση έχει ως στόχο να δώσει στον επισκέπτη την εικόνα της γενικής μορφής και των επί μέρους στοιχείων που απαρτίζουν το ναό κατά τους πρώτους αιώνες του θριάμβου του χριστιανισμού, την παλαιοχριστιανική εποχή (4ος-7ος αι. μ.Χ.), και ιδιαίτερα κατά τον 5ο και 6ο αιώνα.

    Παλαιοχριστιανική πόλη και κατοικία

    Η έκθεση αφορά στη δημόσια και ιδιωτική ζωή των ανθρώπων κατά την παλαιοχριστιανική εποχή (4ος-7ος αι. μ.Χ.). Την περίοδο αυτή η εικόνα των πόλεων δεν έχει αλλάξει σημαντικά σε σχέση με την προηγούμενη, ρωμαϊκή. Οι πόλεις συνήθως περιβάλλονται από τείχη και το κέντρο τους καταλαμβάνουν η αγορά και τα δημόσια κτήρια.
    Το αρχαιολογικό υλικό της έκθεσης οργανώνεται θεματικά, συνθέτοντας δύο κατηγορίες. Το κεντρικό έκθεμα της αίθουσας είναι ο χώρος υποδοχής, το τρικλίνιο, όπως λέγεται, ενός σπιτιού.

    Από τα Ηλύσια πεδία στο χριστιανικό παράδεισο

    Η έκθεση έχει ως θέμα την ταφή των νεκρών και τα κοιμητήρια της παλαιοχριστιανικής περιόδου (4ος-7ος αι. μ.Χ.), εποχής που χαρακτηρίζεται από τη μετάβαση από την ειδωλολατρεία στο χριστιανισμό. Η έκθεση εστιάζει στο θέμα της συνέχειας από τη ρωμαϊκή περίοδο, καθώς, με εξαίρεση την καύση των νεκρών, η χριστιανική εκκλησία αποδέχθηκε και υιοθέτησε όλες τις υπόλοιπες ταφικές συνήθειες. Τα Ηλύσια Πεδία της αρχαιότητας, ήταν ο τόπος ευημερίας, όπου πήγαιναν μετά θάνατον οι εκλεκτοί των θεών.

    Από την Εικονομαχία στη λάμψη των Μακεδόνων και των Κομνηνών

    Στην έκθεση παρουσιάζεται η τέχνη και ο πολιτισμός της μεσοβυζαντινής περιόδου (8ος-12ος αι. μ.Χ.), στη διάρκεια της οποίας η βυζαντινή αυτοκρατορία έφθασε σε μεγάλη πνευματική και καλλιτεχνική ακμή, ιδιαίτερα με τις δυναστείες των Μακεδόνων και των Κομνηνών.
    Στόχος της έκθεσης είναι να επισημάνει τις αλλαγές που συμβαίνουν σε σχέση με την προηγούμενη, παλαιοχριστιανική εποχή.

    Οι δυναστείες των βυζαντινών αυτοκρατόρων

    Στην έκθεση παρουσιάζονται με εποπτικό υλικό οι αυτοκρατορικές δυναστείες του Βυζαντίου από τον Ηράκλειο (610-641) μέχρι τους Παλαιολόγους (1261-1453). Το αρχαιολογικό υλικό που εκτίθεται είναι νομίσματα και μία επιγραφή που αναφέρεται σε επισκευή του τείχους της Θεσσαλονίκης την εποχή της βασιλείας των αυτοκρατόρων Λέοντος ΣΤ' και Αλεξάνδρου.

    Το βυζαντινό κάστρο

    Στην έκθεση παρουσιάζονται η δημιουργία και η οργάνωση του κάστρου στη μεσοβυζαντινή περίοδο. Πρόκειται για σύνθετο φαινόμενο, το οποίο σχετίζεται με τις ιστορικές συγκυρίες της εποχής και την επακόλουθη οικονομική κρίση (εχθρικές επιδρομές, επιδημίες και σεισμοί), που είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή συρρίκνωση ή εγκατάλειψη των περισσότερων παλαιοχριστιανικών πόλεων από τον 7ο-8ο αι. μ.Χ. Τα κάστρα είναι οχυρωμένοι οικισμοί, που συγκεντρώνουν τις βασικές λειτουργίες μιας πόλης.

    Το λυκόφως του Βυζαντίου 1204-1453

    Στην έκθεση παρουσιάζονται οι τελευταίοι αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, που οριοθετούνται από τις δύο αλώσεις της Κωνσταντινούπολης, από τους Λατίνους (1204) και τους Οθωμανούς Τούρκους (1453). Πρόκειται για περίοδο που χαρακτηρίζεται από εμφυλίους πολέμους, κακή οικονομική κατάσταση και βαθμιαία συρρίκνωση των εδαφών της αυτοκρατορίας. Ωστόσο, οι τέχνες και τα γράμματα γνώρισαν μεγάλη άνθηση, με κύρια κέντρα την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη.

    Συλλογή Ντόρης Παπαστράτου

    Η συλλογή της Ντόρης Παπαστράτου περιλαμβάνει αποκλειστικά ορθόδοξα θρησκευτικά χαρακτικά του 18ου-20ού αιώνα και είναι από τις πλουσιότερες σε αριθμό και μοναδική σε ποικιλία έργων. Τα ορθόδοξα θρησκευτικά χαρακτικά είναι ένα εικαστικό είδος με προέλευση από τη Δύση, που οι ιστορικές συγκυρίες ώθησαν την ορθόδοξη Εκκλησία να υιοθετήσει στα μέσα, περίπου, του 17ου αιώνα.
    Η συλλογή αποτελείται από 198 χαρακτικά και 8 ξύλινες και χάλκινες μήτρες.

    Συλλογή Δημητρίου Οικονομόπουλου

    Η συλλογή του Δημητρίου Οικονομόπουλου αποτελείται από 1460 αντικείμενα που χρονολογούνται από τα προϊστορικά μέχρι τα μεταβυζαντινά χρόνια. Από αυτά τα περισσότερα είναι βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής, εικόνες, κεραμικά, νομίσματα, εκκλησιαστικά αντικείμενα και έγγραφα.
    Ο Δημήτριος Οικονομόπουλος (1907-1986) σπούδασε και σταδιοδρόμησε ως χημικός-μηχανικός. Άρχισε να συλλέγει αρχαιότητες από πολύ νωρίς, εστιάζοντας το ενδιαφέρον του κυρίως σε έργα της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης.

    "Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο": Η βυζαντινή κληρονομιά στους χρόνους μετά την Άλωση, 1453-19ος αι.

    Η έκθεση "Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο": Η βυζαντινή κληρονομιά στους χρόνους μετά την Άλωση, 1453-19ος αι. αφορά τη μεταβυζαντινή εποχή, δηλαδή τα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453) μέχρι το τέλος του 19ου αι., και παρουσιάζει, όπως δηλώνει ο τίτλος της, τη βυζαντινή κληρονομιά στην περίοδο αυτή.
    Η κληρονομιά αυτή διαπιστώνεται καθαρά κυρίως στη θρησκευτική τέχνη της περιόδου. Σε κύριους μοχλούς προώθησης της τέχνης αναδείχτηκαν από το 16ο αι. τα μοναστικά κέντρα του ελλαδικού χώρου.

    Ανακαλύπτοντας το παρελθόν

    Με την έκθεση "Ανακαλύπτοντας το παρελθόν" στην αίθουσα 11 ολοκληρώνεται η μόνιμη έκθεση του Μουσείου. Εδώ επιχειρείται να δοθεί η πορεία του αρχαιολογικού αντικειμένου από την ανασκαφή στο μουσείο και η διαδικασία που ακολουθείται σε αυτήν την πορεία. Ο επισκέπτης ενημερώνεται με πληροφοριακό υλικό για την ανασκαφική διαδικασία, προϊόν της οποίας είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία στη συνέχεια αποτελούν το υλικό με το οποίο οργανώνονται οι εκθέσεις στα μουσεία.

    Πληροφορίες

    Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης
    Λεωφ. Στρατού 2, Τ.Κ. 54013, Θεσσαλονίκη (Νομός Θεσσαλονίκης)
    Τηλέφωνο: 30 2310868570
    Φαξ: +30 2310 838597
    Email: mbp@culture.gr

    Ώρες Λειτουργίας
    Χειμερινό:
    Από 01.11.2007 έως 31.03.2008
    08:30-15:00
    Μονή βάρδια

    Θερινό:
    Δευτέρα: 12:30 - 19:30
    Τρίτη - Κυριακή: 08:00 - 19:30

    Comment

    Working...
    X